Το επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ-Ο/Γ) Ηράκλειον ήταν πλοίο
(φέρυ-μπωτ κλειστού τύπου) που εκτελούσε την ακτοπλοϊκή συγκοινωνία Πειραιά – Χανιά και Πειραιά – Ηράκλειο (Κρήτη) την περίοδο 1965 – 1966, η κατάληξη του οποίου συνδέθηκε με τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα.
Το 1964, μετά από μετασκευή σε φέρι-μποουτ, περιήλθε στην εταιρεία
των Αδελφών Τυπάλδου και υψώνοντας την Ελληνική σημαία νηολογήθηκε στον
Πειραιά με αριθμό Ν.Π. 2562. Τον Ιούνιο του επόμενου έτους (1965)
δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές Πειραιά – Κρήτης.
Ενώ έπλεε στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας, στο Μυρτώο Πέλαγος, μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις, “μποτζαρίσματα”), το τελευταίο όχημα, φορτηγό ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια, που φορτώθηκε κάθετα προς το διάμηκες επίπεδο συμμετρίας του πλοίου, είτε γιατί δεν είχε εχμαθεί ασφαλώς λόγω βιασύνης απόπλου μετά την καθυστέρηση είτε γιατί η έχμασή του ήταν χαλαρή, άρχισε να κινείται και να προσκρούει στους πλευρικούς καταπέλτες, ο ένας εκ των οποίων, είτε γιατί δεν είχε ασφαλισθεί με τους πείρους είτε γιατί αυτό είχε γίνει πλημμελώς, πιθανώς για τους ίδιους παραπάνω λόγους, άνοιξε. Κατά μαρτυρίες, ο καταπέλτης άνοιξε σταδιακά από τις παλινδρομικές προσκρούσεις του φορτηγού-ψυγείου, γεγονός που επιβεβαιώνει τις ανωτέρω υποθέσεις ότι δεν είχε ασφαλισθεί σταθερά με τους 6 πείρους που διέθετε. Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε κι άνοιξε, το φορτηγό ψυγείο έπεσε στη θάλασσα η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο το χώρο των οχημάτων. Οι άνεμοι στη θαλάσσια περιοχή την ώρα του ναυαγίου υπολογίστηκαν σε 10, τουλάχιστον, μποφόρ.
Μετά την πτώση του φορτηγού ψυγείου στη θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στη θέση του και επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενέργεια για περίπου 15-20 λεπτά και κατόπιν, λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις, που στο τέλος οδήγησαν στη βύθισή του. Το πλοίο βυθίστηκε πρώτα με την πλώρη (κατά μαρτυρία ναυαγού).
Στις 01:59 από το πλοίο εξέπεμπε σήμα «ΧΑΝΟΜΕΝ ΔΕΞΙΑΝ ΠΟΡΤΑΝ ΓΚΑΡΑΖ///ΘΕΣΙΣ ΠΛΟΙΟΥ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ//» ενώ παράλληλα η κλίση αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και το πλοίο ανέκοπτε την ταχύτητά του.
Στις 02:05 εκπέμπεται ξανά σήμα S.O.S. και μόλις στις 02:07, περίπου μισή ώρα δηλαδή μετά την απώλεια του καταπέλτη, σήμανε συναγερμός τη στιγμή που το πλοίο σύμφωνα με τις μαρτυρίες βρισκόταν σε κλίση άνω των 30ο δεξιά, η οποία συνεχώς αυξανόταν. Από τη στιγμή αυτή και μετά, η ταχύτητα ανατροπής του πλοίου ήταν τόσο μεγάλη που καθιστούσε σχεδόν κάθε προσπάθεια σωτηρίας μάταιη.
Το τελευταίο σήμα «ΒΥΘΙΖΟΜΑΙ» από τον ασύρματο εκπέμπεται στις 02:12. Δύο φορές επαναλήφθηκε το σήμα κινδύνου που έφτασε στον παράκτιο σταθμό της Βάρης και ακολούθησε σιγή. Τρία λεπτά αργότερα το πλοίο είχε ανατραπεί.
Στις 02.06 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1966 ημέρα Πέμπτη εξέπεμψε το μήνυμα:
SOS, από Ηράκλειον, στίγμα μας 36° 52′ B., 24° 08 A., Βυθιζόμεθα
Σε άρθρο της εφημερίδας “Ρεθεμνιώτικα Νέα” αναφέρεται: “Μόλις στις 15 Δεκεμβρίου του 1975 ανακοινώθηκε ο ακριβής αριθμός των θυμάτων του ναυαγίου: 247 νεκροί”… “Tο πλοίο του Τυπάλδου «Ηράκλειον», ταξιδεύοντας με σφοδρή θαλασσοταραχή, βυθίστηκε ανοικτά της Φαλκονέρας, παρασύροντας στο θάνατο 247 επιβάτες. Από την παγωμένη θάλασσα ανασύρθηκαν (ζωντανά) μόνο 47 άτομα, κάτω από απερίγραπτες συνθήκες”. O Δήμαρχος Χανίων Κρήτης σε γραπτό δημοσιευθέν μήνυμά του για την επετειακή ημέρα 8-12-2013, αναφέρει: “Σαράντα επτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την αποφράδα ημέρα της 8ης Δεκεμβρίου του 1966 όταν στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας σημειώθηκε το ναυάγιο του επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου “Ηράκλειον”, στο υγρό τάφο του οποίου παρασύρθηκαν 273 ψυχές”.
Την 8-12-2013 επίσης στο Εθνικό Ίδρυμα Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Χανιά παρουσιάστηκε το βιβλίο του Γιώργου Τρανταλίδη με τίτλο: «Το ναυάγιο της Φαλκονέρας – Ηράκλειον». ‘Όπως υποστήριξε ο συγγραφέας, τα θύματα του « Ηράκλειον» όπως προκύπτει από δικά του στοιχεία ήταν 277 χωρίς σε αυτούς να συμπεριλαμβάνονται φυλακισμένοι και αθίγγανοι που βρισκόταν στο πλοίο. Στο βιβλίο υπάρχουν αφηγήσεις διασωθέντων, τα ονόματα των διασωθέντων και των επιβατών που έχασαν τη ζωή τους, καθώς και οι αποφάσεις των δικαστηρίων για τους υπαιτίους της ναυτικής τραγωδίας.
Οι βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές, γενικά συμφωνούν στον αριθμό όσων ναυαγών διασώθηκαν (47) και στον αριθμό των σωρών που βρέθηκαν και κηδεύτηκαν (μόλις 25 σωροί περισυνελέγησαν και κηδεύτηκαν) αναφέρουν όμως ενίοτε διαφορετικό αριθμό θυμάτων του τραγικού ναυαγίου, διαφορετικό μεταξύ τους, διαφορετικό κάποτε στο ίδιο άρθρο.
Ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος, αν και ήταν ο πρώτος που έπεσε στη θάλασσα φέροντας σωσίβιο, όπως είπαν οι διασωθέντες αξιωματικοί, ποτέ δεν βρέθηκε (επιζών ή η σωρός του).
Στο ίδιο όμως άρθρο, αρχικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι 273. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι θα θύματα του ναυαγίου είναι 224.,.
Με βάση άλλο δημοσίευμα οι νεκροί κατά τα επίσημα στοιχεία είναι 240. Πρόσφατη πτυχιακή εργασία σχετική με τα αίτια του ναυαγίου του Ε/Γ – Ο/Γ “Ηράκλειον” αναγράφει: “205 ταξιδιώτες και 65 μέλη του πληρώματος πέφτουν στα κρύα νερά του Αιγαίου, ανοικτά της Φαλκονέρας. 223 άτομα χάνουν τη ζωή τους ενώ μόλις 47 κατορθώνουν να επιβιώσουν (σελ. 9) ενώ στη σελ. 4 της ίδιας εργασίας αναγράφεται ο αριθμός θυμάτων σε 224: “Ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Δεκεμβρίου 1966, κοντά στην βραχονησίδα Φαλκονέρα (23 ν.μ. βορειοδυτικά της νήσου Μήλου), όταν το επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον», που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά – Πειραιάς, βυθίστηκε, λόγω ανοίγματος στη γάστρα άνωθεν του καταστρώματος στεγανών φρακτών και προοδευτικής κατάκλυσης του καταστρώματος οχημάτων, με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο 224 άνθρωποι (σελ. 4).
Στο ίδιο πόνημα όμως στην σελ. 14 παρατίθεται πίνακας, με αναφορά σε 217 θύματα! Αλλά στη σελ. 45 ο αριθμός υπολογίζεται σε 236, όπως συνάγεται από την φράση “Μέχρι το τέλος της επιχείρησης διάσωσης περισυλλέγησαν 47 ναυαγοί από τους 283 επιβαίνοντες” (μάλιστα σημειώνεται ότι τα στοιχεία είναι επίσημα από το πόρισμα της ΑΕΕΝΑ).
Το ότι δεν υπάρχει στα δημοσιεύματα, έντυπα και διαδικτυακά ένας ενιαία αποδεκτός αριθμός των θυμάτων, εξηγείται από μαρτυρία στην ίδια έρευνα και στην Εφημ. “Πατρίς”: “Πολλά τα θύματα και ανεξακρίβωτος ο αριθμός τους, καθώς οι περισσότεροι έκοβαν εισιτήριο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κι έτσι δεν αναφέρονταν στις λίστες των επιβατών.,.
Επίσης εξηγείται από την μαρτυρία ενός άλλου αυτόπτη μάρτυρα, ναυαγού που επέζησε: “(μετά το ναυάγιο) Λιμενάρχης, μου λέει κάποια ονόματα και με ρωτάει αν τους ξέρω, του λέω εγώ πως δεν ήξερα κανέναν τους. «Ξέρεις γιατί σε ρωτάω; Το λιμενικό έχει δικαίωμα να δίνει 3-4 δωρεάν εισιτήρια σε κάθε καράβι. Σε ερωτώ λοιπόν γιατί είχα δώσει σε αυτούς τα ελευθέρας… Σας το λέω όλο αυτό γιατί ούτε ξέρει κανείς πόσα ακριβώς ήταν τελικά τα θύματα από το ναυάγιο. Είχε μέσα Ατσιγγάννους και άλλους, Χανιώτες Ρεθεμνιώτες, πιο πολλοί ήταν Χανιώτες… Δεν είναι επακριβές το νούμερο, αλλά σας λέω ότι δε θα ήταν 500……46 γλιτώσαμε…”.
Στο προαναφερθέν βιβλίο του δικηγόρου συγγραφέα κ. Γιώργου Τρανταλίδη “στο προλογικό σημείωμά του, ο συγγραφέας… χρειάστηκε πολύχρονη έρευνα σε εφημερίδες και αρχεία, ώστε να συγκεντρωθούν όλες οι καταγεγραμμένες μαρτυρίες και ονόματα.
Από αυτή την έρευνα ανέκυψαν ορισμένα νεότερα συγκλονιστικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα ότι μέχρι σήμερα ο αριθμός των θυμάτων ναυαγίου παραμένει απροσδιόριστος, με σοβαρές ενδείξεις ότι ήταν πολύ μεγαλύτερος από τους 276, που αναφέρει ο συγγραφέας ή τους 215 σύμφωνα με άλλους μελετητές.
Αυτό το συγκλονιστικό στοιχείο προκύπτει από το γεγονός ότι μέσα στο πλοίο κανένας επιβάτης δεν ήταν καταγεγραμμένος και ανάμεσά τους υπήρχαν πολλοί Ρομά και κρατούμενοι, που χάθηκαν και είναι αμφίβολο εάν αναζητήθηκαν ποτέ και από κανέναν.
«Εκατοντάδες άνθρωποι χάθηκαν άδικα εκείνη την ημέρα. Πολύ περισσότεροι απ’ όσοι δηλώθηκαν τότες στα επίσημα κιτάπια», είχε πει ο Δημήτρης Γεωργακάκης, από τον Πλατανιά Κυδωνίας Χανίων. Και συνέχισε λέγοντας «Ντα μόνο οι γύφτοι που ήταν στο γκαράζ του πλοίου ξεπερνούσαν τους 150».
Λίγο παρακάτω, ο ίδιος, που ήταν οδηγός και γι’ αυτό βρισκόταν κοντά στο γκαράζ λέει: «Με το που ανοίγει η πόρτα φεύγουν στην θάλασσα όλοι οι γύφτοι (πάνω από 150) που ήταν στο γκαράζ και εμείς απού μπορεί κι απάνω του».
Νωρίτερα, επίσης είχε αποκαλύψει ότι «θυμάμαι ότι οι αστυνομικοί ήταν αλυσοδεμένοι με τους κρατούμενους, όμως, δεν έλυσαν ούτε έναν, γιατί δεν πίστευαν ότι θα βουλιάξει το καράβι».
«Με τη σκέψη στο γιο μου»
Μέσα σε λίγα μόλις λεπτά το πλοίο χάθηκε σε βάθος το οποίο υπολογίζεται στα 585 με 800 μέτρα. Δεκάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη θάλασσα παλεύοντας για να κρατηθούν στη ζωή. Πολύ περισσότεροι εγκλωβίστηκαν μέσα στις καμπίνες και πέθαναν αβοήθητοι.
Ένα κασόνι ήταν η σωτηρία για τον ίδιο και δύο ακόμη άνδρες ναυαγούς. Η κοπέλα που ήταν μαζί τους πνίγηκε, πριν προλάβουν να την ανασύρουν οι ναύτες του πολεμικού πλοίου “Σύρος”, που έσωσαν τους υπόλοιπους.
Η εικόνα της κοπέλας αυτής είναι η πιο οδυνηρή ανάμνηση για τον τότε μάχιμο σημαιοφόρο του “Σύρος” κ. Γιάννη Κοκκινόβραχο. «Δύο φορές προσπαθήσαμε να την ανεβάσουμε στο κατάστρωμα, αλλά ο γάντζος έφευγε. Την τρίτη φορά, όταν καταφέραμε να την πιάσουμε από το εσώρουχο, ήταν πλέον πολύ αργά. Τόσα χρόνια δεν ήθελα να το θυμάμαι. Η ανάμνηση αυτή είναι οδυνηρή. Νιώθω πως φταίω και εγώ που δεν τη σώσαμε».
Το υποτυπώδες τότε τμήμα επικοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας εις μάτην προσπαθούσε να αναζητήσει πλοία στη γύρω περιοχή του ναυαγίου. Τα Λιμεναρχεία Πειραιώς, Σύρου και Κρήτης ανέφεραν αδυναμία αποστολής μέσων για παροχή βοήθειας, αφού ούτε και ρυμουλκά για τέτοιες ανάγκες υπήρχαν. Δυστυχώς ούτε το Ε/Γ-Ο/Γ “Μίνως”, που έπλεε 15 μίλια βορειότερα, “άκουσε” το σήμα κινδύνου.
Στις 02:30 ενημερώνεται ο τότε Αρχηγός του Λιμενικού Σώματος για το τραγικό συμβάν και βεβαίως για όλες τις δυσχέρειες που το συνόδευαν. Ακολούθως ενημερώνεται ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και εκείνος με τη σειρά του ενημερώνει τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης.
Το τότε Αρχηγείο Ναυτικού (Πλατεία Κλαυθμώνος) αναφέρει ότι πολεμικό πλοίο που βρίσκεται στη Σύρο με σβηστές μηχανές θα χρειασθεί τουλάχιστον 3-4 ώρες για απόπλου συν εκείνες τις ώρες για να φθάσει στον τόπο του ναυαγίου. Οι ώρες περνούν και η αγωνία αρχίζει να κορυφώνεται, κάποια πλοία που έλαβαν το σήμα δηλώνουν αλλαγή πορείας τους προς το στίγμα του Ηράκλειον, απέχουν όμως πολύ, κάποια ανατολικά των Κυκλάδων, άλλο δυτικά της Καλαμάτας, και δύο αγγλικά πολεμικά ΒΑ της Κρήτης.
Στις 04:30 εμπλεκόμενοι Αρχηγοί και Υπουργοί βρίσκονται στις Υπηρεσίες για άμεση ενημέρωση, ενώ δίδεται εντολή απόπλου στο Α/Γ “Σύρος” του τότε Βασιλικού Ναυτικού. Γύρω στις 05:30 αποφασίζεται η γνωστοποίηση του συμβάντος στον τότε Πρωθυπουργό με όλες τις εξελίξεις και τις επιμέρους αδυναμίες. Μετά από κάποιες ενημερώσεις για τον μεγάλο χρόνο προσέγγισης των πλοίων που ήδη προστρέχουν, γύρω στις 06:00-06:30 ο τελευταίος ενημερώνει τον Βασιλιά Κωνσταντίνο στο Τατόι. Τότε ενημερώνεται και το Αρχηγείο Αεροπορίας.
Στις 07:20 μια Ντακότα απογειώνεται από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας και λίγα λεπτά μετά την ακολουθούν άλλες δύο.
Στις 09.45-10.00 η πρώτη Ντακότα φθάνει κοντά στο στίγμα, όπου και εντοπίζει το φορτηγό ψυγείο να επιπλέει, συνάμα στον ορίζοντα φαινόταν καθαρά το αγγλικό Ν/Κ Ashton που έσπευδε ολοταχώς. Τότε η Ντακότα άρχισε τους “κύκλους έρευνας-διάσωσης” σε συνεχώς μικρότερο ύψος, όταν ακούσθηκε ο πιλότος της δεύτερης Ντακότα σχεδόν να προστάζει: Μεγαλειότατε η πτήση σας είναι επικίνδυνη, πάρτε γρήγορα ύψος! Ο Κυβερνήτης του ASHTON αντιλαμβανόμενος περί τίνος επρόκειτο ακούγεται να δηλώνει: “Μεγαλειότατε η ASHTON στις διαταγές σας” Και η απάντηση –«Ευχαριστώ, ακολούθα με…», αρχίζοντας τις ρίψεις καπνογόνων και σωσιβίων, όπου, από αέρος, εντοπίζονταν ναυαγοί.
Στις 12:00 το τραγικό συμβάν έχει μαθευτεί σχεδόν σε όλο τον Πειραιά, πρώτοι οι συγγενείς που περίμεναν το πρωί το πλοίο έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στο κτήριο των πλοικτητών αδελφών Τυπάλδου στην ακτή Τζελέπη.
Στις 17.00 οι σειρήνες 10-12 ασθενοφόρων από την Αθήνα μέσω της οδού Πειραιώς κατέρχονται τις οδούς Γούναρη και Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ άλλα 7-8 ασθενοφόρα από την Τερψιθέα του Πειραιά, ‘οπου βρισκόταν ο σταθμός Πρώτων Βοηθειών του Πειραιά, κινούνται προς τον Άγιο Νικόλαο, όπου θα προσέγγιζε τελικά το πλοίο.
Η κυκλοφορία μπροστά στο Τελωνείο Πειραιά και γύρω από την εκκλησία του Αγ. Νικολάου είχε διακοπεί. Ώρα 19.00 έχει πια νυχτώσει και το Ν/Κ “Ashton” εισήλθε αργά στο λιμένα του Πειραιά που μετέφερε 2 διασωθέντες ναύτες, τους Αντώνιο Καμπούρη και Δημήτριο Οικονόμου από την Σητεία Κρήτης, καθώς και νεκρούς. Το ίδιο βράδυ παρασημοφορήθηκε ο Κυβερνήτης του Ν\Κ “Ashton” από τον Βασιλέα.
Την επόμενη μέρα το Βασιλικό ζεύγος συνοδευόμενο από τον Πρωθυπουργό και από 2-3 Υπουργούς επισκέφθηκαν ναυαγούς στο Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιώς, στον Ευαγγελισμό και στον Ερυθρό Σταυρό, όπου είχαν επίσης εισαχθεί.
Μετά το τραγικό αυτό ναυάγιο καθορίστηκαν μελέτες για δημιουργία επί τούτου θαλάμων επιχειρήσεων έρευνας διάσωσης τόσο στο ΥΕΝ όσο και στη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου, επίσης τότε καθορίστηκε ο θεσμός του “Σκοπούντος πλοίου” (ένα πολεμικό πλοίο από κάθε κατηγορία θα κάνει επιφυλακή 24ωρης ετοιμότητας στο Ναύσταθμο), καθώς και ο καθορισμός άδειας απόπλου σύμφωνα με τις υφιστάμενες κάθε φορά καιρικές συνθήκες και όχι “Κατά κρίσιν πλοιάρχου”.
Βέβαια η παρουσία του Βασιλέως στην έρευνα δεν ήταν για λόγους εντύπωσης και δημιουργίας ευμενών σχολίων, όπως τις απέδιδαν τότε οι εφημερίδες, αλλά για λόγους κατάρριψης ισχυρισμών της Τουρκίας που από το 1963 σε διεθνή φόρα υποστήριζε ότι η Ελλάδα αδυνατεί να παράσχει βοήθεια σε κινδυνεύοντα σκάφη στο Αιγαίο Πέλαγος, που ποτέ δεν είχαν δημοσιευθεί από τον ελληνικό τύπο στο εσωτερικό.
Τα πλοία που προσέτρεξαν τότε στο ναυάγιο ήταν το Ε/Γ-Ο/Γ Μίνως της εταιρείας Ευθυμιάδη, που ακολουθούσε το Ηράκλειον: είχε αποπλεύσει από τον λιμένα Ηρακλείου μετά τον απόπλου του Ηράκλειον από τα Χανιά. Επίσης το Χανιά, πλοίο της ίδιας εταιρείας του Ηράκλειον, το φινλανδικό Nula, το Δ/Ξ Aldebaran (ελληνικό), το ρωσικό Φ/Γ Ουρίσκ, το πολωνικό Φ/Γ Vako, το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton, το αγγλικό Α/Τ Levertog και το ελληνικό Α/Γ Σύρος του Β.Ν.
Την ημέρα που συμπληρώνονταν ακριβώς 3 χρόνια από το ναυάγιο, στις 8 Δεκεμβρίου 1969, συνέβη αεροπορικό δυστύχημα της Ολυμπιακής Αεροπορίας στην Κερατέα με 90 νεκρούς, σε πτήση από τα Χανιά προς την Αθήνα. Το γεγονός αυτό ώθησε την επόμενη μέρα το Δημοτικό Συμβούλιο Χανίων με ομόφωνη απόφασή του να κηρύξει την 8η Δεκεμβρίου, ως αποφράδα ημέρα για τα Χανιά. Κάθε χρόνο τελείται στην πόλη μνημόσυνο για την ανάπαυση των ψυχών των θυμάτων και από τις δύο αυτές τραγωδίες
ΠΗΓΗ http://agonaskritis.gr
(φέρυ-μπωτ κλειστού τύπου) που εκτελούσε την ακτοπλοϊκή συγκοινωνία Πειραιά – Χανιά και Πειραιά – Ηράκλειο (Κρήτη) την περίοδο 1965 – 1966, η κατάληξη του οποίου συνδέθηκε με τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα.
Στοιχεία του πλοίου
Ναυπηγήθηκε το 1949 στη Γλασκόβη της Σκοτίας στα ναυπηγεία Fairfield
Co Ltd για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας ως δεξαμενόπλοιο. Είχε
χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 πόδια, πλάτος 60 πόδια, και βύθισμα
36 πόδια ενώ έφερε μηχανή ατμοστροβίλων που του έδινε ταχύτητα 17
κόμβων. Εξυπηρετούσε τη γραμμή Αγγλίας-Βιρμανίας. Το αρχικό του όνομα
ήταν “Leicestershire” (Λέστερσαϊρ)."Sponsored links"
Το μοιραίο ταξίδι
Το βράδυ στις 7 Δεκεμβρίου 1966 και ενώ οι καιρικές συνθήκες ήταν
πολύ άσχημες, με τους ανέμους 9 μποφόρ, απέπλευσε στις 8.00μμ από τη
Σούδα της Κρήτης για Πειραιά, με πιθανή καθυστέρηση 2 ωρών για να
παραλάβει τη νταλίκα του θανάτου, όπως αργότερα χαρακτηρίσθηκε. (Τότε
δεν είχε ακόμη καθιερωθεί η απαγόρευση απόπλου ανάλογα με την κλίμακα
μπoφόρ, ίσχυε η κατ’ επιλογή του Πλοιάρχου, όπως συνεχίζει να ισχύει
σήμερα για εμπορικά πλοία και ιστιοφόρα). Πλοίαρχος του πλοίου ήταν ο
Εμμανουήλ Βερνίκος, με πλήρωμα 73 άντρες και 171 επιβάτες.Ενώ έπλεε στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας, στο Μυρτώο Πέλαγος, μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις, “μποτζαρίσματα”), το τελευταίο όχημα, φορτηγό ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια, που φορτώθηκε κάθετα προς το διάμηκες επίπεδο συμμετρίας του πλοίου, είτε γιατί δεν είχε εχμαθεί ασφαλώς λόγω βιασύνης απόπλου μετά την καθυστέρηση είτε γιατί η έχμασή του ήταν χαλαρή, άρχισε να κινείται και να προσκρούει στους πλευρικούς καταπέλτες, ο ένας εκ των οποίων, είτε γιατί δεν είχε ασφαλισθεί με τους πείρους είτε γιατί αυτό είχε γίνει πλημμελώς, πιθανώς για τους ίδιους παραπάνω λόγους, άνοιξε. Κατά μαρτυρίες, ο καταπέλτης άνοιξε σταδιακά από τις παλινδρομικές προσκρούσεις του φορτηγού-ψυγείου, γεγονός που επιβεβαιώνει τις ανωτέρω υποθέσεις ότι δεν είχε ασφαλισθεί σταθερά με τους 6 πείρους που διέθετε. Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε κι άνοιξε, το φορτηγό ψυγείο έπεσε στη θάλασσα η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο το χώρο των οχημάτων. Οι άνεμοι στη θαλάσσια περιοχή την ώρα του ναυαγίου υπολογίστηκαν σε 10, τουλάχιστον, μποφόρ.
Μετά την πτώση του φορτηγού ψυγείου στη θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στη θέση του και επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενέργεια για περίπου 15-20 λεπτά και κατόπιν, λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις, που στο τέλος οδήγησαν στη βύθισή του. Το πλοίο βυθίστηκε πρώτα με την πλώρη (κατά μαρτυρία ναυαγού).
Στις 01:59 από το πλοίο εξέπεμπε σήμα «ΧΑΝΟΜΕΝ ΔΕΞΙΑΝ ΠΟΡΤΑΝ ΓΚΑΡΑΖ///ΘΕΣΙΣ ΠΛΟΙΟΥ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ//» ενώ παράλληλα η κλίση αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και το πλοίο ανέκοπτε την ταχύτητά του.
Στις 02:05 εκπέμπεται ξανά σήμα S.O.S. και μόλις στις 02:07, περίπου μισή ώρα δηλαδή μετά την απώλεια του καταπέλτη, σήμανε συναγερμός τη στιγμή που το πλοίο σύμφωνα με τις μαρτυρίες βρισκόταν σε κλίση άνω των 30ο δεξιά, η οποία συνεχώς αυξανόταν. Από τη στιγμή αυτή και μετά, η ταχύτητα ανατροπής του πλοίου ήταν τόσο μεγάλη που καθιστούσε σχεδόν κάθε προσπάθεια σωτηρίας μάταιη.
Το τελευταίο σήμα «ΒΥΘΙΖΟΜΑΙ» από τον ασύρματο εκπέμπεται στις 02:12. Δύο φορές επαναλήφθηκε το σήμα κινδύνου που έφτασε στον παράκτιο σταθμό της Βάρης και ακολούθησε σιγή. Τρία λεπτά αργότερα το πλοίο είχε ανατραπεί.
Στις 02.06 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1966 ημέρα Πέμπτη εξέπεμψε το μήνυμα:
"Sponsored links"
Ο αριθμός των θυμάτων του Ναυαγίου
Επώνυμες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των θυμάτων σε 247 ή 273 ή 277 (ίσως και πλέον).Σε άρθρο της εφημερίδας “Ρεθεμνιώτικα Νέα” αναφέρεται: “Μόλις στις 15 Δεκεμβρίου του 1975 ανακοινώθηκε ο ακριβής αριθμός των θυμάτων του ναυαγίου: 247 νεκροί”… “Tο πλοίο του Τυπάλδου «Ηράκλειον», ταξιδεύοντας με σφοδρή θαλασσοταραχή, βυθίστηκε ανοικτά της Φαλκονέρας, παρασύροντας στο θάνατο 247 επιβάτες. Από την παγωμένη θάλασσα ανασύρθηκαν (ζωντανά) μόνο 47 άτομα, κάτω από απερίγραπτες συνθήκες”. O Δήμαρχος Χανίων Κρήτης σε γραπτό δημοσιευθέν μήνυμά του για την επετειακή ημέρα 8-12-2013, αναφέρει: “Σαράντα επτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την αποφράδα ημέρα της 8ης Δεκεμβρίου του 1966 όταν στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας σημειώθηκε το ναυάγιο του επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου “Ηράκλειον”, στο υγρό τάφο του οποίου παρασύρθηκαν 273 ψυχές”.
Την 8-12-2013 επίσης στο Εθνικό Ίδρυμα Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Χανιά παρουσιάστηκε το βιβλίο του Γιώργου Τρανταλίδη με τίτλο: «Το ναυάγιο της Φαλκονέρας – Ηράκλειον». ‘Όπως υποστήριξε ο συγγραφέας, τα θύματα του « Ηράκλειον» όπως προκύπτει από δικά του στοιχεία ήταν 277 χωρίς σε αυτούς να συμπεριλαμβάνονται φυλακισμένοι και αθίγγανοι που βρισκόταν στο πλοίο. Στο βιβλίο υπάρχουν αφηγήσεις διασωθέντων, τα ονόματα των διασωθέντων και των επιβατών που έχασαν τη ζωή τους, καθώς και οι αποφάσεις των δικαστηρίων για τους υπαιτίους της ναυτικής τραγωδίας.
Οι βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές, γενικά συμφωνούν στον αριθμό όσων ναυαγών διασώθηκαν (47) και στον αριθμό των σωρών που βρέθηκαν και κηδεύτηκαν (μόλις 25 σωροί περισυνελέγησαν και κηδεύτηκαν) αναφέρουν όμως ενίοτε διαφορετικό αριθμό θυμάτων του τραγικού ναυαγίου, διαφορετικό μεταξύ τους, διαφορετικό κάποτε στο ίδιο άρθρο.
Ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος, αν και ήταν ο πρώτος που έπεσε στη θάλασσα φέροντας σωσίβιο, όπως είπαν οι διασωθέντες αξιωματικοί, ποτέ δεν βρέθηκε (επιζών ή η σωρός του).
Συζήτηση για τον ακριβή αριθμό των επιβαινόντων και των θυμάτων
Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται ανωτέρω, δημοσιεύονται κι
αναδημοσιεύονται αρκετές άλλες εκδοχές για τα θύματα του τραγικού
ναυαγίου του Ε/Γ – Ο/Γ “Ηράκλειον” στην Φαλκονέρα, την 8-12-1966. Μια
εκδοχή: Από τους 73 ναυτικούς (πλήρωμα) του πλοίου και τους 191 επιβάτες
σώθηκαν μόνο 46, (16 από το πλήρωμα και 30 επιβάτες): Οι υπόλοιποι 217
πνίγηκαν.Στο ίδιο όμως άρθρο, αρχικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι 273. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι θα θύματα του ναυαγίου είναι 224.,.
Με βάση άλλο δημοσίευμα οι νεκροί κατά τα επίσημα στοιχεία είναι 240. Πρόσφατη πτυχιακή εργασία σχετική με τα αίτια του ναυαγίου του Ε/Γ – Ο/Γ “Ηράκλειον” αναγράφει: “205 ταξιδιώτες και 65 μέλη του πληρώματος πέφτουν στα κρύα νερά του Αιγαίου, ανοικτά της Φαλκονέρας. 223 άτομα χάνουν τη ζωή τους ενώ μόλις 47 κατορθώνουν να επιβιώσουν (σελ. 9) ενώ στη σελ. 4 της ίδιας εργασίας αναγράφεται ο αριθμός θυμάτων σε 224: “Ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Δεκεμβρίου 1966, κοντά στην βραχονησίδα Φαλκονέρα (23 ν.μ. βορειοδυτικά της νήσου Μήλου), όταν το επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον», που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά – Πειραιάς, βυθίστηκε, λόγω ανοίγματος στη γάστρα άνωθεν του καταστρώματος στεγανών φρακτών και προοδευτικής κατάκλυσης του καταστρώματος οχημάτων, με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο 224 άνθρωποι (σελ. 4).
Στο ίδιο πόνημα όμως στην σελ. 14 παρατίθεται πίνακας, με αναφορά σε 217 θύματα! Αλλά στη σελ. 45 ο αριθμός υπολογίζεται σε 236, όπως συνάγεται από την φράση “Μέχρι το τέλος της επιχείρησης διάσωσης περισυλλέγησαν 47 ναυαγοί από τους 283 επιβαίνοντες” (μάλιστα σημειώνεται ότι τα στοιχεία είναι επίσημα από το πόρισμα της ΑΕΕΝΑ).
Το ότι δεν υπάρχει στα δημοσιεύματα, έντυπα και διαδικτυακά ένας ενιαία αποδεκτός αριθμός των θυμάτων, εξηγείται από μαρτυρία στην ίδια έρευνα και στην Εφημ. “Πατρίς”: “Πολλά τα θύματα και ανεξακρίβωτος ο αριθμός τους, καθώς οι περισσότεροι έκοβαν εισιτήριο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κι έτσι δεν αναφέρονταν στις λίστες των επιβατών.,.
Επίσης εξηγείται από την μαρτυρία ενός άλλου αυτόπτη μάρτυρα, ναυαγού που επέζησε: “(μετά το ναυάγιο) Λιμενάρχης, μου λέει κάποια ονόματα και με ρωτάει αν τους ξέρω, του λέω εγώ πως δεν ήξερα κανέναν τους. «Ξέρεις γιατί σε ρωτάω; Το λιμενικό έχει δικαίωμα να δίνει 3-4 δωρεάν εισιτήρια σε κάθε καράβι. Σε ερωτώ λοιπόν γιατί είχα δώσει σε αυτούς τα ελευθέρας… Σας το λέω όλο αυτό γιατί ούτε ξέρει κανείς πόσα ακριβώς ήταν τελικά τα θύματα από το ναυάγιο. Είχε μέσα Ατσιγγάννους και άλλους, Χανιώτες Ρεθεμνιώτες, πιο πολλοί ήταν Χανιώτες… Δεν είναι επακριβές το νούμερο, αλλά σας λέω ότι δε θα ήταν 500……46 γλιτώσαμε…”.
Στο προαναφερθέν βιβλίο του δικηγόρου συγγραφέα κ. Γιώργου Τρανταλίδη “στο προλογικό σημείωμά του, ο συγγραφέας… χρειάστηκε πολύχρονη έρευνα σε εφημερίδες και αρχεία, ώστε να συγκεντρωθούν όλες οι καταγεγραμμένες μαρτυρίες και ονόματα.
Από αυτή την έρευνα ανέκυψαν ορισμένα νεότερα συγκλονιστικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα ότι μέχρι σήμερα ο αριθμός των θυμάτων ναυαγίου παραμένει απροσδιόριστος, με σοβαρές ενδείξεις ότι ήταν πολύ μεγαλύτερος από τους 276, που αναφέρει ο συγγραφέας ή τους 215 σύμφωνα με άλλους μελετητές.
Αυτό το συγκλονιστικό στοιχείο προκύπτει από το γεγονός ότι μέσα στο πλοίο κανένας επιβάτης δεν ήταν καταγεγραμμένος και ανάμεσά τους υπήρχαν πολλοί Ρομά και κρατούμενοι, που χάθηκαν και είναι αμφίβολο εάν αναζητήθηκαν ποτέ και από κανέναν.
«Εκατοντάδες άνθρωποι χάθηκαν άδικα εκείνη την ημέρα. Πολύ περισσότεροι απ’ όσοι δηλώθηκαν τότες στα επίσημα κιτάπια», είχε πει ο Δημήτρης Γεωργακάκης, από τον Πλατανιά Κυδωνίας Χανίων. Και συνέχισε λέγοντας «Ντα μόνο οι γύφτοι που ήταν στο γκαράζ του πλοίου ξεπερνούσαν τους 150».
Λίγο παρακάτω, ο ίδιος, που ήταν οδηγός και γι’ αυτό βρισκόταν κοντά στο γκαράζ λέει: «Με το που ανοίγει η πόρτα φεύγουν στην θάλασσα όλοι οι γύφτοι (πάνω από 150) που ήταν στο γκαράζ και εμείς απού μπορεί κι απάνω του».
Νωρίτερα, επίσης είχε αποκαλύψει ότι «θυμάμαι ότι οι αστυνομικοί ήταν αλυσοδεμένοι με τους κρατούμενους, όμως, δεν έλυσαν ούτε έναν, γιατί δεν πίστευαν ότι θα βουλιάξει το καράβι».
«Με τη σκέψη στο γιο μου»
Μέσα σε λίγα μόλις λεπτά το πλοίο χάθηκε σε βάθος το οποίο υπολογίζεται στα 585 με 800 μέτρα. Δεκάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη θάλασσα παλεύοντας για να κρατηθούν στη ζωή. Πολύ περισσότεροι εγκλωβίστηκαν μέσα στις καμπίνες και πέθαναν αβοήθητοι.
Η πάλη με τα κύματα
Ο κ. Σταύρος Λαγωνικάκης, από τους λίγους επιβάτες που διασώθηκαν, με
τη σκέψη του να γυρίζει γύρω από το λίγων μηνών γιο του, περιγράφει πώς
κατάφερε να σωθεί: «Από τα μεσάνυχτα μέχρι περίπου τις 2 το πρωί άκουγα
βαρέλια να χτυπούν στα αμπάρια λόγω του έντονου κυματισμού. Όταν το
καμπανάκι του κινδύνου ήχησε, δε θα καταλάβαινα ότι το σκάφος βυθιζόταν
αν δεν πήγαινα να σηκωθώ και να διαπιστώσω ότι όλα είχαν γυρίσει σχεδόν
ανάποδα. Μέχρι να φτάσω στο σαλόνι περπατώντας – κυριολεκτικά στα
τέσσερα – τα φώτα έσβησαν. Κατάφερα να πεταχτώ έξω, μόνο και μόνο γιατί
είχα εντοπίσει πού ήταν το πλατύσκαλο».Ένα κασόνι ήταν η σωτηρία για τον ίδιο και δύο ακόμη άνδρες ναυαγούς. Η κοπέλα που ήταν μαζί τους πνίγηκε, πριν προλάβουν να την ανασύρουν οι ναύτες του πολεμικού πλοίου “Σύρος”, που έσωσαν τους υπόλοιπους.
Η εικόνα της κοπέλας αυτής είναι η πιο οδυνηρή ανάμνηση για τον τότε μάχιμο σημαιοφόρο του “Σύρος” κ. Γιάννη Κοκκινόβραχο. «Δύο φορές προσπαθήσαμε να την ανεβάσουμε στο κατάστρωμα, αλλά ο γάντζος έφευγε. Την τρίτη φορά, όταν καταφέραμε να την πιάσουμε από το εσώρουχο, ήταν πλέον πολύ αργά. Τόσα χρόνια δεν ήθελα να το θυμάμαι. Η ανάμνηση αυτή είναι οδυνηρή. Νιώθω πως φταίω και εγώ που δεν τη σώσαμε».
Χρονικό διάσωσης
Δύο φορές επαναλήφθηκε το σήμα κινδύνου και ακολούθησε σιγή.Το υποτυπώδες τότε τμήμα επικοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας εις μάτην προσπαθούσε να αναζητήσει πλοία στη γύρω περιοχή του ναυαγίου. Τα Λιμεναρχεία Πειραιώς, Σύρου και Κρήτης ανέφεραν αδυναμία αποστολής μέσων για παροχή βοήθειας, αφού ούτε και ρυμουλκά για τέτοιες ανάγκες υπήρχαν. Δυστυχώς ούτε το Ε/Γ-Ο/Γ “Μίνως”, που έπλεε 15 μίλια βορειότερα, “άκουσε” το σήμα κινδύνου.
Στις 02:30 ενημερώνεται ο τότε Αρχηγός του Λιμενικού Σώματος για το τραγικό συμβάν και βεβαίως για όλες τις δυσχέρειες που το συνόδευαν. Ακολούθως ενημερώνεται ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και εκείνος με τη σειρά του ενημερώνει τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης.
Το τότε Αρχηγείο Ναυτικού (Πλατεία Κλαυθμώνος) αναφέρει ότι πολεμικό πλοίο που βρίσκεται στη Σύρο με σβηστές μηχανές θα χρειασθεί τουλάχιστον 3-4 ώρες για απόπλου συν εκείνες τις ώρες για να φθάσει στον τόπο του ναυαγίου. Οι ώρες περνούν και η αγωνία αρχίζει να κορυφώνεται, κάποια πλοία που έλαβαν το σήμα δηλώνουν αλλαγή πορείας τους προς το στίγμα του Ηράκλειον, απέχουν όμως πολύ, κάποια ανατολικά των Κυκλάδων, άλλο δυτικά της Καλαμάτας, και δύο αγγλικά πολεμικά ΒΑ της Κρήτης.
Στις 04:30 εμπλεκόμενοι Αρχηγοί και Υπουργοί βρίσκονται στις Υπηρεσίες για άμεση ενημέρωση, ενώ δίδεται εντολή απόπλου στο Α/Γ “Σύρος” του τότε Βασιλικού Ναυτικού. Γύρω στις 05:30 αποφασίζεται η γνωστοποίηση του συμβάντος στον τότε Πρωθυπουργό με όλες τις εξελίξεις και τις επιμέρους αδυναμίες. Μετά από κάποιες ενημερώσεις για τον μεγάλο χρόνο προσέγγισης των πλοίων που ήδη προστρέχουν, γύρω στις 06:00-06:30 ο τελευταίος ενημερώνει τον Βασιλιά Κωνσταντίνο στο Τατόι. Τότε ενημερώνεται και το Αρχηγείο Αεροπορίας.
Στις 07:20 μια Ντακότα απογειώνεται από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας και λίγα λεπτά μετά την ακολουθούν άλλες δύο.
Στις 09.45-10.00 η πρώτη Ντακότα φθάνει κοντά στο στίγμα, όπου και εντοπίζει το φορτηγό ψυγείο να επιπλέει, συνάμα στον ορίζοντα φαινόταν καθαρά το αγγλικό Ν/Κ Ashton που έσπευδε ολοταχώς. Τότε η Ντακότα άρχισε τους “κύκλους έρευνας-διάσωσης” σε συνεχώς μικρότερο ύψος, όταν ακούσθηκε ο πιλότος της δεύτερης Ντακότα σχεδόν να προστάζει: Μεγαλειότατε η πτήση σας είναι επικίνδυνη, πάρτε γρήγορα ύψος! Ο Κυβερνήτης του ASHTON αντιλαμβανόμενος περί τίνος επρόκειτο ακούγεται να δηλώνει: “Μεγαλειότατε η ASHTON στις διαταγές σας” Και η απάντηση –«Ευχαριστώ, ακολούθα με…», αρχίζοντας τις ρίψεις καπνογόνων και σωσιβίων, όπου, από αέρος, εντοπίζονταν ναυαγοί.
Στις 12:00 το τραγικό συμβάν έχει μαθευτεί σχεδόν σε όλο τον Πειραιά, πρώτοι οι συγγενείς που περίμεναν το πρωί το πλοίο έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στο κτήριο των πλοικτητών αδελφών Τυπάλδου στην ακτή Τζελέπη.
Στις 17.00 οι σειρήνες 10-12 ασθενοφόρων από την Αθήνα μέσω της οδού Πειραιώς κατέρχονται τις οδούς Γούναρη και Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ άλλα 7-8 ασθενοφόρα από την Τερψιθέα του Πειραιά, ‘οπου βρισκόταν ο σταθμός Πρώτων Βοηθειών του Πειραιά, κινούνται προς τον Άγιο Νικόλαο, όπου θα προσέγγιζε τελικά το πλοίο.
Η κυκλοφορία μπροστά στο Τελωνείο Πειραιά και γύρω από την εκκλησία του Αγ. Νικολάου είχε διακοπεί. Ώρα 19.00 έχει πια νυχτώσει και το Ν/Κ “Ashton” εισήλθε αργά στο λιμένα του Πειραιά που μετέφερε 2 διασωθέντες ναύτες, τους Αντώνιο Καμπούρη και Δημήτριο Οικονόμου από την Σητεία Κρήτης, καθώς και νεκρούς. Το ίδιο βράδυ παρασημοφορήθηκε ο Κυβερνήτης του Ν\Κ “Ashton” από τον Βασιλέα.
Την επόμενη μέρα το Βασιλικό ζεύγος συνοδευόμενο από τον Πρωθυπουργό και από 2-3 Υπουργούς επισκέφθηκαν ναυαγούς στο Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιώς, στον Ευαγγελισμό και στον Ερυθρό Σταυρό, όπου είχαν επίσης εισαχθεί.
Μετά το τραγικό αυτό ναυάγιο καθορίστηκαν μελέτες για δημιουργία επί τούτου θαλάμων επιχειρήσεων έρευνας διάσωσης τόσο στο ΥΕΝ όσο και στη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου, επίσης τότε καθορίστηκε ο θεσμός του “Σκοπούντος πλοίου” (ένα πολεμικό πλοίο από κάθε κατηγορία θα κάνει επιφυλακή 24ωρης ετοιμότητας στο Ναύσταθμο), καθώς και ο καθορισμός άδειας απόπλου σύμφωνα με τις υφιστάμενες κάθε φορά καιρικές συνθήκες και όχι “Κατά κρίσιν πλοιάρχου”.
Βέβαια η παρουσία του Βασιλέως στην έρευνα δεν ήταν για λόγους εντύπωσης και δημιουργίας ευμενών σχολίων, όπως τις απέδιδαν τότε οι εφημερίδες, αλλά για λόγους κατάρριψης ισχυρισμών της Τουρκίας που από το 1963 σε διεθνή φόρα υποστήριζε ότι η Ελλάδα αδυνατεί να παράσχει βοήθεια σε κινδυνεύοντα σκάφη στο Αιγαίο Πέλαγος, που ποτέ δεν είχαν δημοσιευθεί από τον ελληνικό τύπο στο εσωτερικό.
Τα πλοία που προσέτρεξαν τότε στο ναυάγιο ήταν το Ε/Γ-Ο/Γ Μίνως της εταιρείας Ευθυμιάδη, που ακολουθούσε το Ηράκλειον: είχε αποπλεύσει από τον λιμένα Ηρακλείου μετά τον απόπλου του Ηράκλειον από τα Χανιά. Επίσης το Χανιά, πλοίο της ίδιας εταιρείας του Ηράκλειον, το φινλανδικό Nula, το Δ/Ξ Aldebaran (ελληνικό), το ρωσικό Φ/Γ Ουρίσκ, το πολωνικό Φ/Γ Vako, το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton, το αγγλικό Α/Τ Levertog και το ελληνικό Α/Γ Σύρος του Β.Ν.
Ενδιαφέροντα
Ένα από τα διεθνή ναυτικά έθιμα είναι η μη ενόχληση ναυαγίων τα οποία έχουν γίνει «υγροί τάφοι».Την ημέρα που συμπληρώνονταν ακριβώς 3 χρόνια από το ναυάγιο, στις 8 Δεκεμβρίου 1969, συνέβη αεροπορικό δυστύχημα της Ολυμπιακής Αεροπορίας στην Κερατέα με 90 νεκρούς, σε πτήση από τα Χανιά προς την Αθήνα. Το γεγονός αυτό ώθησε την επόμενη μέρα το Δημοτικό Συμβούλιο Χανίων με ομόφωνη απόφασή του να κηρύξει την 8η Δεκεμβρίου, ως αποφράδα ημέρα για τα Χανιά. Κάθε χρόνο τελείται στην πόλη μνημόσυνο για την ανάπαυση των ψυχών των θυμάτων και από τις δύο αυτές τραγωδίες
ΠΗΓΗ http://agonaskritis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου