Η ψυχολόγος Γεωργία Κορδώνη γράφει για την Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών και της Παράνομης Διακίνησής τους αλλά και για τις θεραπευτικές κοινότητες του ΚΕΘΕΑ.
Η 26η Ιουνίου καθιερώθηκε ως «Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών και της Παράνομης Διακίνησής τους» στις 7 Δεκεμβρίου του 1987 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με σκοπό να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη απέναντι στα ναρκωτικά.
Τα ναρκωτικά ως κατεξοχήν εθιστική ουσία έχουν πια ευρεία εξάπλωση, πλήττοντας συνήθως ευάλωτες ομάδες, όπως οι νέοι, αλλά και όλων των ηλικιών και κοινωνικών ομάδων άτομα.
Πώς δημιουργείται όμως ο εθισμός από τα ναρκωτικά και πού οφείλεται;
Αιτίες του εθισμού
Οι βασικές υποθέσεις, που έχουν διατυπωθεί για τον εθισμό είναι δύο. Η μια βασίζεται στην προσωπική επιλογή και η άλλη στην κληρονομικότητα. Σύμφωνα με την πρώτη θεωρία έχει δομηθεί και η νομική στάση της κοινωνίας απέναντι στη χρήση ναρκωτικών, καθώς η κατοχή τους είναι μια πράξη, που διώκεται. Η δεύτερη θεωρία, αυτή της κληρονομικότητας, βγάζει εκτός την προσωπική επιλογή του ατόμου, καθώς η κληρονομικότητα είναι κάτι που δεν μπορεί να ελέγξει και να παρέμβει το άτομο, αλλά που παραλαμβάνει έτοιμο. Σύμφωνα με την δεύτερη θεωρία, μπορεί να μην κατηγορείται το ίδιο το υποκείμενο που κάνει την χρήση, αλλά ταυτόχρονα του αφαιρείται και η δυνατότητα να αλλάξει την ροή της ζωής του. Καμία από τις δυο αυτές θεωρίες, ωστόσο, δεν δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις επιδράσεις της κοινωνίας και του οικογενειακού περιβάλλοντος
Αν κοιτάξουμε καλύτερα γύρω μας θα δούμε όμως ότι οι εξαρτήσεις είναι πολύ περισσότερο κοινωνικό φαινόμενο παρά προσωπική επιλογή ή αποτέλεσμα κληρονομικότητας. Κανένας από εμάς δεν επέλεξε το που, πως, από ποιους και κάτω από ποιες συνθήκες θα γεννηθεί. Και καθώς οι κοινωνικές συνθήκες που μεγαλώνει κανείς, όπως το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, η φτώχεια, η ανεργία, το βιοτικό επίπεδο του τόπου διαμονής του, η σχέση των γονέων του με τους εθισμούς, το σχολείο ακόμα και οι πολιτικές συνθήκες της εποχής επηρεάζουν σημαντικά την προσωπικότητα του ατόμου είναι αμφίβολο κατά πόσο προσωπική επιλογή του ατόμου αποτελεί η χρήση ουσιών. Από την άλλη η κληρονομικότητα, ακόμη και αν υπάρχει, μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά από τους παράγοντες του περιβάλλοντος του κάθε ατόμου. Το περιβάλλον έχει πολύ ισχυρή επίδραση στο άτομο, για αυτό και το θέμα της εξάρτησης δεν μπορεί παρά να είναι και ένα κοινωνικό φαινόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως οι εξαρτήσεις εγκαθίστανται πιο συχνά σε πληθυσμούς με υψηλά ποσοστά φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον παράδειγμα για το πώς οι κοινωνικές συνθήκες επηρεάζουν την εξάρτηση αλλά και την απεξάρτηση από τα ναρκωτικά αφορά τις γυναίκες, οι οποίες στη σημερινή κοινωνία φαίνεται να είναι ακόμη πιο ευάλωτες, λόγω των διακρίσεων που έχουν να αντιμετωπίσουν. Μια ακόμη ανισότητα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες χρήστριες ουσιών είναι και το δικαίωμα τους στην απεξάρτηση. Έχει παρατηρηθεί πως μόνο 1 στα 5 άτομα που φτάνουν να ζητήσουν θεραπεία και απεξάρτηση είναι γυναίκα. Και αυτό συμβαίνει διότι η κοινωνική κατακραυγή για μια εξαρτημένη γυναίκα είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με έναν άντρα. Ειδικά στις περιπτώσεις που είναι μητέρες, φοβούνται πως θα χάσουν την επιμέλεια των παιδιών τους, καθώς δεν υπάρχουν ειδικές δομές που να τις υποστηρίζουν με την ανατροφή των παιδιών τους καθώς αυτές βρίσκονται σε θεραπεία.
Ο εθισμός σήμερα
Φέτος η Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών ίσως να είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Επίκαιρη όμως γιατί;
Ο πρώτος λόγος είναι πως η χρήση ουσιών έχει παρουσιάσει τεράστια αύξηση εδώ και 1,5 χρόνο που διανύουμε μια παγκόσμια πανδημία. Η παράνομη διακίνηση των ουσιών φαίνεται πως δεν εμποδίστηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας, αλλά αντίθετα βρήκε τρόπο να αυξηθεί ακόμα και μέσα στο lockdown. Η αύξηση ξεκίνησε από το πρώτο lockdown τον Μάρτιο, παρουσίασε άνοδο 20% κατά το δεύτερο κύμα του κορονοϊού μεταξύ Σεπτέμβρη και Δεκέμβρη και κορυφώθηκε κατά το τρίτο κύμα.
Ο δεύτερος λόγος που κάνει την σημερινή ημέρα αρκετά επίκαιρη είναι οι αλλαγές που τέθηκαν υπό συζήτηση σχεδόν πριν δύο μήνες σχετικά με το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ). Οι αλλαγές αυτές ήταν ένα χτύπημα στα στεγνά κοινοτικά προγράμματα απεξάρτησης από τη χρήση ουσιών, καθώς το ΚΕΘΕΑ αντιμετωπίζει τη χρήση ουσιών χωρίς τη χορήγηση υποκαταστάτων, αλλά με την σημαντική συμβολή της οικογένειας και της κοινωνίας. Οι σημαντικές αλλαγές που τέθηκαν στο τραπέζι τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν ύστερα από έντονη αντίδραση των εργαζομένων αλλά και μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Αυτές αφορούσαν κυρίως τις θεραπευτικές κοινότητες, οι οποίες πήγαν να αντικατασταθούν από ξενώνες αλλά και συγχωνεύσεις προγραμμάτων. Δικαίως, λοιπόν, υπήρξαν τόσες αντιδράσεις, καθώς η ψυχοκοινωνική προσέγγιση των θεραπευτικών κοινοτήτων είναι ένα από το πιο σημαντικά μοντέλα διεθνώς για την επίτευξη της απεξάρτησης και την επανένταξη των εξαρτημένων χρηστών στην κοινωνία.
Η ψυχοσύνθεση του χρήστη ουσιών
Ωστόσο θα ήταν αδύνατο να μην αναφερθούν και οι προσωπικοί παράγοντες που κάνουν το άτομο ευάλωτο στην χρήση ουσιών. Ποια είναι η ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του ατόμου, πού οι κοινωνικές συνθήκες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να ανθίσει η εξάρτηση;
Ο Eckharte Tolle έχει πει “Οι εθισμοί ξεκινάνε με πόνο και τελειώνουν με πόνο”. Και αυτό φαίνεται να είναι αλήθεια.
Οι εξαρτήσεις, λειτουργούν σαν ένα βραχυπρόθεσμο επουλωτικό φάρμακο για τις πληγές των ανθρώπων. Η χρήση προσωρινά μουδιάζει τον ψυχικό πόνο, κάτι που ο πονεμένος άνθρωπος έχει πολύ ανάγκη, για να μην αντιμετωπίσει τα ανυπόφορα συναισθήματα, που του δημιουργεί η ζωή και η καθημερινότητα του.
Το πρόβλημα ξεκινάει, όταν τα συναισθήματα πόνου, θυμού η στενοχώριας καταπιέζονται, επειδή το άτομο ως παιδί δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος να τα εκφράσει και κατ’ επέκταση μέχρι και την ενηλικίωση του ψάχνει τρόπους να τα καταλαγιάσει, για να μην έρθει αντιμέτωπος μαζί τους. Κοινό πολλών εξαρτημένων είναι η αίσθηση ότι είναι μόνοι, ότι δεν βρέθηκε κανείς για να μοιραστούν τα βαθύτερα συναισθήματα τους. Άλλοι αναφέρουν πως η χρήση τους κάνει να νιώθουν τη φροντίδα και τη θαλπωρή μια αγκαλιάς, που ποτέ δεν πήραν.
Το χειρότερο μέσα σε όλο αυτό είναι οι επικριτές σκέψεις και οι κατηγορίες, που στρέφει το άτομο -ο εξαρτημένος, στην προκειμένη περίπτωση- προς τον εαυτό του, μην μπορώντας να κάνει την σύνδεση των τραυματικών εμπειριών της ζωής του με τον εθισμό. Ο δρόμος του να κοιτάξει κανείς κατάματα τα δύσκολα συναισθήματα και να τα αποδεχτεί είναι δύσκολος, αλλά και ο μόνος, για να βγει κανείς από τον φαύλο κύκλο της εξάρτησης.
Κάτι ακόμη σημαντικό που αφορά τις εξαρτήσεις είναι πως το άτομο και ο κοινωνικός του περίγυρος ζητάνε βοήθεια, όταν είναι πια πολύ αργά και το άτομο έχει βουτήξει για τα καλά στον «βυθό» της εξάρτησης, αλλά και οι ίδιοι έχουν πια εξουθενωθεί. Ο εθισμός είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπίζεται σε πρώιμη φάση, για να έχει περισσότερες πιθανότητες να θεραπευτεί.
Για αυτό και για αντιμετωπιστεί το φαινόμενο του εθισμού από τα ναρκωτικά χρειάζεται οργανωμένη και συλλογική προσπάθεια από όλη την κοινωνία. Ενημέρωση, πρόληψη και κατάλληλη θεραπεία.
Μόνο αν το άτομο γνωρίζει τις σοβαρές επιπτώσεις των ναρκωτικών θα ζητήσει έγκαιρα βοήθεια. Μόνο αν υπάρξει ενημέρωση και πάψει η κοινωνική κατακραυγή θα κοιτάξουμε τον συνάνθρωπο μας με περισσότερη συμπόνια και θα του δώσουμε ένα χέρι βοηθείας.
Η εξάλειψη των ναρκωτικών απαιτεί συντονισμένες κινήσεις από την πολιτεία και αγώνα από όλους μας!
*Η Γεωργία Κορδώνη είναι Ψυχολόγος, Απόφοιτος Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Εκπαιδευόμενη Σωματική Ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου