Ιστορικά
στοιχεία
Η Ελαφόνησος βρίσκεται στην αρχή του
ανατολικού τμήματος εισόδου του Λακωνικού Κόλπου, δυτικά του Μαλέα και βόρεια
των Κυθήρων. Η έκτασή της είναι 20 τ.χλμ. Απέχει μόλις 350 μέτρα από την
απέναντι ακτή (Πούντα) με την οποία ήταν κάποτε ενωμένη, σχηματίζοντας τη
Χερσόνησο ‘’Όνου Γνάθο’’, όπως αναφέρει ο καταξιωμένος Ελαφονησιώτης,
πανεπιστημιακός και συγγραφέας, Κων/νος Μέντης (1993:6,11,39,40).
Κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά τη
νεολιθική περίοδο, ανάμεσα στο 6000-3500 π.Χ.(ο.π.:11).
Το 375 μ.Χ. ένας τρομακτικός σεισμός
έπληξε την Πελοπόννησο, δημιούργησε τεράστια παλιρροϊκά κύματα και μετέτρεψε τη
Χερσόνησο σε νησί (Ελαφονήσι). Η μετατροπή της χερσονήσου σε νησί έγινε
σταδιακά. Ως και το 1677μ.χ., μπορούσε κανείς να περάσει στο νησί σχεδόν
περπατώντας. (ο.π.:40-41).
Πειρατεία και ερήμωση
Μέχρι το 1893 το Στενό της Ελαφονήσου,
όπου βρίσκονται οι ξακουστές δίδυμες παραλίες του Σίμου και του Σαρακήνικου,
αποτελούσε το μοναδικό σύντομο θαλάσσιο δρόμο επικοινωνίας μεταξύ ανατολικής
και δυτικής Ελλάδας. Τη ρότα αυτή ακολούθησαν και οι Άραβες (674-678) όταν
πραγματοποίησαν την πρώτη τους εκστρατεία προς την Κωνσταντινούπολη. Σε μια απ’
τις επιδρομές, στα μέσα του 9ου αιώνα, οι Σαρακηνοί κατέλαβαν την Ελαφόνησο και
κατάσφαξαν όλους τους κατοίκους της
(ο.π.:40) .
Η Ελαφόνησος έκτοτε θα παραμείνει έρημη
κι' ακατοίκητη για χίλια περίπου χρόνια…
Τη χιλιετία αυτή το νησί θα τεθεί, διαδοχικά, υπό την κυριαρχία
των Σαρακηνών, Φράγκων, Ενετών, Τούρκων, Τουρκορώσων, Γάλλων και Άγγλων
(ο.π.:97).
Οριστική
ένωση της Ελαφόνησου με την Ελλάδα
στις
6 Ιουλίου του 1850
Η εικόνα της Ελαφονήσου μερικές δεκαετίες μετά την απελευθέρωσή της. Στην Β.Α. παραλία του οικισμού (στο σημερινό
παλαιό λιμάνι ) διακρίνονται τα ιστιοφόρα και τα κωπήλατα πλεούμενα του νησιού.
Τα άλμπουρα των μεγάλων καϊκιών ξεπερνούν κατά πολύ ακόμη και τα διώροφα
παραλιακά σπίτια. (Φωτ. από το βιβλίο: Μέντης Κων/νος «Ελαφονήσι το Σμιγοπέλαγο Νησί», εκδόσεις
Λαφονησιώτικη βιβλιοθήκη, Πειραιάς 1993)
Από το 1800 η Ελαφόνησος υπαγόταν στα
Ιόνια νησιά, ως “εξάρτημα’’ των Κυθήρων. Το 1815 η Ιόνιος Πολιτεία περνούσε
στην αγγλική προστασία. Το 1828, στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου, αποφασίστηκε ότι
“η Πελοπόννησος, τα κοντινότερα με αυτή
νησιά και οι Κυκλάδες με εγγύηση των δυνάμεων μένουν ελεύθερα μέχρι να
αποφασιστεί οριστικά η τύχη της Ελλάδος’’. Παρόλο που το νησί ανήκε
στην Ιόνιο Πολιτεία, ο Καποδίστριας, εκμεταλλευόμενος τον ορισμό “τα κοντινά με
την Πελοπόννησο νησιά’’, είτε παρακίνησε εγκατάσταση Ελλήνων στο νησί, είτε
ευνόησε την παραμονή όσων είχαν εγκατασταθεί εκεί κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Το 1829 ο Καποδίστριας έκανε πληθυσμιακή απογραφή στην Ελαφόνησο όπου
αναγράφεται ότι υπήρχαν 17 οικογένειες, ενώ το σύνολο των κατοίκων ήταν 29
άτομα.
Με τον τρόπο αυτό ο Καποδίστριας προέβη
στη de facto προσάρτηση της Ελαφονήσου στην Ελλάδα. Ακολούθησε αγγλοελληνική
διένεξη που κορυφώθηκε το 1849-1850 (ο.π.:92).
Τελικά, στις 6 Ιουλίου του 1850, ο υπουργός των εξωτερικών Ανδρέας Λόντος,
υπέγραψε σύμβαση με την Αγγλία με την οποίαν η Ελαφόνησος ενώνεται οριστικά με
την Ελλάδα.
Σημείωση:Την επέτειο της ένωσής της με την
Ελλάδα (θεσπίστηκε με ειδικό Προεδρικό Διάταγμα: 54/2003)
γιόρτασε
για πρώτη φορά η Ελαφόνησος στις 6 Ιουλίου του 2003, μετά από 153 ολόκληρα
χρόνια.
Ξανακατοίκηση
της Ελαφονήσου
Το
1835 ο Τζανετάκης Γρηγοράκης,από τη γνωστή και ξακουστή μανιάτικη οικογένεια
των Γρηγοράκηδων,υπέβαλε στην κυβέρνηση του Όθωνα αίτηση για να σχηματίσει
μανιάτικο συνοικισμό στην Ελαφόνησο. Η κυβέρνηση αυτή ενέκρινε το αίτημά του,
αλλά ο συνοικισμός αυτός θα έπρεπε να γίνει με Σουλιώτικες προδιαγραφές. Οι
Μανιάτες,όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκαν. Την 1η Μαρτίου 1837 η κυβέρνηση εξέδωσε
νέο διάταγμα που αφορούσε την Ελαφόνησο αποκλειστικά και καθόριζε τον τρόπο του
συνοικισμού της (ο.π.:94).
Απότοκος
αυτού του διατάγματος ήταν η Ελαφόνησος να ξανακατοικηθεί και επίσημα στα μέσα
του 19ου αιώνα. Η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα κτίστηκε με τη πρωτοβουλία της γνωστής
Μανιάτικης οικογένειας των Γρηγοράκηδων («κτήτορες Πασχάλης Γερακάρης και
Φλωρούσα Δραγονίτσα σύζυγός του») το 1858 και ανακαινίστει το 1862. Επίσης ήρθαν κι άλλοι Μανιάτες, Κυθήριοι, Βατικιώτες, Κρητικοί.
Προπολεμική Ελαφόνησος
Οι
νέοι αυτοί κάτοικοι του νησιού, για να μεταφερθούν στην απέναντι κοντινή
πελοποννησιακή ακτή (Πούντα) χρησιμοποιούσαν κωπήλατες βάρκες. Με την πάροδο
των χρόνων, όμως, πλήθυναν οι κάτοικοι που έπρεπε καθημερινά να μεταβαίνουν
στην Πούντα. Τα πρώτα απογραφικά στοιχεία, που χρονολογούνται το 1930, μας
πληροφορούν ότι οι κάτοικοι του νησιού ήταν 287. Πολλοί από αυτούς ήταν αγρότες
που είχαν τα κτήματά τους στον Κάμπο. Έτσι καθιερώθηκαν καθημερινά δρομολόγια
από επαγγελματίες βαρκάρηδες. *Τα δρομολόγια εκτελούσαν βάρκες (σκαλιέρικα στη
ντοπιολαλαλιά της Ελαφονήσου). Οι βάρκες αυτές προσέγγιζαν την παραλία της
Πούντας, καθώς δεν υπήρχε την εποχή εκείνη λιμάνι στο Αντινόγναθο ( Υπόστεγο).
** Οι Λαφονησιώτες και οι επισκέπτες του νησιού για να αποβιβαστούν στην Πούντα
έπρεπε να αφαιρέσουν τα παπούτσια τους (να ξυποληθούν).
*Το λιμάνι χτίστηκε τη δεκαετία του 50.
**Θα γίνει αναφορά σε αυτούς σε επόμενη
δημοσίευση.
Οι
βάρκες που εκτελούσαν το δρομολόγιο αυτό, αρχικά είχαν δύο κουπιά. Αργότερα, επειδή οι επιβάτες αυξήθηκαν,
“μπήκαν στη γραμμή αυτή” μεγαλύτερες βάρκες με έξι κουπιά. Κουπιά “τραβούσαν”
οι νεώτεροι επιβάτες της βάρκας γυναίκες και άντρες. Στη βάρκα επέβαιναν
άνθρωποι, αλλά και ζώα (άλογα, βόδια). Συχνότερα όμως, τα ζώα αυτά τα έδεναν
από το χαλινάρι και τα τραβούσαν. Αυτά ακολουθούσαν τη βάρκα και έφταναν
κολυμπώντας στην Πούντα. Τα γαϊδούρια όμως, επειδή δε γνώριζαν καλό
κολύμπι, επιβιβάζονταν στη βάρκα μαζί με
τους ανθρώπους.
Η ιστορική αυτή αναδρομή έγινε για να δοθεί το
στίγμα της περιοχής, η χρονική στιγμή και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε
χώρα το παρακάτω περιστατατικό:
Ήταν ένα ήσυχο αυγουστιάτικο πρωινό του 1938. Το μελτέμι της προηγούμενης
μέρας είχε κοπάσει και η θάλασσα ήταν ήρεμη και γαλήνια. Με την πρώτη βαρκάδα
ξεκίνησαν (όπως κάθε πρωί), οι αγρότες του νησιού με τις οικογένειές τους για
να μεταβούν στα χωράφια τους, που βρίσκονταν στην απέναντι στεριά, όπως
προαναφέρθηκε. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν ο Παναγιώτης Λιάρος (Μπολσεβίκος), ο
Παναγιώτης Λαλούσης, ο Βασίλης Αρώνης (Βασιλόγιωργης), ο Λάμπης ο Μέντης
(Χρηστάκος), οι αδελφοί Αντώνης Μέντης
(Παπαδαντώνης), Παναγιώτης Μέντης (Παπαδόποτης), Χριστόφορος Μέντης
(Παπαδάκος), ο Κωνσταντίνος Μέντης (Κωστούλιας) με τους γιους του Σπύρο και
Γιώργο.
Στη βάρκα, επίσης, επέβαιναν και πολλές
Λαφονησιώτισσες εργάτριες, που εργάζονταν στα κτήματα των παραπάνω παραγωγών. Η κωπήλατη βάρκα με τα έξι κουπιά έσκιζε αργά τα σμαραγδένια νερά
του καναλιού που ενώνει την Ελαφόνησο με την Πούντα. Καπετάνισσα της βάρκας
(σκαλιέρισσα) ήταν η Παναγιώτα Αρώνη (Τσουλίνα) και βοηθός της η κόρη της,
Κανέλλη. Έξι επιβάτες κωπηλατούσαν. Η θάλασσα ήταν αρυτίδωτη. Ο ουρανός είχε
βαφτεί με τριανταφυλλένια χρώματα καθώς ο ήλιος μόλις ξεπρόβαλε από τον
Καβομαλιά. Μέσα σ' αυτό το ειδυλλιακό τοπίο και σ' αυτή την ηρεμία, οι μόνοι
ήχοι που ακούγονταν ήταν ο ρυθμικός παφλασμός των κυμάτων που σχημάτιζαν οι
κωπηλάτες με τα κουπιά τους και ο απαλός θόρυβος που έκαναν τα κουπιά επάνω
στους σκαρμούς.
Ξαφνικά την προσοχή τους τράβηξε ένας παράξενος,
πρωτόγνωρος και πρωτάκουστος για τους Ελαφονησιώτες αγρότες, ήχος. Βρίσκονταν
κοντά στη”Σπίθα”, στο νησάκι Σταυρός. Κοίταξαν προς την πλευρά του Καλόγερα από
όπου ερχόταν ο ήχος και είδαν να έρχεται προς το μέρος τους ένα μεγάλο
ολοκαίνουριο, κατακόκκινο καΐκι, το οποίο εκινείτο με μεγάλη ταχύτητα. Στο τιμόνι
του πλεούμενου ήταν ο δεκαοχτάχρονος, αγέρωχος και ατρόμητος θαλασσόλυκος,
Πέτρος Αρώνης (Τσουλάκος). Στη μηχανή, πέντε αλόγων, μάρκας “Πετεινάρι”,
καθόταν ο μικρός του αδερφός Γεώργιος Αρώνης (Μούντρος).Το όνομα του σκάφους
ήταν «Παναγία Κοίμηση» αφιερωμένο στην Παναγία την Κατωνησιώτισσα. Η σκηνή που επικράτησε δε δύναται να
περιγραφεί με λόγια. Οι επιβάτες της κωπήλατης βάρκας άρχισαν να αναφωνούν από
συγκίνηση και θαυμασμό και σήκωναν τα χέρια τους για να χαιρετίσουν και να
καλωσορίσουν το καινούριο σκάφος. Ο Παναγιώτης ο Μέντης (Παπαδόποτης),
ενθουσιασμένος έβγαλε την τραγιάσκα του κι άρχισε να ξεφωνίζει. “Κοιτάξτε βρε
μεγαλεία το νησί μας”, θέλοντας να καταστήσει γνωστό σε όλα τα Βάτικα την άφιξη
του πρώτου μηχανοκίνητου σκάφους στην Ελαφόνησο.
Η μητέρα κι η αδελφή του έφηβου καπετάνιου
συγκινημένες αγκαλιάζονταν και έκλαιγαν από χαρά και περηφάνια για τον ατρόμητο
γιο και αδελφό, αντίστοιχα, αλλά και για το νέο του απόκτημα. Το πλεούμενο αυτό
είχε ναυπηγηθεί στην Καλαμάτα και τώρα ολοκαίνουργο ξεκινώντας από το
Μεσσηνιακό κόλπο, έσκιζε τα νερά του Λακωνικού. Αυτό ήταν το παρθενικό του
ταξίδι. Δεν πέρασαν ούτε δύο λεπτά και το τρεχαντήρι τούς προσέγγισε, πέταξε
έναν κάβο (χοντρό σκοινί) να τους ρυμουλκήσει. Τα κουπιά εγκαταλείφθηκαν από
την ημέρα εκείνη και για πάντα. Στο εξής θα φυλάσσονταν στο χρονοντούλαπο της
Ιστορίας. Το δρομολόγιο Ελαφόνησος-Πούντα θα εκτελούσε πλέον το κόκκινο
μηχανοκίνητο τρεχαντήρι. Επίσης θα ξεκινούσε ένα νέο εβδομαδιαίο δρομολόγιο που
θα ένωνε την Ελαφόνησο με την πρωτεύουσα των Βατίκων, τη Νεάπολη. Σε μερικά
μόλις λεπτά το μηχανοκίνητο σκάφος και η ρυμουλκούμενη βάρκα, προσέγγιζαν τη
ροζ αμμουδερή παραλία της Πούντας.
Ο ερχομός αυτού του σκάφους σηματοδοτούσε μια νέα εποχή για την
Ελαφόνησο
Το τρεχαντήρι αυτό ήταν το πρώτο μηχανοκίνητο
μέσον που κατέπλεε στο νησί.
Όπως κάθε καινούριο επίτευγμα της τεχνολογίας,
έτσι κι' αυτό έτυχε ιδιαίτερου θαυμασμού και αποδοχής. Το σκάφος αυτό απέκτησε,
ιδιαίτερα στα μάτια του εντεκάχρονου, τότε, Γιώργου Μέντη, μυθικές διαστάσεις
και οι σκηνές που εκτυλίχτηκαν από τους μεγαλύτερους μπροστά στα παιδικά του
μάτια, έμειναν για πάντα ζωηρά χαραγμένες στη μνήμη του.
Υ.Γ. Στην Ελαφόνησο του 21ου αιώνα, τρία
οχηματαγωγά εκτελούν καθημερινά το δρομολόγιο Ελαφόνησος-Πούντα. Στα δύο απ'
αυτά πλοιοκτήτης είναι ο Σταύρος Τσιριγωτάκης και του τρίτου, πλοιοκτήτης ο
καπεταν-Μπάμπης Αρώνης (Κατσίμπης), γιος του τολμηρού καπετάνιου, Πέτρου Αρώνη,
που συνεχίζει επάξια την οικογενειακή του παράδοση. Επίσης, εκτός από τα
προαναφερθέντα οχηματαγωγά, τη γραμμή αυτή εκτελούν και τα
επιβατηγά σκάφη (σκαλιέρικα) “Αγωνιστής”
και “Βασίλης Παπούλης”. Σκαλιέρηδες είναι ο ατρόμητος
θαλασσόλυκος Μπάμπης Παπούλιας (Αγωνιστής) και η κόρη του Μιράντα, η οποία
ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα της .
Την ιστορία αυτή μου τη διηγήθηκε ο
πολυαγαπημένος μου θείος και καταξιωμένος Ελαφονησιώτης επιχειρηματίας, Γεώργιος Μέντης (Γιωργούλης). Ήταν τότε
μόλις 11 ετών. Το περιστατικό αυτό το οποίο χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του,
θέλησε να το μοιραστεί με τις νεώτερες λαφονησιώτικες γενιές. Η αφήγησή του
ήταν τόσο παραστατική, καθώς ανακαλούσε στη μνήμη του το περιστατικό αυτό, το
πρόσωπό του έλαμπε, θαρρείς και έβλεπε μπροστά του το τρεχαντήρι να καταφτάνει
και άκουγε τα ξεφωνητά και τις επευφημίες των συγγενών και συγχωριανών του, οι
περισσότεροι εκ των οποίων τώρα ταξιδεύουν στα περιβόλια του Παραδείσου.
Πηγές:
Προφορική αφήγηση:Μέντης
Γεώργιος
Βιβλιογραφία:
Μέντης Κων/νος «Ελαφονήσι το Σμιγοπέλαγο Νησί», Εκδόσεις Λαφονησιώτικη βιβλιοθήκη, Πειραιάς 1993
ΜΕΝΤΗ - ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ (Σύνη) του
Σπυρίδωνος,
Καθηγήτρια – Νομικός, μ. Συλλόγου Επιστημόνων Ελαφονήσου
http://sullogos-epistimonwn-elafonisos.blogspot.gr/p/blog-page_23.html
kithiraikanea.blogspot.g