ΓΡΑΠΤΟΝ ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ
«Καί ὅπως ὁ Μωϋσῆς ὕψωσε τό χάλκινο φίδι μέσα στήν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νά κρεμασθεῖ ψηλά ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’Αὐτόν, ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια…».
Νύχτα, μεσάνυχτα. Σιγή ἀπόλυτη. Και μόνο μία φωνή, ἁπαλή, γλυκιά, σπάει τή βαθιά ἡσυχία. Ὁ Κύριος μιλάει στόν Νικόδημο, κρυφό μαθητή, μέλος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου. Συζητοῦν καί ὁ Χριστός μας τοῦ ἀποκαλύπτει οὐράνιες ἀλήθειες καί μεγάλα μυστικά για τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Τοῦ λέει γιά τό χάλκινο φίδι τοῦ Μωϋσῆ στήν ἔρημο, καί ἀμέσως τοῦ προσθέτει:
«Τόσο ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε τόν Υἱό Του τόν μονάκριβο παρέδωσε σέ θάνατο, γιά νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ Αὐτόν, ἀλλά νά ἔχει αἰώνια ζωή. Διότι ὁ Θεός δέν ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά νά κρίνει καί νά καταδικάσει τούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος ὅλος μέ τή σταυρική Του θυσία».
Γιά τή Σταύρωσή Του μιλάει. Ἀλλά τί σχέση ἔχει αὐτό μέ τό φίδι; Ποιό εἶναι τό φίδι;
1400π.Χ. Ὁ ἰουδαϊκός λαός ἐπί σαράντα χρόνια περπατᾶ μέσα στήν ἔρημο, φυγάς ἀπό τήν Αἴγυπτο γιά τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας.
Κάποτε φτάνουν κοντά στόν κόλπο Ἐλάν (Ἄκαμπα) τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης. Πάλι ἔρημος μπροστά τους. Δυσφοροῦν. Ἀγανακτοῦν. Σκληροτράχηλος λαός. Τόσα θαύματα ἔχουν δεῖ: Μάννα, νερό ἀπό τόν βράχο, ὀρτύκια, κι ὅμως ἀνοίγουν τό στόμα τους γιά νά κακολογήσουν τόν Μωϋσῆ καί –ἀλίμονο- τόν Θεό.
-Τί εἶναι τοῦτο δῶ; Μᾶς ἔβγαλες ἀπ’ τήν Αἴγυπτο γιά νά μᾶς πεθάνεις ὅλους μέσα στήν ἔρημο; Οὔτε ψωμί, οὔτε νερό ὑπάρχει ἐδῶ. Καί τό μάννα αὐτό, τό μπουχτήσαμε. Δέν τό θέλουμε ἄλλο.
Βλασφήμησαν τόν Θεό, καί ἡ τιμωρία δέν ἀργεῖ νά τούς βρεῖ. Φίδια δηλητηριώδη φαρμακερά. Παντοῦ φίδια.
-Μή, ὄχι. Ἁμαρτήσαμε, Μωϋσῆ. Μετανοοῦμε. Παρακάλεσε τόν Θεό νά μᾶς συγχωρέσει. Πολυεύσπλαγχνος ὁ Θεός.
-Θά φτιάξεις ἕνα φίδι ἀπό χαλκό, συμβουλεύει τόν Μωϋσῆ, καί θά τό κρεμάσεις ψηλά σέ πάσσαλο, νά φαίνεται ἀπό μακριά. Ὅποιος δαγκώνεται ἀπό τό φίδι, ἄν στρέφει ἀμέσως τό βλέμμα του στόν πάσσαλο καί στό κρεμασμένο πάνω του χάλκινο ὁμοίωμα, θά γίνεται καλά. Δέν θά τόν πιάνει τό δηλητήριο. Ἔτσι καί ἔγινε. Καί ὁ φρικτός ἐξολοθρεμός κόπασε.
«Ὅπως ὁ Μωϋσῆς μέσα στήν ἔρημο ὕψωσε τό φίδι, ἔτσι πρέπει…».
Ὁ Κύριος μιλάει τώρα καί παρομοιάζει τόν ἑαυτό Του μέ τό φίδι τό χάλκινο. Ὅπως ἐκεῖνο ὑψώθηκε πάνω στό πάσσαλο, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθεῖ καί ὁ Ἴδιος πάνω στόν Σταυρό.
Τί παράδοξη, ἀλήθεια, παρομοίωση! Ὁ Χριστός σάν τό φίδι!...
Ναί. Γιατί ὅπως τό χάλκινο φίδι ἦταν ὁμοίωμα μόνο φιδιοῦ, κι ὄχι πραγματικό, ἔτσι καί ὁ Χριστός ἔγινε γιά μᾶς ἐπάνω στόν Σταυρό κατάρα, ἀφοῦ δέχθηκε νά φορτωθεῖ ἐπάνω Του τίς ἁμαρτίες ὅλων μας, ὅλου τοῦ κόσμου, ὅλων τῶν γενεῶν, νά ταυτιστεῖ τρόπον τινά μέ αὐτές, χωρίς ὅμως νά ἔχει πραγματική σχέση μέ τήν ἁμαρτία, ὄντας ὁ Ἴδιος ἀπολύτως ἀναμάρτητος.
Καί ὅπως γινόταν καλά ἀπό τά θανατηφόρα δαγκώματα τῶν φιδιῶν ὅποιος ἀτένιζε μέ πίστη τό ὁμοίωμα τοῦ φιδιοῦ πάνω στόν πάσσαλο, ἔτσι γίνεται καλά, λυτρώνεται ἀπό τό θανατηφόρο δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας, ὅποιος στρέφει μέ πίστη τά μάτια τῆς ψυχῆς του στόν καρφωμένο ἐπάνω στόν Σταυρό Σωτῆρα καί Λυτρωτή μας. Τά Πάθη του γίνονται φάρμακο στά δικά μας πάθη, καί οἱ πληγές Του ἀντίδοτο στίς δικές μας πληγές, πού μᾶς προξενεῖ ὁ ἀρχέκακος ὄφις, ὁ διάβολος.
Φοβερό μυστήριο. Ἀπύθμενη ἡ ἀγάπη καί ἡ συγκατάβαση τοῦ Κυρίου μας. Πῶς νά μήν εἴμαστε διαρκῶς μέ τό βλέμμα καρφωμένο στόν Τίμιο Σταυρό Του;
π.Παῦλος Καλλίκας