ΑΠΟ .kaipoutheos.gr
Το «ΙΟΝΙΟΝ» αγαπήθηκε πάρα πολύ στη Σίφνο.
Πρωτοδρομολογήθηκε στη γραμμή μας το 1978 και παρέμεινε μέχρι το 1992.
Δεκατέσσερα χρόνια γεμάτα όμορφα ταξίδια.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στην Ελλάδα το 1971.
Ξεκίνησε δρομολόγια στη γραμμή από Πάτρα για Σάμη-Ιθάκη για την εταιρεία των αδελφών Στρίντζη.
Το 1978 πέρασε στους εφοπλιστές Μηνά Σταθάκη και Βασίλη Μανούσο και ήρθε στις Δυτικές Κυκλάδες.
Παράλληλα έκανε και την άγονη της Πελοποννήσου.
Συνήθως τις τέσσερις ημέρες ήταν στις Δυτικές Κυκλάδες και τις τρεις στην άγονη μέχρι το Καστέλι.
Το moto του ήταν “Σύνδεση Πελοποννήσου-Κρήτης και Δυτικών Κυκλάδων».
Η Μεγάλη Τετάρτη του 1978
Ποιος μπορεί να ξεχάσει την τρομερή Μεγάλη Τετάρτη του 1978 όταν το «ΙΟΝΙΟΝ» έκανε σχεδόν μιάμισι ώρα για να δέσει στη Σίφνο;
Ο πουνέντες ήταν αγριεμένος και αντιμαχόταν για τα καλά το πλοίο.
Ο καπετάνιος επί μιάμιση ώρα προσπαθούσε να δέσει το πλοίο και στο τέλος τα κατάφερε.
Τότε το πλοίο έδενε στο κεφαλόσκαλο του μώλου και ίσα-ίσα χωρούσε ο καταπέλτης του πλοίου στο μώλο. Τόσο στενός ήταν ο μώλος. Στη συνέχεια, βέβαια, επεκτάθηκε το 1989 και μέχρι σήμερα το πλοίο συνήθως δένει κάθετα σε σχέση με τον παλιό.
Πλοίαρχός του πλοίου ήταν τότε ο Καπετάν-Λάζαρος Γαβαλάς.
Ο καπετάν-Λάζαρος πάνω στη μανούβρα ζορίστηκε πολύ και για λόγους υγείας αποχώρησε από την εταιρεία. Στη συνέχεια δούλεψε για την εταιρεία του Νομικού, αλλά τη Σίφνο ποτέ δεν την ξέχασε. Επιστρέφει και αυτός συχνά,ιδίως κατά τον μεγάλο εορτασμό της Παναγίας της Χρυσοπηγής.
1978-1992
Δεκατέσσερα ευτυχισμένα χρόνια
Στη γραμμή των Δυτικών Κυκλάδων το «ΙΟΝΙΟΝ» έδωσε πραγματικά ρέστα.
Αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο και πρόσφερε πολλά στα νησιά μας.
Η Σίφνος είχε πάντα πολλά φορτηγά.
Ο κυρ-Αντώνης ο Μάμιδας μόλις το είδε το «ΙΟΝΙΟΝ» ενθουσιάστηκε.
Πίστεψε ότι η περιπέτεια να μπεις στο πλοίο το καλοκαίρι θα έπαιρνε επιτέλους τέλος. Πολύ σύντομα αποδείχθηκε ότι το καλοκαίρι και το «ΙΟΝΙΟΝ» άφηνε φορτηγά έξω για να πάρει Ι.Χ. στη θέση τους.
Μόνο με το «Μήλος Εξπρές» η κατάσταση βελτιώθηκε και μειώθηκαν τα φορτηγά που έμεναν έξω από το πλοίο.
Σε σχέση με το «Κατερίνα» η βελτίωση ήταν αισθητή.
Αλλά, σε σχέση με τα σημερινά πλοία το “ΙΟΝΙΟΝ” θα έμοιαζε σήμερα πολύ μικρό, πιο πολύ σαν ένα μεγάλο καΐκι συγκριτικά με το «ΝΗΣΟΣ ΡΟΔΟΣ».
Κάθε Κυριακή κατεβαίναμε στις Καμάρες για να δούμε πώς θα κατάφερνε να χωρέσει όλα τα φορτηγά που περίμεναν με αγωνία για να επιβιβαστούν.
Ο Μάμιδας, ο Κασαγιώνης,ο Δεπάστας, ο Μιχάλης, ο Αγγελάς έδωσαν ομηρικές μάχες εκείνα τα χρόνια για να μπουν στο πλοίο.
Το ταξίδι με το «ΙΟΝΙΟΝ»
Το ταξίδι με το «ΙΟΝΙΟΝ» για τη Σίφνο ήταν πάντα απολαυστικό.
Ακόμα και όταν ο καιρός ήταν φρεσκαρισμένος και το καράβι τσαλαβουτούσε στη θάλασσα σαν καρυδότσουφλο.
Ταξίδι απολαυστικό αρκεί να μην ζαλιζόσουν και να μην φοβόσουν.
Όμως εκείνη την εποχή μας φαινόταν πολύ μεγάλο.
Γι’ αυτό τα ταξίδια με το “Ιόνιον” ήταν πραγματικά ταξίδια που συνοδεύονταν μερικές φορές από πολύ κούνημα, πολύ βρέξιμο και πολλές φωνές από τους τουρίστες που απολάμβαναν την όλη φάση.
Σήμερα είναι όλα πιο άνετα και πιο χλιδάτα. Λείπει, όμως, εκείνο το στοιχείο της περιπέτειας (τουλάχιστον για μερικούς).
Το μοιραίο ατύχημα
Το μοιραίο ατύχημα έγινε το 1992 στο δρομολόγιο από Καστέλι για Κύθηρα, με πλοίαρχο τον Ανδρέα Μπενάκη. Ως προς τις συνθήκες, το ναυάγιο έμοιαζε με αυτό του “Νηρέα” στον Κάβο Σίδερο. Αναίμακτο και χωρίς ιδιαίτερες παράπλευρες απώλειες (εκτός, βέβαια, από το ίδιο το πλοίο).
Τα οχήματα παρελήφθησαν από το “Μάρθα”, το πλοίο του Μοίρα.
Ο καπετάν-Βασίλης ο Λεονταράκης
Ας αφήσουμε τον καπετάν-Βασίλη Λεονταράκη να μας αφηγηθεί εκείνη την πραγματικά πολύ όμορφη εποχή. Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης από το Τσιρίγο υπηρέτησε για χρόνια στο πλοίο και ήταν αυτός που παρέλαβε τα οχήματα με το «Μάρθα» τον Οκτώβρη του 1992. Τα παιχνίδια της μοίρας και της ζωής.
Καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης:
«Στην ακτοπλοΐα είχα την τύχη να εργαστώ στα πλοία του Μηνά Σταθάκη και του Βασίλη Μανούσου, το «Ιόνιον» και το «Μήλος Εξπρές». Στην ακτοπλοΐα ήρθα το 1981 ως ύπαρχος με καπετάνιο τον καπετάν-Γιώργη Σιγάλα από την Οία της Σαντορίνης.
Είχα την τιμή να μαθητεύσω την τέχνη της ακτοπλοΐας δίπλα στο καπετάν-Γιώργη Σιγάλα, ένα πραγματικό βράχο. Και μιλάμε πρώτα για τον άνθρωπο και μετά για τον πλοίαρχο. Για 3,5 χρόνια δουλέψαμε μαζί και δεθήκαμε οικογενειακά. Μεγάλωνε μαζί με μένα τα παιδιά μου και τα αγκάλιαζε με αγάπη όταν ταξίδευαν στο καράβι». Θυμάται χαρακτηριστικά ότι ο καπετάν-Γιώργης ψάρευε από τη βαρδιόλα του «Ιόνιον» για να μπορέσουν να κάνουν ψαρόσουπα για τα παιδιά. Και, μάλιστα, αν δεν έπιανε όλα τα ψάρια το βαπόρι δεν έφευγε. Εγώ του έλεγα ότι πρέπει να φύγουμε και εκείνος μου έλεγε «Περίμενε, να βγάλω όλα τα ψάρια για την Αγγελική και μετά θα φύγουμε».
Με το «Ιόνιον» ταξίδευαν στη γραμμή των Κυθήρων και τη γραμμή των Δυτικών Κυκλάδων.
Από Πειραιά αναχωρούσε κάθε Δευτέρα, στις 09:00 πρωΐ, για την άγονη των Κυθήρων με προσεγγίσεις σε Κυπαρίσσι-Γέρακα-Μονεμβάσια-Νεάπολη- Ελαφόνησο-Αγία Πελαγία-Γύθειο-Καψάλι-Αντικύθηρα-Καστέλι και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά την Τετάρτη το πρωΐ.
Την Τετάρτη το πρωΐ αναχωρούσε για Κύθνο-Σέριφο-Σίφνο-Κίμωλο-Μήλο και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά τα ξημερώματα της Πέμπτης.
Κάθε Πέμπτη, στις 09:00 πρωΐ, αναχωρούσε για Μονεμβασία-Νεάπολη-Αγία Πελαγία-Γύθειο-Καψάλι-Αντικύθηρα-Καστέλι.
Κάθε Σάββατο πρωΐ αναχωρούσε για Κύθνο-Σέριφο-Σίφνο-Κίμωλο-Μήλο, διανυκτέρευση στον Αδάμαντα της Μήλου και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά το βράδυ της Κυριακής. Κάθε Κυριακή το βράδυ είχαν τη μόνη διανυκτέρευση στο λιμάνι του Πειραιά. Και όλα αυτά συνέβαιναν όταν δεν υπήρχαν απαγορευτικά που τους υποχρέωναν συχνά σε μεταβολές των δρομολογίων.
Η Παναγία η Χρυσοπηγή
«Με το «Ιόνιον» μεταφέραμε κάθε χρόνο την εικόνα της Παναγίας της Χρυσοπηγής στη Σίφνο. Ακόμα και τώρα συνεχίζω να επισκέπτομαι τη Σίφνο κατά την εορτή της Χρυσοπηγής. Και οι Σιφνιοί ποτέ δεν μας ξεχνούν και μας περιποιούνται δεόντως. Οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν εκείνα τα χρόνια διατηρούνται ακόμα. «Οι Σιφνιοί μας τιμούν με τον πιο όμορφο τρόπο».
Δεν ξεχνά ποτέ, αλλά και δεν τον ξεχνούν ποτέ οι ναυτικοί της Σίφνου, ο πράκτορας της Σίφνου, ο Γιάννης ο Ξύδης, οι επιβάτες της γραμμής και οι φορτηγατζήδες, μόνιμοι σύντροφοι χειμώνα-καλοκαίρι».
Οι φωτογραφίες με τον καπετάν-Βασίλη Λεονταράκη να κρατά την εικόνα της Παναγίας της Χρυσοπηγής είναι πολύ νοσταλγικές, τραβηγμένες τριάντα ένα χρόνια πριν, στα 1989.
Είναι μάλιστα σημαντικό να πούμε πως οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από τον Γιάννη το Βασσάλο από τα Εξάμπελα, τον Γιάννη του Διαμάντου, ο οποίος λίγους μήνες πριν μίσεψε για το τελευταίο μεγάλο ταξίδι.
Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης συνεχίζει:
«Το «Ιόνιο» άφησε πραγματικά μεγάλη ιστορία. Και παρόλο που ήταν ένα βαπόρι δύσκολο τόσο για τον καπετάνιο όσο και για το πλήρωμα του, όλα γίνονταν πιο εύκολα χάρη στο καλό οικογενειακό κλίμα που υπήρχε μέσα στο πλοίο. Ήταν καλές και αγνές εποχές Οι πλοιοκτήτες ήταν συνεχώς δίπλα στο πλήρωμα εκείνες τις εποχές. Και όποιος ήθελε χρήματα, οι πλοιοκτήτες ήταν έτοιμοι να του καλύψουν οποιαδήποτε ανάγκη. Ο μικρότερος μέσα το πλοίο ήταν 10 χρόνια μέσα στο καράβι. Όποιος πήγαινε μέσα δεν έφευγε».
Ο Μηνάς ο Σταθάκης από τα Βάτικα της Λακωνίας ήταν πιο γνωστός και είχε περισσότερες συναναστροφές με τον κόσμο. Ο Βασίλης ο Μανούσος έμενε περισσότερο στο γραφείο του. Ήταν επιχειρηματίες που ξεκίνησαν από αλιείς και χάρη στην τύχη τους και την εξυπνάδα τους κατάφεραν και έκαναν αυτά τα πλοία στα οποία ο κόσμος έφαγε γλυκό ψωμί. Τα πλοία ήταν ο «Κανάρης», το «Ιόνιον» και το «Μήλος Εξπρές». Είχαν ακόμα και ένα άλλο ferry boat, το «Νήσος
Ρόδος», το πρώην «Ρεννέτα» του Κώστα Λάτση. Στο πλοίο αυτό σημειώθηκε φωτιά και, ευτυχώς, δεν υπήρχαν θύματα. Καπετάνιος τότε στο «Νήσος Ρόδος» ήταν ο καπετάν-Γιώργης Σιγάλας και στο σημείο του ατυχήματος έσπευσε να βοηθήσει ο καπετάν-Κούλης Μαστροκόλιας με το «Αλκυών».
Στην Ελαφόνησο ο πρώτος καταπέλτης που έπεσε ήταν αυτός της παντόφλας «Ελαφόνησος». Και το πρώτο πλοίο κλειστού τύπου ήταν το επιβατηγό/οχηματαγωγό «Κυκλάδες» των αδελφών Αγαπητού.
Στο «Ιόνιον», ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης έμεινε μέχρι το 1990. Και στην πορεία έπιασε στο πλοίο αυτό πλοίαρχος γύρω στο 1987. Το 1988 πήγε στην Αγγλία για να παραλάβει το «Μήλος Εξπρές» (πρώην “Vortigern”).
«Το πλοίο το φέραμε στο Πέραμα για τη μετασκευή του και την πρώτη ημέρα των ταξιδιών του το πλοίο παραδόθηκε στον πλοίαρχο Γιώργη Σιγάλα. Και εγώ τότε γύρισα πλοίαρχος στο καράβι μου, το «Ιόνιον».
Ο καπετάν-Βασίλης θα μείνει στο «Ιόνιον» μέχρι το 1990. Όμως ο φόρτος εργασίας ήταν ιδιαίτερα βαρύς, μιας και στα δρομολόγια που αναφέρθηκαν παραπάνω προστέθηκε και ένα ακόμα δρομολόγιο άγονης γραμμής για Ανατολικές Κυκλάδες, από Πειραιά για Σύρο-Πάρο-Νάξο –Ηρακλειά-Σχοινούσα-Κουφονήσι-Κατάπολα-Αιγειάλη-Δονούσα-Αστυπάλαια. «Με το πλοίο αυτό συμπλήρωνα σε μια εβδομάδα εβδομήντα τρεις προσεγγίσεις. Και το συγκεκριμένο πλοίο ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για όλες αυτές τις προσεγγίσεις. Κύθηρα-Ανατολικές Κυκλάδες-Κύθηρα-Δυτικές Κυκλάδες. Κάπου εκεί κουράστηκα και έφυγα από το «Ιόνιον».
Πολύ γρήγορα βρέθηκε στο «Μαρθάκι» της εταιρείας του Μοίρα.
«Κάθε Σεπτέμβριο παίρναμε από τα Κύθηρα έναν άνθρωπο με ένα τρακτέρ με δύο βυτία που τα έφερνε στο Καστέλι για να φορτώσει μούστο. Και μετά έφερνε τον μούστο στα Κύθηρα και έπαιρναν τα γεροντάκια για να έχουν το κρασάκι τους. Συχνά τον περιμέναμε για να τον εξυπηρετήσουμε. Και κάποια στιγμή έγινε μια παρεξήγηση στο καράβι και το θέμα έφτασε μέχρι τα γραφεία. Ρωτήθηκα από τον Μηνά το Σταθάκη και του εξήγησα ότι καθυστέρησα την αναχώρηση του πλοίου για να περιμένω αυτόν τον άνθρωπο να φέρει και το δεύτερο βυτίο με τα μούστο. Του τόνισα ότι για μένα το βαπόρι έκανε άγονη γραμμή και το να περιμένω αυτόν τον άνθρωπο που κουβαλούσε το μούστο ήταν μια κοινωνική παροχή για το νησί». Και ο Μηνάς ο Σταθάκης μου τόνισε «Είσαι λεβέντης και έτσι θέλω να κάνεις. Εμείς θα κάνουμε άγονη γραμμή και θα προσφέρουμε». Αυτές ήταν οι αρχές του Μηνά του Σταθάκη.
Ο Μηνάς ο Σταθάκης ήταν δεινός ψαράς. Τον παίρναμε συχνά μαζί μας στις Κυκλάδες τα Σαββατοκύριακα. Και αυτός πολλές φορές πήγαινε να ψαρέψει με το καΐκι του πράκτορα. Και, ειδικά τον Μάϊο και τον Ιούνιο έπιανε πάρα πολλές μένουλες. Ήταν τόσο δεινός, αλλά και τόσο τυχερός ψαράς που οι ποσότητες των ψαριών που έπιανε ήταν πολύ μεγάλες, ακόμα και 15 τελάρα με ψάρια. Και όταν επιστρέφαμε στον Πειραιά, όλα τα μέλη του πληρώματος περνούσαν από τη σκάλα και αυτός τους γέμιζε μια σακούλα με δυο-τρία κιλά μένουλες. Και επειδή οι μένουλες ήταν πολλές και περίσσευαν, έρχονταν και οι λιμενικοί, οι ταξιτζήδες και διάφοροι του λιμανιού και έπαιρναν και αυτοί με τη σειρά τους μένουλες. Και στα γραφεία της εταιρείας στο Μέγαρο Τυπάλδου, συχνά τον έβλεπε κανείς να μπαλώνει δίχτυα.
«Κάθε Κυριακή στο δρομολόγιο της επιστροφής για Πειραιά με το «Ιόνιον» γινόταν μάχη για το ποιο φορτηγό θα πρωτομπεί στο καράβι, αλλά και με ποιον τρόπο θα μπει. Από τη Μήλο είχαμε τότε πολλά φορτηγά, καθώς οι Βαμβακάρηδες είχαν, ήδη, αγοράσει αρκετά μεγάλα φορτηγά. Στη Σίφνο θυμάμαι το Μάμιδα και τον Αγγελά. Το «Ιόνιον» έπαιρνε 12 φορτηγά και 40 αυτοκίνητα, ή 85 αυτοκίνητα αν έπαιρνε μόνο αυτοκίνητα. Και με την εταιρεία του καπετάν-Κώστα του Βεντούρη υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός, αλλά ποτέ δεν φτάναμε στα άκρα. Το «Κίμωλος» ήταν και αυτό ένα θαυμάσιο βαπόρι. Όμως, η αγάπη της γραμμής ήταν το «Ιόνιον». Τους πολλούς και καλούς πελάτες τους είχε το «Ιόνιον». Ο κόσμος το ένιωθε σαν το σπίτι του. Και η χαρά των μικρών παιδιών ήταν να έρθουν στη γέφυρα και να σφυρίξουν. Η σφυρίχτρα του ήταν η πιο γλυκιά σφυρίχτρα. Και δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βεράντα του πλοίου με το ξύλινο κατάστρωμα. Και η ταχύτητα του πλοίου ήταν αρκετά καλή για την εποχή. Ειδικά μετά τη δεξαμενή, πιάναμε άνετα τα 17 μίλια».
Και φθάνουμε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή τον Οκτώβριο του 1992 όταν το «Ιόνιον» προσάραξε στη Γραμβούσα με πλοίαρχο τον καπετάν-Ανδρέα Μπενάκη:
«Ένα πρωϊνό του Οκτωβρίου βρισκόμουν στο Γύθειο με το «Μάρθα». Με φωνάζει ο πράκτορας, ο Θόδωρος ο Ροζάκης, και μου λέει ότι με θέλει ο Μηνάς ο Σταθάκης. Τον παίρνω τηλέφωνο και μου λέει «Βασίλη, βοήθα με. Το «Ιόνιον» είναι σκαρωμένο στη Γραμβούσα. Θέλω να πας να μου το ξεφορτώσεις με το «Μάρθα». Του απάντησα ότι εγώ ήμουν πανέτοιμος και το μόνο που ζήτησα ήταν να συνεννοηθεί πρώτα με την εταιρεία».
«Πράγματι, πήρα ένα σήμα από το λιμεναρχείο για να πάμε να πάρουμε τα οχήματα από το «Ιόνιον». Το σήμα όριζε ότι το όλο operation θα πραγματοποιηθεί με ευθύνη των δύο πλοιάρχων. Και, συνιστούσε μόνο να γίνει η επιχείρηση με καλές καιρικές συνθήκες. Πράγματι, πήγαμε, ρίξαμε τον καταπέλτη στον καταπέλτη του «Ιόνιον» και πήραμε όλα τα οχήματα από το «Ιόνιον» και μαζί με αυτά και μία μπουλντόζα 70 τόνων. Και πήγαμε στη Νεάπολη και αποβιβάσαμε τα αυτοκίνητα. Το πλοίο έμεινε σκαρωμένο στη Γραμβούσα μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 1992, ανήμερα του Αγίου Νικολάου. Την ημέρα εκείνη έφυγε από τον κόσμο ο καπετάν-Γιώργης ο Σιγάλας και την ίδια ημέρα εχάθηκε και το «Ιόνιον» από την επιφάνεια της θάλασσας. Εβυθίσθη την ημέρα εκείνη. Μέχρι την ημέρα εκείνη φαινόταν το κατάρτι του. Και στους δύο μήνες που μεσολάβησαν το πλοίο έγερνε ολοένα και περισσότερο κάθε μέρα που περνούσε, μέχρι που χάθηκε οριστικά».
Όταν ο ίδιος αντίκρυσε το «Ιόνιον» σκαρωμένο πάνω στο βράχο ένιωσε πολύ άσχημα, δύσκολα συναισθήματα, μιας και στο πλοίο αυτό μεγάλωσαν και τα τρία του παιδιά. Και δεν θα ήθελε ποτέ να έχει την τύχη να αναλάβει ο ίδιος αυτή τη μεταφορά των οχημάτων από το αγαπημένο του πλοίο. Όμως, έπρεπε να το κάνει για να τιμήσει αυτή τη λαμαρίνα που ήταν εκεί και πάλευε με τα κύματα να βυθιστεί.
Ο καπετάν-Βασίλης ταξίδεψε σε μια άλλη εποχή, ολότελα διαφορετική από τη δική μας.
Ταξίδευαν τότε άνθρωποι που δεν είχαν οικονομική άνεση. Και όταν βρισκόμασταν με απαγορευτικό για μία και δύο ημέρες, οι άνθρωποι δεν είχαν την άνεση να πάνε να φάνε σε εστιατόριο. Και τότε έλεγα στον Μηνά το Σταθάκη να τους ετοιμάσουμε μία μακαρονάδα και αυτός φυσικά αμέσως συμφωνούσε. Και τους δίναμε και κρεβάτι.
«Μια φορά πηγαίναμε στην Κίμωλο με το «Ιόνιον» με σορόκο 7-8 μποφώρ. Το πλοίο δεν ήταν δυνατόν να προσεγγίσει στην Κίμωλο, καθώς το κύμα σκέπαζε για τα καλά το μόλο. Η μόνη επιβάτις για το νησί ήταν μια γιαγιά. Μόλις βάλαμε ρότα για τη Μήλο, η γιαγιά ανέβηκε στη γέφυρα για να διαμαρτυρηθεί για τη μη προσέγγιση στο νησί. Της είπα ότι θα πάμε στη Μήλο, θα της δώσουμε κρεβάτι σε μια καμπίνα και θα φάει στο καράβι και το πρωΐ που θα είναι σπασμένος ο καιρός θα την αφήσουμε στην Κίμωλο. Η γιαγιά τότε μου λέει ότι δεν της αρέσει το φαΐ του καραβιού και προτιμά να φάει έξω». Και τότε ο καπετάν-Βασίλης έβγαλε και της έδωσε εκατό δραχμές και η γιαγιά τα πήρε.
«Με το «Ιόνιον» πρόλαβα την Κίμωλο χωρίς μόλο και η αποβίβαση γινόταν με λάντζες. Το ίδιο γινόταν και στα Αντικύθηρα και στην Ελαφόνησσο, αποβίβαση με λάντζες. Στο Κυπαρίσσι είχαν, αρχικά, μια βουλιαγμένη μαούνα και την είχαν κάνει μόλο με τσιμέντο. Αργότερα έκαναν κανονικό λιμάνι στο χωριό και πηγαίναμε εκεί και το «Θησεύς». Με το «Θησεύς» πιάσαμε κάποιες φορές και στον Γέρακα, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια οι επιβάτες για τα λιμάνια αυτά μειώνονταν και σιγά-σιγά τα λιμάνια κόπηκαν από το δρομολόγιο.
Όταν πρωτοπήγα στο «Ιόνιον» υπήρχε ακόμα η άγονος γραμμή του Πόρτο-Κάγιου, κάτω από το Γύθειο. Ήταν το τελευταίο ταξίδι που γινόταν εκεί. Κει μπήκαμε και στο Πόρτο-Κάγιο, όπου η αποβίβαση γινόταν με βάρκες.
Στα Αντικύθηρα είχαμε πολλά προβλήματα και χάναμε προσεγγίσεις, ειδικά όταν η αποβίβαση γινόταν ακόμα με βάρκες. Οι άνθρωποι αυτοί περίμεναν να τους πάμε αλεύρι, φάρμακα. Μια γερόντισσα στα Αντικύθηρα ζύμωνε και περίμενε να της πάμε το αλεύρι από την Κρήτη για να ζυμώσει. Και κάποια φορά κάναμε 10 μέρες να πιάσουμε και η γιαγιά περίμενε το αλεύρι για να κάνει ψωμί»
Αυτό είναι το «Ιόνιον» και αυτός είναι ο κόσμος της παλιάς ακτοπλοΐας.
Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης μας τον περιέγραψε με τρόπο γλαφυρό.
Ως KAIPOUTHEOS.GR αφιερώνουμε το μικρό αυτό αφιέρωμα στη μνήμη του καπετάν-Γιώργη Σιγάλα, του Μηνά Σταθάκη,του Βασίλη Μανούσου, του Παναγιώτη Πασσάκου, του Γιάννη του Βασσάλου και όλων όσων ταξίδεψαν με τα πλοία με το «ΣΜ» και έχουν φύγει για να συναντήσουν το «ΙΟΝΙΟΝ» και το «ΜΗΛΟΣ ΕΞΠΡΕΣ» σε πιο γαλήνιες και ήρεμες θάλασσες.
ΠΗΓΗ .kaipoutheos.gr
Το «ΙΟΝΙΟΝ» αγαπήθηκε πάρα πολύ στη Σίφνο.
Πρωτοδρομολογήθηκε στη γραμμή μας το 1978 και παρέμεινε μέχρι το 1992.
Δεκατέσσερα χρόνια γεμάτα όμορφα ταξίδια.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στην Ελλάδα το 1971.
Ξεκίνησε δρομολόγια στη γραμμή από Πάτρα για Σάμη-Ιθάκη για την εταιρεία των αδελφών Στρίντζη.
Το 1978 πέρασε στους εφοπλιστές Μηνά Σταθάκη και Βασίλη Μανούσο και ήρθε στις Δυτικές Κυκλάδες.
Παράλληλα έκανε και την άγονη της Πελοποννήσου.
Συνήθως τις τέσσερις ημέρες ήταν στις Δυτικές Κυκλάδες και τις τρεις στην άγονη μέχρι το Καστέλι.
Το moto του ήταν “Σύνδεση Πελοποννήσου-Κρήτης και Δυτικών Κυκλάδων».
Η Μεγάλη Τετάρτη του 1978
Ποιος μπορεί να ξεχάσει την τρομερή Μεγάλη Τετάρτη του 1978 όταν το «ΙΟΝΙΟΝ» έκανε σχεδόν μιάμισι ώρα για να δέσει στη Σίφνο;
Ο πουνέντες ήταν αγριεμένος και αντιμαχόταν για τα καλά το πλοίο.
Ο καπετάνιος επί μιάμιση ώρα προσπαθούσε να δέσει το πλοίο και στο τέλος τα κατάφερε.
Τότε το πλοίο έδενε στο κεφαλόσκαλο του μώλου και ίσα-ίσα χωρούσε ο καταπέλτης του πλοίου στο μώλο. Τόσο στενός ήταν ο μώλος. Στη συνέχεια, βέβαια, επεκτάθηκε το 1989 και μέχρι σήμερα το πλοίο συνήθως δένει κάθετα σε σχέση με τον παλιό.
Πλοίαρχός του πλοίου ήταν τότε ο Καπετάν-Λάζαρος Γαβαλάς.
Ο καπετάν-Λάζαρος πάνω στη μανούβρα ζορίστηκε πολύ και για λόγους υγείας αποχώρησε από την εταιρεία. Στη συνέχεια δούλεψε για την εταιρεία του Νομικού, αλλά τη Σίφνο ποτέ δεν την ξέχασε. Επιστρέφει και αυτός συχνά,ιδίως κατά τον μεγάλο εορτασμό της Παναγίας της Χρυσοπηγής.
1978-1992
Δεκατέσσερα ευτυχισμένα χρόνια
Στη γραμμή των Δυτικών Κυκλάδων το «ΙΟΝΙΟΝ» έδωσε πραγματικά ρέστα.
Αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο και πρόσφερε πολλά στα νησιά μας.
Η Σίφνος είχε πάντα πολλά φορτηγά.
Ο κυρ-Αντώνης ο Μάμιδας μόλις το είδε το «ΙΟΝΙΟΝ» ενθουσιάστηκε.
Πίστεψε ότι η περιπέτεια να μπεις στο πλοίο το καλοκαίρι θα έπαιρνε επιτέλους τέλος. Πολύ σύντομα αποδείχθηκε ότι το καλοκαίρι και το «ΙΟΝΙΟΝ» άφηνε φορτηγά έξω για να πάρει Ι.Χ. στη θέση τους.
Μόνο με το «Μήλος Εξπρές» η κατάσταση βελτιώθηκε και μειώθηκαν τα φορτηγά που έμεναν έξω από το πλοίο.
Σε σχέση με το «Κατερίνα» η βελτίωση ήταν αισθητή.
Αλλά, σε σχέση με τα σημερινά πλοία το “ΙΟΝΙΟΝ” θα έμοιαζε σήμερα πολύ μικρό, πιο πολύ σαν ένα μεγάλο καΐκι συγκριτικά με το «ΝΗΣΟΣ ΡΟΔΟΣ».
Κάθε Κυριακή κατεβαίναμε στις Καμάρες για να δούμε πώς θα κατάφερνε να χωρέσει όλα τα φορτηγά που περίμεναν με αγωνία για να επιβιβαστούν.
Ο Μάμιδας, ο Κασαγιώνης,ο Δεπάστας, ο Μιχάλης, ο Αγγελάς έδωσαν ομηρικές μάχες εκείνα τα χρόνια για να μπουν στο πλοίο.
Το ταξίδι με το «ΙΟΝΙΟΝ»
Το ταξίδι με το «ΙΟΝΙΟΝ» για τη Σίφνο ήταν πάντα απολαυστικό.
Ακόμα και όταν ο καιρός ήταν φρεσκαρισμένος και το καράβι τσαλαβουτούσε στη θάλασσα σαν καρυδότσουφλο.
Ταξίδι απολαυστικό αρκεί να μην ζαλιζόσουν και να μην φοβόσουν.
Όμως εκείνη την εποχή μας φαινόταν πολύ μεγάλο.
Γι’ αυτό τα ταξίδια με το “Ιόνιον” ήταν πραγματικά ταξίδια που συνοδεύονταν μερικές φορές από πολύ κούνημα, πολύ βρέξιμο και πολλές φωνές από τους τουρίστες που απολάμβαναν την όλη φάση.
Σήμερα είναι όλα πιο άνετα και πιο χλιδάτα. Λείπει, όμως, εκείνο το στοιχείο της περιπέτειας (τουλάχιστον για μερικούς).
Το μοιραίο ατύχημα
Το μοιραίο ατύχημα έγινε το 1992 στο δρομολόγιο από Καστέλι για Κύθηρα, με πλοίαρχο τον Ανδρέα Μπενάκη. Ως προς τις συνθήκες, το ναυάγιο έμοιαζε με αυτό του “Νηρέα” στον Κάβο Σίδερο. Αναίμακτο και χωρίς ιδιαίτερες παράπλευρες απώλειες (εκτός, βέβαια, από το ίδιο το πλοίο).
Τα οχήματα παρελήφθησαν από το “Μάρθα”, το πλοίο του Μοίρα.
Ο καπετάν-Βασίλης ο Λεονταράκης
Ας αφήσουμε τον καπετάν-Βασίλη Λεονταράκη να μας αφηγηθεί εκείνη την πραγματικά πολύ όμορφη εποχή. Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης από το Τσιρίγο υπηρέτησε για χρόνια στο πλοίο και ήταν αυτός που παρέλαβε τα οχήματα με το «Μάρθα» τον Οκτώβρη του 1992. Τα παιχνίδια της μοίρας και της ζωής.
Καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης:
«Στην ακτοπλοΐα είχα την τύχη να εργαστώ στα πλοία του Μηνά Σταθάκη και του Βασίλη Μανούσου, το «Ιόνιον» και το «Μήλος Εξπρές». Στην ακτοπλοΐα ήρθα το 1981 ως ύπαρχος με καπετάνιο τον καπετάν-Γιώργη Σιγάλα από την Οία της Σαντορίνης.
Είχα την τιμή να μαθητεύσω την τέχνη της ακτοπλοΐας δίπλα στο καπετάν-Γιώργη Σιγάλα, ένα πραγματικό βράχο. Και μιλάμε πρώτα για τον άνθρωπο και μετά για τον πλοίαρχο. Για 3,5 χρόνια δουλέψαμε μαζί και δεθήκαμε οικογενειακά. Μεγάλωνε μαζί με μένα τα παιδιά μου και τα αγκάλιαζε με αγάπη όταν ταξίδευαν στο καράβι». Θυμάται χαρακτηριστικά ότι ο καπετάν-Γιώργης ψάρευε από τη βαρδιόλα του «Ιόνιον» για να μπορέσουν να κάνουν ψαρόσουπα για τα παιδιά. Και, μάλιστα, αν δεν έπιανε όλα τα ψάρια το βαπόρι δεν έφευγε. Εγώ του έλεγα ότι πρέπει να φύγουμε και εκείνος μου έλεγε «Περίμενε, να βγάλω όλα τα ψάρια για την Αγγελική και μετά θα φύγουμε».
Με το «Ιόνιον» ταξίδευαν στη γραμμή των Κυθήρων και τη γραμμή των Δυτικών Κυκλάδων.
Από Πειραιά αναχωρούσε κάθε Δευτέρα, στις 09:00 πρωΐ, για την άγονη των Κυθήρων με προσεγγίσεις σε Κυπαρίσσι-Γέρακα-Μονεμβάσια-Νεάπολη- Ελαφόνησο-Αγία Πελαγία-Γύθειο-Καψάλι-Αντικύθηρα-Καστέλι και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά την Τετάρτη το πρωΐ.
Την Τετάρτη το πρωΐ αναχωρούσε για Κύθνο-Σέριφο-Σίφνο-Κίμωλο-Μήλο και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά τα ξημερώματα της Πέμπτης.
Κάθε Πέμπτη, στις 09:00 πρωΐ, αναχωρούσε για Μονεμβασία-Νεάπολη-Αγία Πελαγία-Γύθειο-Καψάλι-Αντικύθηρα-Καστέλι.
Κάθε Σάββατο πρωΐ αναχωρούσε για Κύθνο-Σέριφο-Σίφνο-Κίμωλο-Μήλο, διανυκτέρευση στον Αδάμαντα της Μήλου και επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά το βράδυ της Κυριακής. Κάθε Κυριακή το βράδυ είχαν τη μόνη διανυκτέρευση στο λιμάνι του Πειραιά. Και όλα αυτά συνέβαιναν όταν δεν υπήρχαν απαγορευτικά που τους υποχρέωναν συχνά σε μεταβολές των δρομολογίων.
Η Παναγία η Χρυσοπηγή
«Με το «Ιόνιον» μεταφέραμε κάθε χρόνο την εικόνα της Παναγίας της Χρυσοπηγής στη Σίφνο. Ακόμα και τώρα συνεχίζω να επισκέπτομαι τη Σίφνο κατά την εορτή της Χρυσοπηγής. Και οι Σιφνιοί ποτέ δεν μας ξεχνούν και μας περιποιούνται δεόντως. Οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν εκείνα τα χρόνια διατηρούνται ακόμα. «Οι Σιφνιοί μας τιμούν με τον πιο όμορφο τρόπο».
Δεν ξεχνά ποτέ, αλλά και δεν τον ξεχνούν ποτέ οι ναυτικοί της Σίφνου, ο πράκτορας της Σίφνου, ο Γιάννης ο Ξύδης, οι επιβάτες της γραμμής και οι φορτηγατζήδες, μόνιμοι σύντροφοι χειμώνα-καλοκαίρι».
Οι φωτογραφίες με τον καπετάν-Βασίλη Λεονταράκη να κρατά την εικόνα της Παναγίας της Χρυσοπηγής είναι πολύ νοσταλγικές, τραβηγμένες τριάντα ένα χρόνια πριν, στα 1989.
Είναι μάλιστα σημαντικό να πούμε πως οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από τον Γιάννη το Βασσάλο από τα Εξάμπελα, τον Γιάννη του Διαμάντου, ο οποίος λίγους μήνες πριν μίσεψε για το τελευταίο μεγάλο ταξίδι.
Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης συνεχίζει:
«Το «Ιόνιο» άφησε πραγματικά μεγάλη ιστορία. Και παρόλο που ήταν ένα βαπόρι δύσκολο τόσο για τον καπετάνιο όσο και για το πλήρωμα του, όλα γίνονταν πιο εύκολα χάρη στο καλό οικογενειακό κλίμα που υπήρχε μέσα στο πλοίο. Ήταν καλές και αγνές εποχές Οι πλοιοκτήτες ήταν συνεχώς δίπλα στο πλήρωμα εκείνες τις εποχές. Και όποιος ήθελε χρήματα, οι πλοιοκτήτες ήταν έτοιμοι να του καλύψουν οποιαδήποτε ανάγκη. Ο μικρότερος μέσα το πλοίο ήταν 10 χρόνια μέσα στο καράβι. Όποιος πήγαινε μέσα δεν έφευγε».
Ο Μηνάς ο Σταθάκης από τα Βάτικα της Λακωνίας ήταν πιο γνωστός και είχε περισσότερες συναναστροφές με τον κόσμο. Ο Βασίλης ο Μανούσος έμενε περισσότερο στο γραφείο του. Ήταν επιχειρηματίες που ξεκίνησαν από αλιείς και χάρη στην τύχη τους και την εξυπνάδα τους κατάφεραν και έκαναν αυτά τα πλοία στα οποία ο κόσμος έφαγε γλυκό ψωμί. Τα πλοία ήταν ο «Κανάρης», το «Ιόνιον» και το «Μήλος Εξπρές». Είχαν ακόμα και ένα άλλο ferry boat, το «Νήσος
Ρόδος», το πρώην «Ρεννέτα» του Κώστα Λάτση. Στο πλοίο αυτό σημειώθηκε φωτιά και, ευτυχώς, δεν υπήρχαν θύματα. Καπετάνιος τότε στο «Νήσος Ρόδος» ήταν ο καπετάν-Γιώργης Σιγάλας και στο σημείο του ατυχήματος έσπευσε να βοηθήσει ο καπετάν-Κούλης Μαστροκόλιας με το «Αλκυών».
Στην Ελαφόνησο ο πρώτος καταπέλτης που έπεσε ήταν αυτός της παντόφλας «Ελαφόνησος». Και το πρώτο πλοίο κλειστού τύπου ήταν το επιβατηγό/οχηματαγωγό «Κυκλάδες» των αδελφών Αγαπητού.
Στο «Ιόνιον», ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης έμεινε μέχρι το 1990. Και στην πορεία έπιασε στο πλοίο αυτό πλοίαρχος γύρω στο 1987. Το 1988 πήγε στην Αγγλία για να παραλάβει το «Μήλος Εξπρές» (πρώην “Vortigern”).
«Το πλοίο το φέραμε στο Πέραμα για τη μετασκευή του και την πρώτη ημέρα των ταξιδιών του το πλοίο παραδόθηκε στον πλοίαρχο Γιώργη Σιγάλα. Και εγώ τότε γύρισα πλοίαρχος στο καράβι μου, το «Ιόνιον».
Ο καπετάν-Βασίλης θα μείνει στο «Ιόνιον» μέχρι το 1990. Όμως ο φόρτος εργασίας ήταν ιδιαίτερα βαρύς, μιας και στα δρομολόγια που αναφέρθηκαν παραπάνω προστέθηκε και ένα ακόμα δρομολόγιο άγονης γραμμής για Ανατολικές Κυκλάδες, από Πειραιά για Σύρο-Πάρο-Νάξο –Ηρακλειά-Σχοινούσα-Κουφονήσι-Κατάπολα-Αιγειάλη-Δονούσα-Αστυπάλαια. «Με το πλοίο αυτό συμπλήρωνα σε μια εβδομάδα εβδομήντα τρεις προσεγγίσεις. Και το συγκεκριμένο πλοίο ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για όλες αυτές τις προσεγγίσεις. Κύθηρα-Ανατολικές Κυκλάδες-Κύθηρα-Δυτικές Κυκλάδες. Κάπου εκεί κουράστηκα και έφυγα από το «Ιόνιον».
Πολύ γρήγορα βρέθηκε στο «Μαρθάκι» της εταιρείας του Μοίρα.
«Κάθε Σεπτέμβριο παίρναμε από τα Κύθηρα έναν άνθρωπο με ένα τρακτέρ με δύο βυτία που τα έφερνε στο Καστέλι για να φορτώσει μούστο. Και μετά έφερνε τον μούστο στα Κύθηρα και έπαιρναν τα γεροντάκια για να έχουν το κρασάκι τους. Συχνά τον περιμέναμε για να τον εξυπηρετήσουμε. Και κάποια στιγμή έγινε μια παρεξήγηση στο καράβι και το θέμα έφτασε μέχρι τα γραφεία. Ρωτήθηκα από τον Μηνά το Σταθάκη και του εξήγησα ότι καθυστέρησα την αναχώρηση του πλοίου για να περιμένω αυτόν τον άνθρωπο να φέρει και το δεύτερο βυτίο με τα μούστο. Του τόνισα ότι για μένα το βαπόρι έκανε άγονη γραμμή και το να περιμένω αυτόν τον άνθρωπο που κουβαλούσε το μούστο ήταν μια κοινωνική παροχή για το νησί». Και ο Μηνάς ο Σταθάκης μου τόνισε «Είσαι λεβέντης και έτσι θέλω να κάνεις. Εμείς θα κάνουμε άγονη γραμμή και θα προσφέρουμε». Αυτές ήταν οι αρχές του Μηνά του Σταθάκη.
Ο Μηνάς ο Σταθάκης ήταν δεινός ψαράς. Τον παίρναμε συχνά μαζί μας στις Κυκλάδες τα Σαββατοκύριακα. Και αυτός πολλές φορές πήγαινε να ψαρέψει με το καΐκι του πράκτορα. Και, ειδικά τον Μάϊο και τον Ιούνιο έπιανε πάρα πολλές μένουλες. Ήταν τόσο δεινός, αλλά και τόσο τυχερός ψαράς που οι ποσότητες των ψαριών που έπιανε ήταν πολύ μεγάλες, ακόμα και 15 τελάρα με ψάρια. Και όταν επιστρέφαμε στον Πειραιά, όλα τα μέλη του πληρώματος περνούσαν από τη σκάλα και αυτός τους γέμιζε μια σακούλα με δυο-τρία κιλά μένουλες. Και επειδή οι μένουλες ήταν πολλές και περίσσευαν, έρχονταν και οι λιμενικοί, οι ταξιτζήδες και διάφοροι του λιμανιού και έπαιρναν και αυτοί με τη σειρά τους μένουλες. Και στα γραφεία της εταιρείας στο Μέγαρο Τυπάλδου, συχνά τον έβλεπε κανείς να μπαλώνει δίχτυα.
«Κάθε Κυριακή στο δρομολόγιο της επιστροφής για Πειραιά με το «Ιόνιον» γινόταν μάχη για το ποιο φορτηγό θα πρωτομπεί στο καράβι, αλλά και με ποιον τρόπο θα μπει. Από τη Μήλο είχαμε τότε πολλά φορτηγά, καθώς οι Βαμβακάρηδες είχαν, ήδη, αγοράσει αρκετά μεγάλα φορτηγά. Στη Σίφνο θυμάμαι το Μάμιδα και τον Αγγελά. Το «Ιόνιον» έπαιρνε 12 φορτηγά και 40 αυτοκίνητα, ή 85 αυτοκίνητα αν έπαιρνε μόνο αυτοκίνητα. Και με την εταιρεία του καπετάν-Κώστα του Βεντούρη υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός, αλλά ποτέ δεν φτάναμε στα άκρα. Το «Κίμωλος» ήταν και αυτό ένα θαυμάσιο βαπόρι. Όμως, η αγάπη της γραμμής ήταν το «Ιόνιον». Τους πολλούς και καλούς πελάτες τους είχε το «Ιόνιον». Ο κόσμος το ένιωθε σαν το σπίτι του. Και η χαρά των μικρών παιδιών ήταν να έρθουν στη γέφυρα και να σφυρίξουν. Η σφυρίχτρα του ήταν η πιο γλυκιά σφυρίχτρα. Και δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βεράντα του πλοίου με το ξύλινο κατάστρωμα. Και η ταχύτητα του πλοίου ήταν αρκετά καλή για την εποχή. Ειδικά μετά τη δεξαμενή, πιάναμε άνετα τα 17 μίλια».
Και φθάνουμε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή τον Οκτώβριο του 1992 όταν το «Ιόνιον» προσάραξε στη Γραμβούσα με πλοίαρχο τον καπετάν-Ανδρέα Μπενάκη:
«Ένα πρωϊνό του Οκτωβρίου βρισκόμουν στο Γύθειο με το «Μάρθα». Με φωνάζει ο πράκτορας, ο Θόδωρος ο Ροζάκης, και μου λέει ότι με θέλει ο Μηνάς ο Σταθάκης. Τον παίρνω τηλέφωνο και μου λέει «Βασίλη, βοήθα με. Το «Ιόνιον» είναι σκαρωμένο στη Γραμβούσα. Θέλω να πας να μου το ξεφορτώσεις με το «Μάρθα». Του απάντησα ότι εγώ ήμουν πανέτοιμος και το μόνο που ζήτησα ήταν να συνεννοηθεί πρώτα με την εταιρεία».
«Πράγματι, πήρα ένα σήμα από το λιμεναρχείο για να πάμε να πάρουμε τα οχήματα από το «Ιόνιον». Το σήμα όριζε ότι το όλο operation θα πραγματοποιηθεί με ευθύνη των δύο πλοιάρχων. Και, συνιστούσε μόνο να γίνει η επιχείρηση με καλές καιρικές συνθήκες. Πράγματι, πήγαμε, ρίξαμε τον καταπέλτη στον καταπέλτη του «Ιόνιον» και πήραμε όλα τα οχήματα από το «Ιόνιον» και μαζί με αυτά και μία μπουλντόζα 70 τόνων. Και πήγαμε στη Νεάπολη και αποβιβάσαμε τα αυτοκίνητα. Το πλοίο έμεινε σκαρωμένο στη Γραμβούσα μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 1992, ανήμερα του Αγίου Νικολάου. Την ημέρα εκείνη έφυγε από τον κόσμο ο καπετάν-Γιώργης ο Σιγάλας και την ίδια ημέρα εχάθηκε και το «Ιόνιον» από την επιφάνεια της θάλασσας. Εβυθίσθη την ημέρα εκείνη. Μέχρι την ημέρα εκείνη φαινόταν το κατάρτι του. Και στους δύο μήνες που μεσολάβησαν το πλοίο έγερνε ολοένα και περισσότερο κάθε μέρα που περνούσε, μέχρι που χάθηκε οριστικά».
Όταν ο ίδιος αντίκρυσε το «Ιόνιον» σκαρωμένο πάνω στο βράχο ένιωσε πολύ άσχημα, δύσκολα συναισθήματα, μιας και στο πλοίο αυτό μεγάλωσαν και τα τρία του παιδιά. Και δεν θα ήθελε ποτέ να έχει την τύχη να αναλάβει ο ίδιος αυτή τη μεταφορά των οχημάτων από το αγαπημένο του πλοίο. Όμως, έπρεπε να το κάνει για να τιμήσει αυτή τη λαμαρίνα που ήταν εκεί και πάλευε με τα κύματα να βυθιστεί.
Ο καπετάν-Βασίλης ταξίδεψε σε μια άλλη εποχή, ολότελα διαφορετική από τη δική μας.
Ταξίδευαν τότε άνθρωποι που δεν είχαν οικονομική άνεση. Και όταν βρισκόμασταν με απαγορευτικό για μία και δύο ημέρες, οι άνθρωποι δεν είχαν την άνεση να πάνε να φάνε σε εστιατόριο. Και τότε έλεγα στον Μηνά το Σταθάκη να τους ετοιμάσουμε μία μακαρονάδα και αυτός φυσικά αμέσως συμφωνούσε. Και τους δίναμε και κρεβάτι.
«Μια φορά πηγαίναμε στην Κίμωλο με το «Ιόνιον» με σορόκο 7-8 μποφώρ. Το πλοίο δεν ήταν δυνατόν να προσεγγίσει στην Κίμωλο, καθώς το κύμα σκέπαζε για τα καλά το μόλο. Η μόνη επιβάτις για το νησί ήταν μια γιαγιά. Μόλις βάλαμε ρότα για τη Μήλο, η γιαγιά ανέβηκε στη γέφυρα για να διαμαρτυρηθεί για τη μη προσέγγιση στο νησί. Της είπα ότι θα πάμε στη Μήλο, θα της δώσουμε κρεβάτι σε μια καμπίνα και θα φάει στο καράβι και το πρωΐ που θα είναι σπασμένος ο καιρός θα την αφήσουμε στην Κίμωλο. Η γιαγιά τότε μου λέει ότι δεν της αρέσει το φαΐ του καραβιού και προτιμά να φάει έξω». Και τότε ο καπετάν-Βασίλης έβγαλε και της έδωσε εκατό δραχμές και η γιαγιά τα πήρε.
«Με το «Ιόνιον» πρόλαβα την Κίμωλο χωρίς μόλο και η αποβίβαση γινόταν με λάντζες. Το ίδιο γινόταν και στα Αντικύθηρα και στην Ελαφόνησσο, αποβίβαση με λάντζες. Στο Κυπαρίσσι είχαν, αρχικά, μια βουλιαγμένη μαούνα και την είχαν κάνει μόλο με τσιμέντο. Αργότερα έκαναν κανονικό λιμάνι στο χωριό και πηγαίναμε εκεί και το «Θησεύς». Με το «Θησεύς» πιάσαμε κάποιες φορές και στον Γέρακα, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια οι επιβάτες για τα λιμάνια αυτά μειώνονταν και σιγά-σιγά τα λιμάνια κόπηκαν από το δρομολόγιο.
Όταν πρωτοπήγα στο «Ιόνιον» υπήρχε ακόμα η άγονος γραμμή του Πόρτο-Κάγιου, κάτω από το Γύθειο. Ήταν το τελευταίο ταξίδι που γινόταν εκεί. Κει μπήκαμε και στο Πόρτο-Κάγιο, όπου η αποβίβαση γινόταν με βάρκες.
Στα Αντικύθηρα είχαμε πολλά προβλήματα και χάναμε προσεγγίσεις, ειδικά όταν η αποβίβαση γινόταν ακόμα με βάρκες. Οι άνθρωποι αυτοί περίμεναν να τους πάμε αλεύρι, φάρμακα. Μια γερόντισσα στα Αντικύθηρα ζύμωνε και περίμενε να της πάμε το αλεύρι από την Κρήτη για να ζυμώσει. Και κάποια φορά κάναμε 10 μέρες να πιάσουμε και η γιαγιά περίμενε το αλεύρι για να κάνει ψωμί»
Αυτό είναι το «Ιόνιον» και αυτός είναι ο κόσμος της παλιάς ακτοπλοΐας.
Ο καπετάν-Βασίλης Λεονταράκης μας τον περιέγραψε με τρόπο γλαφυρό.
Ως KAIPOUTHEOS.GR αφιερώνουμε το μικρό αυτό αφιέρωμα στη μνήμη του καπετάν-Γιώργη Σιγάλα, του Μηνά Σταθάκη,του Βασίλη Μανούσου, του Παναγιώτη Πασσάκου, του Γιάννη του Βασσάλου και όλων όσων ταξίδεψαν με τα πλοία με το «ΣΜ» και έχουν φύγει για να συναντήσουν το «ΙΟΝΙΟΝ» και το «ΜΗΛΟΣ ΕΞΠΡΕΣ» σε πιο γαλήνιες και ήρεμες θάλασσες.
ΠΗΓΗ .kaipoutheos.gr