ΓΡΑΠΤΟΝ ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ
Δύο προστάγματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει ὁ Πέτρος καί οἱ ἄλλοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ, πού ἦταν μαζί του. «Χαλάσατε (ρίψετε) τά δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν», αὐτό εἶναι τό πρῶτο. «Μή φοβοῦ, ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔση ζωγρῶν» εἶναι τό δεύτερο. Οἱ μαθητές ὑπακούοντας πρόθυμα στό πρῶτο εἶχαν ἐπιτυχία, ἔπιασαν δηλαδή ἀναρίθμητο πλῆθος ψαριῶν. Ὑπακούοντας καί στό δεύτερο, ἔγιναν σύνθρονοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἀποδεικνύει ἐπαρκῶς ὅτι ὅσοι ὑποτάσσονται στά θεῖα πρό-στάγματα, ὄχι μόνο κληρονομοῦν τήν αἰώνια βασιλεία, ἀλλά γίνονται καί εὐτυχεῖς καί σέ αὐτή τήν πρόσκαιρη ζωή.
Μά θά ἀναρωτηθοῦν κάποιοι, πού δέν δέχονται ὅτι ὁ Θεός δίνει καί ἐδῶ σέ αὐτή τήν ζωή τήν εὐτυχία του, καί θά ποῦν: - «Ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ μᾶς κατέστησε φθαρτούς καί μᾶς ἐξόρισε ἀπό τόν Παράδεισο καί γιά τήν ἁμαρτία τοῦ προπάτορος ὁ Θεός εἶπε : «ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου…»καί εἶπε «ἐν λύπαις φαγῇ αὐτήν πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου», πῶς λοιπόν ἰσχυρίζεσαι ὅτι ὑπάρχει ἐδῶ εὐτυχία καί χαρά;
Ναί, ἀλήθεια, θά ἀπαντήσουμε. Ἀλλά γιατί ἔγιναν αὐτά; Εἶναι φανερό ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας. Ἐάν ὅμως λείψει ἡ ἁμαρτία καί ἀντί αὐτῆς ἔλθει ἡ ἀρετή, ἄραγε πάλι καί μετά τήν ἀρετή θά ὑπάρχει ἡ ἴδια θλιβερή κατάστασις στή γῆ; Ὄχι, ἡ ἀρετή ἀνεβάζει τόν ἄνθρωπο στήν προπτωτική κατάσταση τοῦ Ἀδάμ, στήν κατάσταση πρίν ἁμαρτήσει. Στήν κατάσταση τῆς εὐλογίας, τῆς χαρᾶς καί τῆς ἀνέσεως.
Ναί, ἀλήθεια, θά ἀπαντήσουμε. Ἀλλά γιατί ἔγιναν αὐτά; Εἶναι φανερό ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας. Ἐάν ὅμως λείψει ἡ ἁμαρτία καί ἀντί αὐτῆς ἔλθει ἡ ἀρετή, ἄραγε πάλι καί μετά τήν ἀρετή θά ὑπάρχει ἡ ἴδια θλιβερή κατάστασις στή γῆ; Ὄχι, ἡ ἀρετή ἀνεβάζει τόν ἄνθρωπο στήν προπτωτική κατάσταση τοῦ Ἀδάμ, στήν κατάσταση πρίν ἁμαρτήσει. Στήν κατάσταση τῆς εὐλογίας, τῆς χαρᾶς καί τῆς ἀνέσεως.
«Ἀπόδος μοι (ξαναδῶσε μου) τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καί πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με». Αὐτό τό ἡγεμονικό πνεῦμα, τό ὁποῖο εἶχε ὁ ἄνθρωπος πρίν τήν ἁμαρτία, ἔρχεται πάλι στήν καρδία του μετά τήν ἀρετή. Αὐτό τόν κάνει ἀνώτερο ἀπό ὅλα τά γήινα, αὐτό τόν πείθει νά τά θεωρεῖ ὅλα σάν σκουπίδια. «Καί ἡγοῦμαι πάντα σκύβαλα εἶναι, ἵνα Χριστόν κερδίσω». Αὐτό τό Πνεῦμα τό ἡγεμονικό ἔχει τήν ἰδιότητα νά στηρίζει τόσο πολύ, ὥστε καί ἡ δυστυχία τῆς γῆς, καί οἱ λύπες, καί οἱ ἄκανθες καί οἱ τρίβολοι της, νά προξενοῦν χαρά. «Νῦν», ἔλεγε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ Παῦλος «χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου».
Ἐπειδή, λοιπόν, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα εἶναι φανερό ὅτι, ὅποιος θέλει τά ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ἐκεῖνος πρέπει νά περιπατεῖ τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἐνῶ ἐνίοτε ἔχουμε τήν πεποίθησι ὅτι τρέχοντας στούς γκρεμούς τῆς ἀπώλειας, ἐκεῖ βρίσκουμε τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν τῆς παρούσης ζωῆς.
Ὁ πανάγαθος Θεός ἔδωσε στούς ἀνθρώπους τόν Νόμο Του ὁδηγό πρός τήν εὐτυχία καί τόν συγκρότησε σέ δέκα ἐντολές. Λάτρευε καί ἀγάπα μόνο τόν ἀληθινό Θεό καί ποτέ μή προσκυνήσης, οὔτε νά λατρεύσεις τήν κτίση. Τί κάνει ὁ ἄνθρωπος; Λησμονεῖ τόν Θεό καί ἀφιερώνει τήν καρδιά του στά κτίσματα, δηλαδή στούς ἀγρούς, στά ἀμπέλια, στούς κήπους καί τά σπίτια, προσκυνᾶ ὡς Θεό τό χρυσό καί τό ἀργύριο. Φυλᾶτε τίς γιορτές λέγει ὁ Θεός. Καί; Τίς μέρες τῶν ἑορτῶν ὄχι μόνο δέν ἔρχεται στήν Ἐκκλησία γιά νά ἀκούσει τό λόγο τοῦ Θεοῦ, νά ζητήσει συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του καί νά τόν δοξολογήσει γιά τίς ἀμέτρητες εὐεργεσίες του, ὄχι μόνο πουλᾶ καί ἀγοράζει στά παζάρια καί ἐργάζεται, ἀλλά περιμένει καί τίς γιορτές γιά νά λύσει τό χαλινάρι τῆς ἐγκράτειας καί τῆς σωφροσύνης καί νά ἐκτελέσει κάθε ἁμαρτία, καί ἄλλα πολλά….Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, παροργίζοντας μέ αὐτό τόν τρόπο τόν Βασιλέα τῆς δόξης ἐλπίζεις μακρότητα ἡμερῶν, καί πλοῦτο πολύ, καί δόξα μεγαλοπρεπή καί πλούσια τά ἀγαθά τῆς γῆς;Εἶσαι σέ μεγάλη πλάνη, ὄντως.
Θά μᾶς ποῦν πάλι ὁρισμένοι, ὅτι κάποιοι τηροῦν τούς νόμους τοῦ Θεοῦ καί ὅμως δυστυχοῦν, ἐνῶ πολλοί τούς παραβαίνουν καί ὅμως ζοῦν εὐτυχισμένοι. Γιά τούς πρώτους (τούς τηρητές τοῦ Νόμου πού δυστυχοῦν) ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, ὅτι κανείς δέν γνωρίζει τά ἀπόκρυφα τοῦ ἀνθρώπου. Μήπως ἐκεῖνος τόν ὁποῖο ἐσύ νομίζεις δίκαιο καί ἅγιο εἶναι ὑποκριτής καί ψεύτης καί καθαρίζει, ὅπως οἱ Φαρισαῖοι τό ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου; ἤ, ἀπό τήν ἄλλη,μήπως αὐτός εἶναι ἄλλος Ἰώβ πού δοκιμάζεται ἀπό τόν Θεό καί μέ τήν δοκιμή μακαρίζεται καί εὐλογεῖται καί χαίρεται τά ἀόρατα περισσότερο ἀπό τά ὁρατά; Πράγματι ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δίκαιους καί αὐτοί «ὀλίγα παιδευθέντες, μεγάλα εὐεργετηθήσονται», ἀφοῦ ὁ Θεός τούς βρίσκει ἄξιους καί τούς στέφει βασιλεῖς τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, ὅπου καί θά λάμψουν, ὡς φωστῆρες.
Γιά τούς δεύτερους, πού λές ὅτι ἐνῶ ἁμαρτάνουν καλοπερνοῦν, ἄς γνωρίζεις τά ἑξῆς: Ὁ ἄδικος πλοῦτος φθείρεται τάχιστα σάν τά χόρτα, καί ἡ ἄνομη εὐτυχία σκορπίζεται σάν τόν καπνό. Σήμερα βλέπεις τόν παράνομο νά εὐτυχεῖ καί νά ἀνυψώνεται, καί αὔριο νά ἐξαφανίζεται ἀπό τά μάτια σου αὐτός καί ὅλη ἡ εὐτυχία του, τόν ἀναζητεῖς καί οὔτε τό σπίτι του δέν βρίσκεις. Ἀκοῦς ὅμως καί τήν φωνή τοῦ Θεοῦ νά κηρύσσει: «Ὁ μή συνάγων μετ' ἐμοῦ, σκορπίζει», καί ὅμως ἀσύνετα ἀποδίδεις αὐτές τίς μεταβολές στήν τύχη, στίς συμπτώσεις, στήν κακή διοίκηση καί πάλι ἐξακολουθεῖς νά παραβαίνεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί συνάμα ἐλπίζεις στήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν Του.
Ἐσύ, ὅμως, ἀγαπητέ μου χριστιανέ, ἐάν θέλεις πλοῦτο, ἐάν ἐπιθυμεῖς τιμή, ἐάν ζητᾶς εὐτυχία ἐάν ὀρέγεσαι τά ἀγαθά αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πρῶτον μέν δούλευε πάντοτε στόν Κύριο, δηλαδή φύλαγε μέ κάθε προσοχή καί ἐπιμέλεια ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ποτέ μήν παραβεῖς οὔτε μιά. Δεύτερον, ὅποιο ἐπάγγελμα, εἴτε τέχνη, εἴτε ὁποιοσδήποτε ἄλλο ἔργο ἐργάζεσαι, μήν ἐμπιστευτεῖς, οὔτε νά καυχηθεῖς, οὔτε στήν φρόνηση σου, οὔτε στήν δύναμη σου, οὔτε στόν πλοῦτο σου, ἀλλά ἔχε ὅλη τήν ἐλπίδα καί τήν πεποίθησή σου στήν φιλανθρωπία καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Νά ζητεῖς πάντοτε μέ ὅλη σου τήν ψυχή καί τήν καρδιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν κατόρθωση τῆς ἀρετῆς Του, καί μήν ἀμφιβάλεις καθόλου ὅτι ζητώντας αὐτά ἀπολαμβάνεις καί τά ἐπίγεια ἀγαθά. Σοῦ τό ὑπόσχεται αὐτό ὁ ἀψευδέστατος λόγος τοῦ Θεοῦ λέγοντας : «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνη αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Ἐπειδή, λοιπόν, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα εἶναι φανερό ὅτι, ὅποιος θέλει τά ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ἐκεῖνος πρέπει νά περιπατεῖ τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἐνῶ ἐνίοτε ἔχουμε τήν πεποίθησι ὅτι τρέχοντας στούς γκρεμούς τῆς ἀπώλειας, ἐκεῖ βρίσκουμε τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν τῆς παρούσης ζωῆς.
Ὁ πανάγαθος Θεός ἔδωσε στούς ἀνθρώπους τόν Νόμο Του ὁδηγό πρός τήν εὐτυχία καί τόν συγκρότησε σέ δέκα ἐντολές. Λάτρευε καί ἀγάπα μόνο τόν ἀληθινό Θεό καί ποτέ μή προσκυνήσης, οὔτε νά λατρεύσεις τήν κτίση. Τί κάνει ὁ ἄνθρωπος; Λησμονεῖ τόν Θεό καί ἀφιερώνει τήν καρδιά του στά κτίσματα, δηλαδή στούς ἀγρούς, στά ἀμπέλια, στούς κήπους καί τά σπίτια, προσκυνᾶ ὡς Θεό τό χρυσό καί τό ἀργύριο. Φυλᾶτε τίς γιορτές λέγει ὁ Θεός. Καί; Τίς μέρες τῶν ἑορτῶν ὄχι μόνο δέν ἔρχεται στήν Ἐκκλησία γιά νά ἀκούσει τό λόγο τοῦ Θεοῦ, νά ζητήσει συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του καί νά τόν δοξολογήσει γιά τίς ἀμέτρητες εὐεργεσίες του, ὄχι μόνο πουλᾶ καί ἀγοράζει στά παζάρια καί ἐργάζεται, ἀλλά περιμένει καί τίς γιορτές γιά νά λύσει τό χαλινάρι τῆς ἐγκράτειας καί τῆς σωφροσύνης καί νά ἐκτελέσει κάθε ἁμαρτία, καί ἄλλα πολλά….Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, παροργίζοντας μέ αὐτό τόν τρόπο τόν Βασιλέα τῆς δόξης ἐλπίζεις μακρότητα ἡμερῶν, καί πλοῦτο πολύ, καί δόξα μεγαλοπρεπή καί πλούσια τά ἀγαθά τῆς γῆς;Εἶσαι σέ μεγάλη πλάνη, ὄντως.
Θά μᾶς ποῦν πάλι ὁρισμένοι, ὅτι κάποιοι τηροῦν τούς νόμους τοῦ Θεοῦ καί ὅμως δυστυχοῦν, ἐνῶ πολλοί τούς παραβαίνουν καί ὅμως ζοῦν εὐτυχισμένοι. Γιά τούς πρώτους (τούς τηρητές τοῦ Νόμου πού δυστυχοῦν) ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, ὅτι κανείς δέν γνωρίζει τά ἀπόκρυφα τοῦ ἀνθρώπου. Μήπως ἐκεῖνος τόν ὁποῖο ἐσύ νομίζεις δίκαιο καί ἅγιο εἶναι ὑποκριτής καί ψεύτης καί καθαρίζει, ὅπως οἱ Φαρισαῖοι τό ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου; ἤ, ἀπό τήν ἄλλη,μήπως αὐτός εἶναι ἄλλος Ἰώβ πού δοκιμάζεται ἀπό τόν Θεό καί μέ τήν δοκιμή μακαρίζεται καί εὐλογεῖται καί χαίρεται τά ἀόρατα περισσότερο ἀπό τά ὁρατά; Πράγματι ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δίκαιους καί αὐτοί «ὀλίγα παιδευθέντες, μεγάλα εὐεργετηθήσονται», ἀφοῦ ὁ Θεός τούς βρίσκει ἄξιους καί τούς στέφει βασιλεῖς τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, ὅπου καί θά λάμψουν, ὡς φωστῆρες.
Γιά τούς δεύτερους, πού λές ὅτι ἐνῶ ἁμαρτάνουν καλοπερνοῦν, ἄς γνωρίζεις τά ἑξῆς: Ὁ ἄδικος πλοῦτος φθείρεται τάχιστα σάν τά χόρτα, καί ἡ ἄνομη εὐτυχία σκορπίζεται σάν τόν καπνό. Σήμερα βλέπεις τόν παράνομο νά εὐτυχεῖ καί νά ἀνυψώνεται, καί αὔριο νά ἐξαφανίζεται ἀπό τά μάτια σου αὐτός καί ὅλη ἡ εὐτυχία του, τόν ἀναζητεῖς καί οὔτε τό σπίτι του δέν βρίσκεις. Ἀκοῦς ὅμως καί τήν φωνή τοῦ Θεοῦ νά κηρύσσει: «Ὁ μή συνάγων μετ' ἐμοῦ, σκορπίζει», καί ὅμως ἀσύνετα ἀποδίδεις αὐτές τίς μεταβολές στήν τύχη, στίς συμπτώσεις, στήν κακή διοίκηση καί πάλι ἐξακολουθεῖς νά παραβαίνεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί συνάμα ἐλπίζεις στήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν Του.
Ἐσύ, ὅμως, ἀγαπητέ μου χριστιανέ, ἐάν θέλεις πλοῦτο, ἐάν ἐπιθυμεῖς τιμή, ἐάν ζητᾶς εὐτυχία ἐάν ὀρέγεσαι τά ἀγαθά αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πρῶτον μέν δούλευε πάντοτε στόν Κύριο, δηλαδή φύλαγε μέ κάθε προσοχή καί ἐπιμέλεια ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ποτέ μήν παραβεῖς οὔτε μιά. Δεύτερον, ὅποιο ἐπάγγελμα, εἴτε τέχνη, εἴτε ὁποιοσδήποτε ἄλλο ἔργο ἐργάζεσαι, μήν ἐμπιστευτεῖς, οὔτε νά καυχηθεῖς, οὔτε στήν φρόνηση σου, οὔτε στήν δύναμη σου, οὔτε στόν πλοῦτο σου, ἀλλά ἔχε ὅλη τήν ἐλπίδα καί τήν πεποίθησή σου στήν φιλανθρωπία καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Νά ζητεῖς πάντοτε μέ ὅλη σου τήν ψυχή καί τήν καρδιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν κατόρθωση τῆς ἀρετῆς Του, καί μήν ἀμφιβάλεις καθόλου ὅτι ζητώντας αὐτά ἀπολαμβάνεις καί τά ἐπίγεια ἀγαθά. Σοῦ τό ὑπόσχεται αὐτό ὁ ἀψευδέστατος λόγος τοῦ Θεοῦ λέγοντας : «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνη αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Πρεσβ.π.Παῦλος Καλλίκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου