Από sembreviva2.blogspot.com
Οι βοσκοί ήταν οι πιο
αξιοθρήνητοι από τους ήρωες του παραμυθιού μας. Τι τους είχαν πει οι
έμποροι; τους είχαν πει ότι στα χλοερά βοσκοτόπια είχε εμφανιστεί ένα
κακό χορταράκι, λέει, που θα ήταν πολύ επικίνδυνο να το φάνε τα
προβατάκια. Και όντως έτσι ήταν. Ήταν θανατηφόρο. Μα γνώριζαν πολύ καλά
και οι βοσκοί απο την μεριά τους, ότι αυτό το χορταράκι δεν μπορεί να
πειράξει στο ελάχιστο τα προβατάκια τους. Γιατί; Διότι κάθε μέρα τους
δίναν μια υπερ-βιταμίνη. Αυτή η υπερ-βιταμίνη τα έκανε άτρωτα τα
προβατάκια. Ουσιαστικά δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας. Μα τι έπαθαν οι
άμοιροι; Λίγο οι μαλαγανιές των εμπόρων, λίγο οι παρατρεχάμενοι
κτηνίατροι, λίγο η μόδα, λίγο η μάζα.... και την πάτησαν. Όχι δεν τους
δικαιολογώ. Θα έπρεπε να είχαν πάρει εξ' αρχής τις ξύλινες βαριές
γκλίτσες τους και να τους είχαν εξαποστείλει τους φθονερούς εμπόρους και
το σινάφι τους. Μα ... λες και είχαν υπνωτιστεί. Έτσι φθάσαν τα
προβατάκια να μαραζώνουν στο μαντρί.
Μα ας πλησιάσουμε λίγο
στο κονάκι. Απ' έξω στην ξύλινη βεραντούλα κάθονταν δυο-τρεις βοσκοί
γυρμένοι στις γκλίτσες τους. Μια ξεφύσαγαν, μια βλέπανε με ντροπή τα
προβατάκια κάτω στο μαντρί, μια χτυπούσαν το ξύλινο πάτωμα της
βεραντούλας. Αυτό. Μέχρι εκεί. Αναγνωρίζαν την μεγάλη τους ευθύνη.
Μέσα στο κονάκι γινόταν
πανηγύρι. Στο βάθος του δωματίου δυο τραπέζια ήταν τα πιο φασαριόζικα.
Στο ένα είχαν κάτσει οι έμποροι και κάποιοι βοσκοί που είχαν βγάλει τις
κάπες τους. Γέλαγαν και χαχάνιζαν. Οι βοσκοί μας συμπεριφέρονταν και
αντέγραφαν μιμητικά τους τρόπους των εμπόρων. Πόσο αστείοι ήταν. Ούτε
βοσκοί, ούτε έμποροι. Στο διπλανό τραπέζι κάθονταν οι επιστήμονες.
Συγκρατημένο στιλ, προσποιητή ευγένεια και αέρας... αριστοκρατίας. Και
'κει κάποιοι βοσκοί ξεδίπλωναν τις περγαμηνές τους με κρυφή καύχηση,
μπροστά στους κτηνιάτρους. Κοιτάξτε και μας, κάτι ξέρουμε
από επιστήμη...! Τα μπροστινά τραπέζια φιλοξενούσαν μόνο βοσκούς.
Επικρατούσε ένα πνεύμα αμηχανίας. Πλαστικά χαμόγελα που διαδέχονταν
χαλαρά σχόλια. Πολυλογίες που διαδέχονταν νεύρα, και μετά πάλι χαμόγελα.
Περίεργες καταστάσεις. Η συνείδηση, τους κοπανούσε ανελέητα. Εικόνες με
τα αγαπημένα τους προβατάκια σε άλλες εποχές γυρνούσαν στο κεφάλι τους.
Κάποια από τα προβατάκια τα είχαν από μικρά με το μπιμπερό. Για κάποια
είχαν βάλει σε κίνδυνο την ίδια την ζωή τους οι βοσκοί εκεί στα
απότομα βράχια και στα γλιστερά μονοπάτια. Τα αγαπούσαν, μα πως
ξεγελάστηκαν έτσι; Πως θόλωσε το κεφάλι τους; Όλοι είχαν ακουμπήσει τις
γκλίτσες στους τοίχους. Οι καημένες οι γκλίτσες... και αυτές με την
σειρά τους θυμούνταν τις μέρες δόξας, και βγάζαν ρόζους από την λύπη
τους. Μωρέ, αν είχαν την δύναμη θα σηκωνόντουσαν μόνες τους και όποιον
πάρει, και όπου τον βρει. Μα ακόμη και αυτές, κάναν υπακοή.
Παιδιά τι λέτε να βγούμε
από το κονάκι; Πολύ κλεισούρα. Να πάρουμε λίγο φρέσκο αέρα; Τι λέτε;
Άϊντε, και αύριο θα σας πω για τα μυστικά σχέδια των ατάκτων. Τα παιδιά
κυρίως τα μικρότερα χαρήκαν. Στο κρεβάτι που έπεσαν λίγο αργότερα, είχαν
ήδη ξεχάσει τους βοσκούς και κάναν σχέδια απόδρασης. Τα αγαπούσαν
πάρα πολύ τα άτακτα προβατάκια. Πόσο θα θέλανε να τους μοιάσουν!!!
παπα-Παύλος Καλλίκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου