Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΞΕΒΡΑΣΕ ΝΕΚΡΑ ΨΑΡΙΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ?

Οφείλουμε να καταγράψουμε το γεγονός περιμένοντας κάποια απάντηση από τους ειδικούς.
Τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται το φαινόμενο των νεκρών ψαριών σε παραλίες της Αγίας Πελαγίας.
Οι φωτογραφίες που δημοσιεύουμε είναι από την παραλία της Κακιάς Λαγκάδας. 
Βλέπουμε νεκρά ψάρια να τα έχουν ξεβράσει τα κύματα...
ΑDELIN 107,3 FM







ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΕΝΝΙΑ.Συνάντηση μου με τον Γενικό Γραμματέα του Υπ. Διοικ. Ανασυγκρότησης

Συνάντηση μου με τον Γενικό Γραμματέα του Υπ. Διοικ. Ανασυγκρότησης
Την Τρίτη 23.10.18 πραγματοποιήθηκε συνάντηση μου, με τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ. Γρηγόρη Θεοδωράκη και με εκπροσώπους του Δ.Σ του Πανελληνίου Συλλόγου Εργαζομένων στα Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης παιδιών και παιδιών με αναπηρία (ΠΑΣΕΚΔΑΠ), τον κ.Αυγουλά Βαγγέλη, δικηγόρο και πρόεδρο του Οίκου του Ναύτου, την κα Σαββατιανού Χρυσούλα, αντιπρόεδρο και τον κ. Ανεστόπουλο Γιάννη, γραμματέα.
Υπήρξε μία γόνιμη διαβούλευση σε πρώτο στάδιο και θα ακολουθήσει εκ νέου συνάντηση, με γνώμονα την επίλυση των καίριων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εν λειτουργία δομές, καθώς και τα πολυετή εργασιακά θέματα των εργαζομένων, των οποίων η απασχόληση βασίζεται σε συμβάσεις ορισμένου χρόνου και συμβάσεις έργου.
"Η προσπάθεια θα συνεχιστεί, τόσο με το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης όσο και με τα άλλα Υπουργεία σχετιζόμενα των ζητημάτων τους, με βασικό μέλημα την εξεύρεση βέλτιστων, αλλά και βιώσιμων εφαρμογών, σεβόμενη πάντα τον δίκαιο αγώνα και κυρίως το έργο ήθους και παραδειγματισμού που προσφέρουν καθημερινά, για την πνευματική και φυσική αγωγή των παιδιών."

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΥΘΗΡΩΝ ΓΙΑ ΤΑ 50ΧΡΟΝΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ Κ.ΣΕΡΑΦΕΙΜ


Ὁ ἐγρηγορῶν Ἐπίσκοπος Καρυστίας κ.Σεραφείμ
καί οἱ σύν αὐτῷ ἀναδειχθέντες Ἐπίσκοποι τῆς περιόδου 1967-1973*


Ἀνταποκρινόμενος ὅλῃ καρδίᾳ εἰς τήν πρότασιν τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς συγκροτήσεως Τιμητικοῦ Τόμου πρός τιμήν τοῦ πολυσεβάστου μοι Σεπτοῦ Ποιμενάρχου Καρυστίας καί Σκύρου κ.Σεραφείμ, συνέταξα βαθυσεβάστως καί ἀποστέλλω τήν παροῦσα ταπεινή σύντομη μελέτη συγχαίρων ἀπό καρδίας διά τό συμπληρούμενον χρυσοῦν Ἰωβηλαῖον Ἀρχιερωσύνης τοῦ πολιοῦ αὐτοῦ καί ἐκλεκτοῦ Ἱεράρχου τῆς Ἑλλαδικῆς μας Ἐκκλησίας καί εὐχόμενος ὁλοψύχως ἵνα ὦσι τά ἔτη τοῦ ἁγίου Καρυστίας ὡς πλεῖστα, ὑγιεινά, ἀγλαόκαρπα καί θεοχαρίτωτα.
*Ἐκ προοιμίου δηλώνεται ὅτι τό δεύτερο μέρος τῆς παρούσης μελέτης τοῦ Σεβ.Μητροπολίτου μας κ.Σεραφείμ, ἤτοι: «καί οἱ σύν αὐτῷ ἀναδειχθέντες Ἐπίσκοποι τῆς περιόδου 1967-1973», ἀπερρίφθη ὑπό τῆς 7μελοῦς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Τιμητικοῦ Τόμου (μειοψηφήσαντος τοῦ σεβαστοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ κ.Ἀνέστη Κεσελοπούλου) κατά τρόπον ἀνοίκειον, αὐθαίρετον καί ἀντιδεοντολογικόν.
Ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, ἀπαντῶν εἰς τήν ἀπό 21-6-2017 ἐπιστολήν τοῦ ἁγίου Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱ.Μητροπόλεως Καρυστίας καί Προέδρου τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς (ἡ ὁποία εἶναι διαφορετική ἀπό τήν Ἐπιστημονική Ἐπιτροπή) ἐδήλωσε διά τοῦ ὑπ.ἀριθ. πρωτ.545/17-7-2017 ἐγγράφου του τήν συμμετοχήν του εἰς τόν Τιμητικόν Τόμον διά τοῦ ὡς εἴρηται θέματος , συνέγραψε καί ἀπέστειλε τήν μελέτην του ἐγκαίρως καί μόλις πρό τριμήνου ἡ Ἐπιστημονική Ἐπιτροπή ἀπέρριψε ἀνυποχωρήτως τό δεύτερο ἥμισυ τῆς μελέτης.
Καί ἐπειδή, τό β΄μέρος τῆς ἐν θέματι μελέτης δέν εἶναι ἄσχετο μέ τό α΄μέρος, ἀλλ΄ἔχει ὀργανική σχέσι καί σύνδεσι μέ αὐτό, καί ἐπιπροσθέτως ἀφορᾷ καί εἰς τόν τιμώμενον Ἱεράρχην , ἀναδειχθέντα εἰς Ἐπίσκοπον κατά τήν αὐτήν περίοδον καί κοινωνοῦντα τῶν αὐτῶν χαρακτηριστικῶν γνωρισμάτων μετ΄ἐκείνων, διά τοῦτο κατά λόγον δικαιοσύνης καί δεοντολογίας δημοσιεύεται ἀπεριτμήτως ὁλόκληρος ἡ μελέτη (ἡ ὁποία δέν ὑπερβαίνει τάς 10 σελίδας κατά τήν ὑπόδειξιν τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς ) καί ἐπαφίεται εἰς τήν κρίσιν τοῦ ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ τό ἄν δικαίως ἤ ἀδίκως περιετμήθη ὑπό τῆς προμνησθείσης Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς .

Εἰσαγωγικά
Ἡ ὁλοπρόθυμη συμμετοχή καί πνευματική συνεισφορά μου εἰς τήν συγκρότησιν τοῦ ἀνά χεῖρας Τιμητικοῦ Τόμου ὀφείλεται εἰς τήν πεποίθησίν μου ὅτι ἡ Τοπική Ἐκκλησία Καρυστίας καί Σκύρου, ἀλλά καί ἡ καθόλου Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, στοιχούμενες εἰς τήν Παύλειον προτροπήν «ἀπόδοτε τῷ τήν τιμήν τήν τιμήν»1 ,ἀξιοχρέως καί ὀφειλετικῶς ἀπέδωκαν καί θά ἀποδώσουν τήν προσήκουσαν τιμήν εἰς τόν «ἄγγελον»2 τῆς κατά Καρυστίαν καί Σκύρον Ἐκκλησίας καί Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Ἤδη ἡ Σεπτή Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατά τήν ἔκτακτον Συνεδρίαν της τῆς 9ης Μαρτίου 2017, μετά σχετικήν Ἀπόφασιν καί πρότασιν τῆς Δ.Ι.Σ, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Σεβ. Ἀντιπρόεδρος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ.Νικόλαος ἀνέγνωσε ἐκτενές καί ἐμπεριστατωμένο βιογραφικό σημείωμα μέ λεπτομερῆ ἀναφορά εἰς τά βιογραφικά στοιχεῖα καί τήν πολυσχιδῆ ποιμαντική, πνευματική, πατριωτική καί κοινωνική δρᾶσι τοῦ τιμωμένου Ἱεράρχου, ἐτίμησε τό χρυσοῦν Ἰωβηλαῖον Ἀρχιερωσύνης τοῦ πρεσβυτάτου ἐν τῇ Ἱεραρχίᾳ, κατά τά πρεσβεῖα Ἀρχιερωσύνης, Σεβ. ἁγίου Καρυστίας, ἐπιδώσασα διά τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου Αὐτῆς Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.Ἱερωνύμου τοῦ Β΄τόν Χρυσοῦν Σταυρόν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Καί ἡ προμνημονευθεῖσα Ὀργανωτική Ἐπιτροπή συγκροτήσεως καί ἐκδόσεως τοῦ ἐν θέματι Τιμητικοῦ Τόμου εἶναι ἀξιέπαινη καί ἀξία πολλῶν συγχαρητηρίων διά τήν θεάρεστη αὐτή πρωτοβουλία της. Διότι, κατά τόν λόγον τοῦ ὑψιπέτου ἀετοῦ τῆς Θεολογίας ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, πλέκοντος τό ἐγκώμιον διά τόν ἅγιον Ἀθανάσιον τόν Μέγαν, Πατριάρχην Ἀλεξανδρείας˙ «Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετήν ἐπανέσομαι˙ταὐτόν γάρ, ἐκεῖνον τε εἰπεῖν, καί ἀρετήν ἐπαινέσαι, ὅτι πᾶσαν ἐν ἑαυτῷ συλλαβών εἶχε τήν ἀρετήν, ἤ, τό γε ἀληθέστερον εἰπεῖν, ἔχει...»3, καί τά ἐκλεκτά καί τίμια μέλη αὐτῆς μέ τήν ἀπόδοσιν τῆς ὀφειλομένης τιμῆς εἰς τόν ἐνάρετον τοῦτον καί σοφόν κατά Θεόν οἰακοστρόφον τιμοῦν καί ἐπαινοῦν τήν ἀρετήν. Καί ὁπωσδήποτε εὑρίσκουν, καί ὅλοι τό διαπιστώνομεν, μίαν σπουδαίαν ἀντιστοιχίαν τῶν ἀκολούθως ἐγκωμιαστικῶς λεχθέντων διά τόν Μ.Ἀθανάσιον ˙ «ἦν ὑψηλός μέν τοῖς ἔργοις, ταπεινός δέ τῷ φρονήματι˙ καί τήν μέν ἀρετήν ἀπρόσιτος, τήν ἐντυχίαν δέ καί λίαν εὐπρόσιτος, πρᾷος, ἀόργητος, συμπαθής, ἡδύς τόν λόγον, ἡδίων τόν τρόπον...ἐπιτιμῆσαι γαληνός, ἐπαινέσαι παιδευτικός»4, ἐάν αὐτά προσαρμοσθοῦν εἰς τήν προσωπικότητα καί τήν ἀγαθήν ἐν Κυρίῳ ἀναστροφήν τοῦ Σεβ.Καρυστίας.
Τό θέμα, τό ὁποῖο ἐπέλεξα, ἔχει δύο σκέλη: 1) Τήν ἀναφοράν μου εἰς τόν Σεπτόν Ἀρχιποίμενα τῆς Μητροπολιτικῆς Θεοσώστου Ἐπαρχίας Καρυστίας καί Σκύρου, τόν γρηγοροῦντα ἐν παντί ἐν τῇ διαποιμάνσει αὐτῆς Θεοφόρον Ποιμενάρχην κ.Σεραφείμ, κατά κύριον καί μείζονα λόγον, καί 2)Τήν ἐπί τῇ εὐκαιρίᾳ αὐτῇ προέκτασιν τοῦ λόγου εἰς τούς σύν αὐτῷ ἀναδειχθέντας Ἐπισκόπους ἐπί Ἀρχιεπισκοπείας τοῦ ἀειμνήστου Προκαθημένου τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας Ἱερωνύμου τοῦ Α΄(1967-1973).
Διά τό δεύτερο σκέλος τοῦ θέματός μου θά ἤθελα ἐκ προοιμίου νά διευκρινίσω εἰς ὅσους τυχόν ἐκπλήσσονται ἐκ τῆς διακρίσεως αὐτῆς ὅτι οὐδόλως πρόκειται περί διαχωρισμοῦ εἰς «πρόβατα καί ἐρίφια», ἀλλά περί ἀδόλου καί ἀντικειμενικῆς - ἀπροσωπολήπτου προσπαθείας ἀποκαταστάσεως τῆς ἀληθείας καί τῆς προσγενομένης ἀδικίας εἰς βάρος τῶν ὡς «ἀντικανονικῶν» καί «χουντικῶν» - «Ἱερωνυμικῶν» χαρακτηρισθέντων αὐτῶν Ἀρχιερέων.
Ἐκ προοιμίου τονίζω ὅτι δέν ἔχω διάθεσιν οὐδένα ἀναδειχθέντα πρό τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967 ἤ κατά τήν μετεπαναστατικήν περίοδον ἅγιον Ἀδελφόν Ἐπίσκοπον νά διακρίνω ἤ νά ὑποτιμήσω. Οὔτε παραθεωρῶ τήν ἀντικανονικότητα τῆς «ἀριστίνδην» Συνόδου τοῦ ἔτους 1967, ὡς καί τῶν προγενεστέρων αὐτῆς τεσσάρων (4) μετά τήν Ἐθνική μας Παλιγγενεσία «ἀριστίνδην» Συνόδων. Οὐδόλως ἀμνηστεύω τόν ἀντικανονικό νόμο 214/1968, μέ τόν ὁποῖο ἐδικάζοντο οἱ Κληρικοί ἐπί τῇ βάσει τῆς κατηγορίας τῆς ἀπωλείας τῆς «ἔξωθεν καλῆς μαρτυρίας» καί μέ τήν στέρησι τοῦ δικαιώματος τῆς ἀσκήσεως τῆς ἐφέσεως καί τοῦ ἐκκλήτου διά τούς Μητροπολίτας. Οὔτε ἀγνοῶ καί τήν ἀντικανονικότητα τοῦ πρό τοῦ στρατιωτικοῦ κινήματος, ἀλλά καί τοῦ καθεστωτικοῦ νόμου περί ἀπομακρύνσεως Μητροπολιτῶν λόγῳ ὁρίου ἡλικίας. Ἐάν δέ ὡρισμένοι Σεβ. Μητροπολῖται , ὑπό τήν ἀπειλήν τῆς δικαστικῆς βασάνου, ὑπέγραψαν τότε τήν παραίτησίν των διά λόγους ὑγιείας, αὐτό ἦταν θέμα προσωπικῆς των εὐθύνης.
Πέρα, ὅμως, αὐτῶν θεωροῦνται ἀξιοσημείωτα, ἀξιέπαινα καί ἀξιοπρόβλητα ὡρισμένα βασικά θετικά στοιχεῖα καί γνωρίσματα τῶν Σεβ.Ἀρχιερέων τῆς περιόδου αὐτῆς, διά τά ὁποῖα θά γίνη λόγος εἰς τόν οἰκεῖον τόπον.
Α’. Ὁ ἐγρηγορῶν Ἐπίσκοπος Καρυστίας κ.Σεραφείμ
Ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, ἱστάμενος ἐπί σκοπόν καί ὤν εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ, ὀφείλει νά εἶναι ὁ γρηγορῶν, ὁ ἀκοίμητος ὀφθαλμός, ὁ «νήφων ἐν πᾶσι»5, ὁ ἄγρυπνος φρυκτωρός τῆς λογικῆς τοῦ Χριστοῦ ποίμνης.
Εἰς τήν Καινήν Διαθήκην ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰ. Χριστός, ὁμιλῶν περί ἐγρηγόρσεως καί διά τό ἄδηλον τῆς φρικτῆς ὥρας τῆς Δευτέρας Παρουσίας του ὡς Δικαιοκρίτου, παροτρύνει τούς ἀκροατάς του λέγων˙ «γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται»6. «Μείνατε ὧδε καί γρηγορεῖτε μετ΄ ἐμοῦ»7συνέστησεν ὁ Θεῖος Διδάσκαλος εἰς τούς προκρίτους τῶν μαθητῶν του, εἰς τόν κῆπον τῆς Γεθσημανῆ, κατά τήν νύκτα τῆς παραδόσεώς του εἰς χεῖρας ἀνόμων καί ἁμαρτωλῶν. «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν»8 εἶπε μετ΄ὀλίγον εἰς τούς καθεύδοντας μαθητάς του ὁ Θεῖος Λυτρωτής μας.
Ὁ μέγας τῶν ἐθνῶν Ἀπόστολος Παῦλος, καλῶν εἰς ἐγρήγορσιν καί ἐπαγρύπνησιν τούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου, παραγγέλλει: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε˙ πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω»9. Καί παρακινῶν τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἔνθερμον καί καρτερικήν προσευχήν κελεύει˙ «Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε, γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ»10.
Ὡσαύτως, ὁ θεῖος Παῦλος, νουθετῶν τούς πιστούς τῆς Θεσσαλονίκης, γράφει˙ «...μή καθεύδωμεν ὡς καί οἱ λοιποί, ἀλλά γρηγορῶμεν καί νήφωμεν... ἡμεῖς δέ ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καί ἀγάπης καί περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας»11. Καί ὁ ἕτερος πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος , ὁ φλογερός Πέτρος, συνιστᾶ˙ «διό ἀναζωσάμενοι τάς ὀσφύας τῆς διανοίας ὑμῶν, νήφοντες, τελείως ἐλπίσατε ἐπί τήν φερομένην ὑμῖν χάριν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ»12 . Καί εἰς ἄλλο σημεῖο˙ «πάντων δέ τό τέλος ἤγγικε˙ σωφρονήσατε οὖν καί νήψατε εἰς τάς προσευχάς»13. Καί ἐπιλέγει εἰς τό ἑπόμενο κεφάλαιο τῆς αὐτῆς Καθολικῆς ἐπιστολῆς ὁ θεῖος Ἀπόστολος˙ «νήψατε , γρηγορήσατε ˙ ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ»14.
Ἀνατρέχοντες δέ εἰς τούς πνευματικούς λειμῶνας τῆς Πατερικῆς Γραμματείας καί ἐν ἀρχῇ εἰς τό σύγγραμμα τῆς «Διδαχῆς τῶν 12 Ἀποστόλων» ἀναγινώσκομεν ˙ «Γρηγορεῖτε ὑπέρ τῆς ζωῆς ὑμῶν ...Πυκνῶς δέ συναχθήσεσθε ζητοῦντες τά ἀνήκοντα ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν˙ οὐ γάρ ὠφελήσει ὑμᾶς ὁ πᾶς χρόνος τῆς πίστεως ὑμῶν, ἐάν μή ἐν τῷ ἐσχάτῳ καιρῷ τελειωθῆτε»!15
Ὁ Μέγας Βασίλειος εἰς τά Ἀσκητικά του, ἀναφερόμενος εἰς τήν πρόθυμον ἀνταπόκρισιν τοῦ Μοναχοῦ εἰς τό προσκλητήριον τοῦ ἀφυπνιστοῦ, σημειώνει˙ «εἰ ἐπιγινώσκει τις τήν ζημίαν τήν ἐκ τοῦ ὕπνου, ὅτι οὐδέ ἑαυτῆς ἐπαισθάνεται ἡ ψυχή, γνωρίζει δέ τό κέρδος τῆς ἐγρηγόρσεως, καί μάλιστα τήν ὑπερέχουσαν δόξαν, ὅτε προσάγεταί τις τῷ Θεῷ εἰς προσευχήν, ὡς τά μεγάλα καί τά ὑπέρ πᾶσαν ἐπιθυμίαν εὐεργετοῦντι, προσέξει τῷ
ἐξυπνίζοντι, εἴτε εἰς προσευχήν, εἴτε εἰς οἱανδηποτοῦν ἐντολήν»16. Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης γράφει διά τήν ὡλοκληρωμένην κατά Θεόν καί θεοφιλῆ ἄσκησιν εἰς τόν Μοναχόν Ἰωάννην˙«οὐκ οἶδε κόρος ἀγρυπνεῖν. Οὐκ οἶδε τῦφος ἠρεμεῖν. Ἐγρηγόρσεως δεῖται καί πρᾳότητος ἄσκησις»17. Καί ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος εἰς τά εὑρεθέντα Ἀσκητικά του, προτρέπων ἐκθύμως διά τήν μάκρυνσιν ἀπό τῆς θέας τοῦ κόσμου καί τήν ἐκκοπήν τῶν συντυχιῶν, συμβουλεύει τά ἑξῆς εἰς τόν ἀσκητήν˙ «Εἰ βούλει δοῦναι τήν σήν ψυχήν εἰς τό ἔργον τῆς προσευχῆς, τῆς καθαριζούσης τόν νοῦν, καί τῇ διαμονῇ εἰς τήν ἐγρήγορσιν τῆς νυκτός, ὅπως κτήσῃ διάνοιαν φωτεινήν, μάκρυνον σεαυτόν ἀπό τῆς θέας τοῦ κόσμου, καί ἔκκοψον τάς συντυχίας...»18.
Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης συνιστᾷ πάντοτε, «καί μετά τό Πάσχα νήφειν καί ἐγρηγορέναι, προσεύχεσθαι καί κατανύσσεσθαι, δακρύειν καί φωτίζεσθαι»19. «Νήψει σύναπτε εὐχήν, νῆψις γάρ εὐχήν καθαίρει»20, παραινεῖ ὁ Ὅσιος Φιλόθεος Σιναΐτης. «Νήψεως μεγάλης δεῖ πρός τό σωθῆναι»21, διδάσκει ὁ Ὅσιος Παχώμιος. Καί «νήψεως πολλῆς χρεία»22, μηνύουν οἱ Ὅσιοι Βαρσανούφιος καί Ἰωάννης ὁ Προφήτης. Ὁ δέ Κύριλλος ὁ Σκυθοπολίτης, ὁ διαπρεπέστερος ἁγιογράφος τῆς ἐποχῆς του (6ος αἰ.), παροτρύνει ὅτι «χρή ἡμᾶς κατά πᾶσαν ὥραν νήφειν καί ταῖς μεθοδείαις τῶν δαιμόνων τόν νοῦν ἐφιστάνειν»23. Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος ὁρίζει ὅτι «νῆψις ἐστιν ὁδός πάσης ἀρετῆς καί ἐντολῆς Θεοῦ˙ ἥτις καί καρδιακή ἡσυχία λέγεται»24. «Ἀδύνατον τούς ἐν τῇ διαγωγῇ ταύτῃ διαπαντός πολιτευομένους ἄνευ χαρισμάτων μεγάλων παρά Θεοῦ ἀφεθῆναι διά τήν νῆψιν αὐτῶν καί ἐγρήγορσιν τῆς καρδίας»25, παρατηρεῖ ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος ἐπισημαίνει ὅτι «ἡ νῆψις καί ἡ προσευχή δέδενται ὡς ψυχή μετά σώματος, ὧν δίχα τοῦ ἑνός οὐδέ τό ἕτερον ἵσταται»26. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σημειώνει ὅτι «τό λογιστικόν ἡμῶν ἐν ἀκριβεῖ νήψει σπεύδομεν ἐπισκέπτεσθαι καί διορθοῦν...»27. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης εἰς ὑμνολογικόν ποίημά του διά τόν Ὅσιον Συμεών τόν νέον Θεολόγον τόν ἀποκαλεῖ «κανόνα νήψεως θείας»28. Καί ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως, ὁ χαριτοβρύτης, ὑποστηρίζει ὅτι «ὁ τελειωθείς ἐν τῇ ἀρετῇ ὑπερέχει τοῦ μήπω τελειωθέντος...ὁ δέ ἀμελής καί ἀκηδής κἄν Ἀρχιερεύς τυγχάνῃ ὤν, ὑπολείπεται κατά παρασάγγας τοῦ ἐπιμελοῦς καί ἐγρηγορότος, κἄν οὗτος ἐλάχιστός τις καί ταπεινός τυγχάνῃ Μοναχός»29 .
Μετά τήν πάντερπνον καί ἐποικοδομητικήν αὐτήν περιήγησιν ἐντός τῶν πανευόσμων Καινοδιαθηκικῶν καί Ἁγιοπατερικῶν λειμώνων καί τήν συλλογήν πανευωδῶν ἀνθέων ἀρετῆς καί ἁγιότητος, τά ὁποῖα ἀποπνέουν τό ἄρωμα τῆς περί πνευματικῆς ἐγρηγόρσεως καί νήψεως θείας καί θεοφωτίστου διδασκαλίας τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἔρχομαι βαθυσεβάστως εἰς τόν κεκοσμημένον ὑπό τῶν θείων αὐτῶν ἀρετῶν ἐγρηγοροῦντα καί νήφοντα πολυσέβαστον καί γεραρόν Μητροπολίτην Καρυστίας καί Σκύρου κ.Σεραφείμ, τόν ἐπαξίως τιμώμενον διά τοῦ παρόντος Τιμητικοῦ Τόμου. Τόν θεόφρονα καί θεοφιλῆ αὐτόν Ἐπίσκοπον τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, τό πολυτίμητον κόσμημα τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλαδικῆς ἡμῶν Ἐκκλησίας καί Ἀντιπρόεδρον Αὐτῆς, τόν ἐμπνευσμένον καί πεπνυμένον οἰακοστρόφον τῆς κατά Καρυστίαν καί Σκύρον Ἐκκλησίας.
Ὄντως, ἡ πνευματική ἐγρήγορσις καί ἡ νῆψις, ὁμοῦ μετά τῶν ἄλλων βασικῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν, κοσμοῦν ἀπό τῆς παιδικῆς καί νεανικῆς του ἡλικίας τόν ταλαντοῦχον αὐτόν Ἱεράρχην. Ὁ Σεβ.Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ.Νικόλαος γράφει σχετικά εἰς τό Βιογραφικό σημείωμα, τό ὁποῖον, ὡς εἴπομεν, ἀνέγνωσε ἐνώπιον τῆς Σεπτῆς ἡμῶν Ἱεραρχίας˙ «Ἀπό τήν παιδική του ἡλικία διεκρίνετο διά τήν ἀγάπη καί προσήλωσή του πρός τήν Ἐκκλησία καί τήν ἀδιάκοπη συμμετοχή του στή Θεία Λατρεία τῆς ἐνορίας του καί τῶν τόπων, ὅπου ἐσπούδασε. Ἐμφανής ἦταν ἡ ὑπεροχή τοῦ χαρακτῆρος του ἔναντι τῶν ἄλλων παιδιῶν τοῦ χωριοῦ, τήν ὁποία οἱ χωρικοί χαρακτηρίζοντες ἔλεγαν εἰς τόν πατέρα του: «Αὐτό τό παιδί νά τό κάνεις δάσκαλο». Καί ὁ πατέρας προφητικά ἀπαντοῦσε: «Αὐτό τό παιδί, ὅταν θά πηγαίνει νά μπεῖ στήν Ἐκκλησία, θά κτυπᾶνε οἱ καμπάνες».30
Παρηκολούθησε τά ἐγκύκλια μαθήματα τῆς στοιχειώδους καί Μέσης Ἐκπαιδεύσεως λίαν ἐπιτυχῶς, ἐπραγματοποίησε τάς Θεολογικάς του σπουδάς εἰς τό Πανεπιστήμιον τῶν Ἀθηνῶν, λαβών τό πτυχίον μέ τό «Λίαν Καλῶς», ἐξεπλήρωσε τήν στρατιωτική του θητεία ὡς Ἔφεδρος Ἀνθυπολοχαγός Πυροβολικοῦ σέ διάφορες Στρατιωτικές Σχολές καί Μονάδες καί εἰς τό Γ.Ε.Σ. εὐδοκίμως, καί ὑπηρέτησε αὐτοπροαιρέτως ὡς διδάσκαλος εἰς τά Σχολεῖα τῆς περιοχῆς του καί ἐν συνεχείᾳ ὡς Θεολόγος Καθηγητής Μέσης Ἐκπαιδεύσεως εἰς τήν περιφέρειαν Λέσβου καί τῶν Καλαβρύτων καρποφόρως, μέ τό αὐτό πνεῦμα τῆς πνευματικῆς ἐγρηγόρσεως καί τῆς κατά Θεόν νήψεως καί μέ ἔνθεον καί πατριωτικόν ζῆλον.
Διά ταῦτα, ἀφοῦ τοιαύτη καί τοσαύτη ὑπῆρξε ἡ ἐπαγρύπνησίς του εἰς τό διακόνημά του ὡς ἐκπαιδευτικοῦ, «ὡς καθηγητής τῆς Θεολογίας ἀνέπτυξε, κατά τόν βιογράφον του Σεβ.Φθιώτιδος κ.Νικόλαον, πλούσια ἱεραποστολική δράση διδάσκων εἰς τά Κατηχητικά Σχολεῖα, ὀργανώνων ἑσπερινά κηρύγματα καί ὁμιλίες κοινωνικοῦ καί ἐθνικοῦ περιεχομένου, συγκροτῶν δανειστικές βιβλιοθῆκες καί ἱδρύων συσσίτια διά τούς ἀπόρους μαθητάς»31.
Ἐντεῦθεν, τά ζώπυρα τῆς θείας ἀγάπης καί τῆς ἐνθέρμου χριστιανικῆς πίστεώς του τόν ὤθησαν εἰς τό νά ἀφήσῃ τήν ποθητή ἐκπαιδευτική του διακονία πρός τήν μαθητιῶσα νεολαία καί νά ἀφιερωθῇ ἐξ ὁλοκλήρου εἰς τόν Χριστόν καί τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Πρός τοῦτο ἐκάρη Μοναχός εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Παναγίας Ἕλωνας καί ἀνέλαβε, μετά τήν προχείρισίν του εἰς Διάκονον καί Πρεσβύτερον, τά καθήκοντα τοῦ Ἱεροκήρυκος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας.
Ὡς ἄγαμος Κληρικός- Ἱερομόναχος, «ὅλος ἱερωμένος Θεῷ»32, ἀνέπτυξε ἔτι περισσότερον τήν Ἱεροκηρυκτική, Ποιμαντική Ἱεραποστολική, κοινωνική καί φιλανθρωπική του δραστηριότητα. «Διηκόνησε μετ’αὐταπαρνήσεως τήν Θείαν Λατρείαν εἰς τάς πόλεις καί εἰς τά ἀπομεμακρυσμένα χωριά τῆς Μητροπόλεως, τήν Ἱεράν Ἐξομολόγησιν καί τό Θεῖον Κήρυγμα»33. Τό δραστικό βεληνεκές αὐτοῦ ἐπεξετάθη τήν ἴδια περίοδο καί εἰς τήν Παιδαγωγική Ἀκαδημία Τριπόλεως, ὅπου ἐδίδαξε τό μάθημα τῆς Θρησκειολογίας καί τῆς Ἑρμηνείας τῆς Καινῆς Διαθήκης καί συνεδέθη πνευματικά μέ τούς σπουδαστάς «μέ ἀποτέλεσμα νά εἰσπράττει τόν ἀπόλυτο σεβασμό καί τήν ἀγάπη συναδέλφων του καθηγητῶν καί σπουδαστῶν»34.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων καί ἐνῷ ἡ Ἱερωσύνη καί τά Ἱεροκηρυκτικά του καθήκοντα ἐπλήρουν χαρᾶς καί εὐφροσύνης τήν «θεϊκῷ ἔρωτι πτερουμένην καρδίαν του»35, ἐκλήθη νά ἐπωμισθῇ τήν εὐθύνην καί τό βάρος τοῦ Ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος εἰς τήν ἡλικίαν τῶν 39 ἐτῶν. Εἶναι ἀσύνηθες καί ἀξιοθαύμαστο τό πῶς ἀντιμετώπισε τό ἀπροσδόκητο τῆς κλήσεώς του εἰς τήν Ἀρχιερωσύνην. Ἐν πρώτοις παρεκάλεσε τόν κατηξιωμένον, ἀείμνηστον ἤδη, Συνοδικόν Μητροπολίτην Τρίκκης καί Σταγῶν κυρόν Διονύσιον καί κάποιον στρατηγόν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης (τοῦ ὁποίου ἀγνοῶ τό ὄνομα) διά νά παρέμβουν καταλυτικῶς εἰς τόν τότε Μακ. Ἀρχιεπίσκοπον Ἱερώνυμον τόν Α’, προκειμένου νά ματαιώσῃ τά τῆς ἐκλογῆς καί ἀναδείξεώς του εἰς Μητροπολίτην. Καί ἦτο τότε λακωνική καί ἀποστομωτική ἡ ἀπάντησις τοῦ ἁγίου Τρίκκης, ὅταν ἤκουσε τά ἐπιχειρήματά του : «Θά κάμης ὑπακοή εἰς τήν Ἐκκλησία».
Αὐτή ἡ σωτήριος ὑπακοή εἰς τήν Ἁγίαν μας Ἐκκλησίαν ἐχάρισε εἰς τό Χριστεπώνυμον Πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καρυστίας καί Σκύρου, ἀλλά καί εἰς τήν καθόλου Ἁγιωτάτην Ἑλλαδικήν μας Ἐκκλησίαν ἐπί μίαν 50ετίαν ἕνα χαρισματικόν καί πολυτάλαντον Ἐπίσκοπον «ἁγνόν, σεμνόν καί σώφρονα, πρᾷον ἡσύχιον κόσμιον, εὐθύν καί ὅσιον, ἀληθῆ ἀνδρεῖον, φρόνιμον μακρόθυμον, χρηστόν ἐπιεικῆ τε καί μέτριον, ἄμεμπτον ἄμωμον καί ἀνεπίληπτον»36.
Μοναχός καί φιλομόναχος, λειτουργικός καί φιλακόλουθος, ἱερουργῶν τακτικῶς καί ψάλλων καθημερινῶς εἰς τάς ἱεράς Ἀκολουθίας καί τήν Θείαν Λειτουργίαν, ἐπισκοπεῖ ἐπί ἥμισυ αἰῶνα τήν «θεόθεν λαχοῦσαν αὐτῷ Θεόσωστον Ἐπαρχίαν», «τό ἐμπιστευθέν αὐτῷ Ποίμνιον τοῦ Χριστοῦ»37, «μή ἀναγκαστῶς, ἀλλ΄ἑκουσίως, μηδέ αἰσχροκερδῶς, ἀλλά προθύμως, μηδ’ ὡς κατακυριεύων τῶν κλήρων, ἀλλά τύπος γινόμενος τοῦ ποιμνίου»38, «γρηγορῶν» καί «νήφων ἐν πᾶσι»39.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἰδιαιτέρως ἐτίμα τόν ἐν ἐγρηγόρσει, νήψει καί προσευχῇ ἀσκητικῶς διάγοντα ἐν τῇ Θεοσώστῳ Ἐπαρχίᾳ του Ἐπίσκοπον Σεραφείμ καί ἀνεφέρετο λίαν εὐφήμως εἰς τήν θεοφιλῆ ζωήν καί τήν Ποιμαντορικήν Διακονίαν του. Καί τά ὅσα περί νήψεως καί πνευματικῆς ἐγρηγόρσεως προανεφέρθησαν ὑπό τῶν νηπτικῶν καί ἀσκητικῶν
Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας ἐκφράζουν καί χαρακτηρίζουν τό τετιμημένον πρόσωπόν του καί τόν καθόλου Ἀρχιερατικόν του βίον. Καί
Β’.Οἱ σύν τῷ ἁγίῳ Καρυστίας ἀναδειχθέντες Ἐπίσκοποι τῆς περιόδου 1967-1973.
Ὡς γνωστόν, μέ τό στρατιωτικό καθεστώς τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967 διωρίσθη ὑπό τῆς σχηματισθείσης Κυβερνήσεως ἡ ἀριστίνδην καλουμένη Σύνοδος ἐξ ὀκτώ (8) Σεβ.Μητροπολιτῶν, 4 ἐκ τῆς Παλαιᾶς καί 4 ἐκ τῆς Νέας Ἑλλάδος. Ἡ Σύνοδος αὐτή ἐπελήφθη τῆς ἐκλογῆς νέου Ἀρχιεπισκόπου, μετά τήν διά λόγους ὑγιείας παραίτησιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄(τοῦ Χατζησταύρου), καί ἐξέλεξε παμψηφεί τόν Ἀρχιμ. Ἱερώνυμον Κοτσώνην Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος. Ἐν συνεχείᾳ, ὑπό τήν Προεδρίαν τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου ἐπληρώθησαν οἱ χηρεύσασες Ἱερές Μητροπόλεις (Ὕδρας, Χίου καί Ζακύνθου), οἱ κενωθεῖσες ἀπό τό ἔτος 1966, λόγῳ τοῦ «νόμῳ κρατούσης Πολιτείας» θεσπισθέντος ὁρίου ἡλικίας ἐξόδου ἐκ τῆς ἐνεργοῦ ὑπηρεσίας τῶν διαποιμαινόντων αὐτάς Σεβ. Μητροπολιτῶν (Ἀλεξανδρουπόλεως, Σιδηροκάστρου, Δρυϊνουπόλεως, Φλωρίνης, Ἐδέσσης, Θηβῶν καί Λεβαδείας, Φωκίδος καί Κερκύρας) καί οἱ νεοσυσταθεῖσες Ἱερές Μητροπόλεις Νικαίας καί Λαγκαδᾶ. Τό ἔτος 1967 ὑπεβλήθησαν παραιτήσεις διά λόγους ὑγιείας ὑπό τῶν Μητροπολιτῶν Θεσσαλιώτιδος καί Ἐλασσῶνος. Τό 1968 ἐκηρύχθησαν ἔκπτωτοι διά τοῦ ἀντικανονικοῦ Ν. 214/1968 ὁ τ.Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν – Πρόεδρος Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος καί ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, στερηθέντες τοῦ δικαιώματος τῆς ἀσκήσεως ἐφέσεως καί τοῦ ἐκκλήτου. Τό αὐτό ἔτος ὑπεβλήθησαν παραιτήσεις διά λόγους ὑγιείας ὑπό τῶν Μητροπολιτῶν Λαρίσης, Δημητριάδος καί Παραμυθίας, ἐξῆλθον δέ τῆς ἐνεργοῦ ὑπηρεσίας λόγῳ ὁρίου ἡλικίας οἱ Σεβ.Μητροπολῖται Λευκάδος,Ἠλείας, Βεροίας καί Χαλκίδος καί ἐχήρευσε ἡ Ἱερά Μητρόπολις Καρυστίας καί Σκύρου . Τό ἔτος 1969 ἐχήρευσε ἡ Ἱερά Μητρόπολις Γόρτυνος, ἐνῶ ἀπηλλάγησαν τῶν καθηκόντων των οἱ Μητροπολῖται Μονεμβασίας καί Σπάρτης καί Κυθήρων, μειωθέντος τοῦ ὁρίου ἡλικίας. Ἀρχομένου τοῦ ἔτους 1970 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Τρίκκης καί Σταγῶν κυρός Διονύσιος. Δύο δέ ἔτη μετά ἀπεχώρησαν ἐκ τῆς ἐνεργοῦ ὑπηρεσίας, λόγῳ ὁρίου ἡλικίας, καί οἱ Σεβ.Μητροπολῖται Πατρῶν καί Σιατίστης.
Πλήν τῆς πληρώσεως τῶν ὡς ἄνω Ἱερῶν Μητροπόλεων ἐπληρώθησαν καί: ἡ νεοσυσταθεῖσα Ἱερά Μητρόπολις Νέας Πελαγονίας (Ἐνόπλων Δυνάμεων), ἡ θέσις τοῦ Γενικοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας διά τοῦ Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης καί οἱ θέσεις τῶν Βοηθῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς (Περιστερᾶς, Βρεσθένης, Εὐρίπου καί Ἀχελῴου) καί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων(Δωδώνης).
Κατά τήν ἐν θέματι χρονικήν περίοδον (1967-1973 ) ἐξελέγησαν 28 Μητοπολῖται, ὁ Τιτουλ. Ἐπίσκοπος -Γεν. Διευθυντής τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας καί οἱ ὡς ἄνω Βοηθοί Ἐπίσκοποι (ἐξ ὧν ὁ πρῶτος κατά σειράν ἀνεδείχθη Μητροπολίτης Δημητριάδος). Ἐκ τῶν 33 ἐκλεγέντων Σεβ.Μητροπολιτῶν καί Θεοφ. Ἐπισκόπων οἱ 25 «ἐπεστρατεύθησαν»- κατά τήν προσφιλῆ ἔκφρασιν τοῦ Μακαρ. Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου τοῦ Α’ καί τῶν τότε Σεβ. Συνοδικῶν -ἐκ τοῦ Ἱεροῦ Σώματος τῶν Ἱεροκηρύκων τῆς Ἐκκλησίας μας, 5 ἐκ τῆς θέσεως τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς εἰς ἥν ἀνῆκον Ἱερᾶς Μητροπόλεως (ἐνῷ παραλλήλως ἐξήσκουν καί τήν ἱεροκηρυκτικήν των διακονίαν) καί οἱ ἄλλοι 3 ἀπό τῆς θέσεως τοῦ Ἱερατικῶς Προϊσταμένου Ἱ. Ναοῦ καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως.
Κατά κανόνα καί κατά τεκμήριον διηκόνησαν μετά ζήλου ἱεροῦ καί ἐνθέου ἀφοσιώσεως εἰς τό ἱεροκηρυκτικό, πνευματικό, κατηχητικό, κοινωνικό καί φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ πλειονότης ἐξ αὐτῶν εἰς τήν ὕπαιθρον, σέ Ἐπαρχιακές Ἱερές Μητροπόλεις. Ἦσαν ἐγνωσμένης ἀρετῆς καί ἱεραποστολικοῦ φρονήματος πνευματικοί σκαπανεῖς καί ἐργάται τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἀνιδιοτελεῖς καί ἀφιλάργυροι ,
ἀποφεύγοντες τίς δημόσιες ἐμφανίσεις καί προβολές, τήν δόξα καί τά ἀνώτερα ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα.
Τέτοια ἠθικά καί πνευματικά ἀναστήματα ἀνεζήτησε ἀπό τῶν πρώτων ἡμερῶν ὁ ἀείμνηστος πλέον Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος καί ἡ περί αὐτόν Ἱερά Σύνοδος. Πολλοί ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ὑγιῶς καί ἀντικειμενικῶς κρίνοντες καί συγκρίνοντες πρόσωπα καί καταστάσεις ὡμίλουν μετά θαυμασμοῦ περί «θείας παρεμβολῆς θεηγόρων ὁπλιτῶν παρατάξεως Κυρίου»40.
Ἐάν θά ἠθέλαμε νά προσδιορίσωμε τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῶν Ἐπισκόπων τῆς περιόδου αὐτῆς εἴμεθα σύμφωνοι, νομίζω, ὅτι τούς διέκρινε:
1. Ἡ ἄοκνη πνευματική των προσφορά καί διακονία
Κατά τήν συντριπτική των πλειονοψηφία οἱ Ἀρχιερεῖς αὐτοί ἐμαθήτευσαν καί σέ πνευματικούς πατέρες Χριστιανικῶν Ἀδελφοτήτων μέ τά Κατηχητικά Σχολεῖα, τίς Χριστιανικές Μαθητικές Ὁμάδες, τίς ἀναπλαστικοῦ ἠθικο-πνευματικοῦ ἐνδιαφέροντος συνάξεις, ὁμιλίες καί διαλέξεις καί κυρίως τίς λατρευτικές εὐκαιρίες μέ τά ἀνάλογα ψυχικά βιώματα. Ὅλα αὐτά τά πνευματικά σπέρματα ἔπεσαν εἰς τήν καλή καί ἀγαθή γῆ τῆς καρδίας των καί ἀπέδωκαν «καρπόν ἑκατονταπλασίονα»41 , ἀφοῦ ἐκαρποφόρησαν «ἐν ὑπομονῇ»42 . Διά τοῦτο ἡ πνευματική των προσφορά καί διακονία ἦτο σπουδαία, καθώς προσέφεραν τήν «ὑγιαίνουσαν διδασκαλίαν»43 εἰς τόν λαόν τοῦ Θεοῦ καί ἔργα «εὐποιΐας καί κοινωνίας»44 (Ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα καί ἑστίες ἀγάπης).
2. Ἀποφυγή ἐκκλησιαστικῶν ἀξιωμάτων
Ἀφοσιωμένοι εἰς τήν ποιμαντική καί πνευματική των διακονία, εἰς τό ἔργον τῆς κατηχήσεως καί διαπαιδαγωγήσεως τῆς νεότητος καί τῆς στηρίξεως τῶν οἰκογενειῶν καί τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνον δέν ἐπεδίωκαν τήν προαγωγήν των εἰς τό Ἐπισκοπικόν ἀξίωμα, ἀλλά καί πολλοί ἀπό αὐτούς-μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ τιμώμενος Ἱεράρχης, διά τόν ὁποῖον ἀναφέραμε τά σχετικά –παρεκάλεσαν τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπον καί ἄλλους ἐκκλησιαστικούς παράγοντας διά νά ἀποτραπῆ ἡ ἐπισκοποποίησις των, ἤ ἄλλοι δέν ἐγνώριζαν κἄν διά τήν γενομένην ἐκλογήν των.
Διά νά γίνω πιό σαφής θά μοῦ ἐπιτραπῆ νά μνημονεύσω ἐνδεικτικά ὡρισμένα πρόσωπα καί περιστατικά. Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως καί Κονίτσης Σεβαστιανός, ὁ λαμπρός αὐτός καί ἀγωνιστής Ἱεράρχης, ὁ καί Ἐθνάρχης ἀποκληθείς διά τήν προάσπισιν τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ζητήματος, γονυπετῶς παρεκάλει τόν Μακ.Ἱερώνυμον νά παρακάμψῃ τήν προαγωγήν του, ἀλλά δέν εἰσηκούσθη. Ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης Ὕδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης Ἱερόθεος, ὁ πανορθοδόξου τιμῆς καί ἀναγνωρίσεως ἅγιος αὐτός Ἀρχιερεύς, ἀποποιηθείς εὐλαβῶς τήν τιμητικήν ἐκλογήν, ἐπείσθη ἐν τέλει, μετά πολύωρον νυκτερινήν τηλεφωνικήν ἐπικοινωνίαν μετά τοῦ προσφιλεστάτου εἰς αὐτόν Ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, νά τήν ἀποδεχθῇ. Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Λαρίσης Θεολόγος, ὁ πρᾶος καί μαρτυρικός αὐτός Ἐπίσκοπος, ὑπακούων εἰς τόν Σεπτόν Γέροντά του μακαριστόν Μητροπολίτην Τρίκκης Διονύσιον, ἀπεδέχθη τελικῶς τήν ἐκλογήν του. Ὁ μαρτυρικός, ὡσαύτως, καί ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος ἀλησμόνητος Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος, συστελλόμενος πρό τοῦ βάρους καί τῶν εὐθυνῶν τῆς Ἀρχιερατικῆς Διακονίας, ὑπέκυψε εἰς τήν ἐπιταγήν τοῦ Πνευματικοῦ του Ἀρχιμ. π.Ἠλία Μαστρογιαννοπούλου καί ἔκλινε ἐν ὑπακοῇ τόν αὐχένα. Ὁ ἀείμνηστος
Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Ἰωάννης, ὁ ἁπλοῦς, ἀσκητικός καί πεπαρρησιασμένος αὐτός Ἱεράρχης, μή ἔχων ἰδέαν διά τά τῆς ἐκλογῆς του, ἐπληροφορήθη τηλεφωνικῶς μίαν μεσημβρίαν τοῦ Ἰουνίου τό γενόμενον, ἀφοσιωμένος ὤν εἰς τά Ἱεροκηρυκτικά του καθήκοντα εἰς τήν Σάμον. Ὁ ἀοίδιμος καί μαρτυρικός Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος, ἐκλεγείς εἰς Μητροπολίτην Θεσσαλιώτιδος τήν 9-2-1968, ἐπληροφορήθη τήν πρωΐαν τῆς ἑπομένης ἡμέρας τό γεγονός ἀπό τήν ἐφημερίδα, ἐνῶ ἀνέμενε τό τραῖνο διά νά μεταβῆ εἰς πανηγυρίζοντα Ἱερόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους τῆς Ἐπαρχίας Θηβῶν καί Λεβαδείας. Καί ὁ πρόσφατα ἀναπαυθείς ἐν Κυρίῳ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Τρίκκης καί Σταγῶν Σεραφείμ (ὁ μετά τήν ἄδικον ἐκθρόνισίν του -Ἰούλιος 1974- ἐπί 26ετίαν ποιμάνας τό ποίμνιον τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σταγῶν καί Μετεώρων), ὅταν ἐξελέγη τόν Μαΐον τοῦ 1970 διά τήν Ἱ. Μητρόπολιν Τρίκκης καί Σταγῶν, ἐπληροφορήθη τά τῆς ἐκλογῆς του τήν ὥρα πού ἐδίδασκε τό μάθημα τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου εἰς τό Ταχύρρυθμο Φροντιστήριο τῆς Τήνου καί συνεκλονίσθη, ὅπως ἔλεγε, ἀπό τήν εἴδησιν αὐτήν, χωρίς ὅμως νά σπεύση διά τήν ἀποδοχήν τῆς ἐκλογῆς του, ἡ ὁποία ἐγένετο μετά παρέλευσιν ἡμερῶν. Καί
3. Ἀγάπη ἄδολη εἰς τόν Χριστόν καί τήν Ἐκκλησία καί ἁγνή φιλοπατρία
Ἐξ ὅλων ὅσων ἀναφέραμε, νομίζω ὅτι ἀβιάστως προκύπτει τό συμπέρασμα ὅτι οἱ σεμνοί , ἀνιδιοτελεῖς καί ἱεραποστολικοί αὐτοί Ἐπίσκοποι ἐνεφοροῦντο ἀπό πηγαία καί ἄδολη ἀγάπη εἰς τόν Χριστόν καί τήν Ἐκκλησίαν. Ἐκοσμοῦντο δέ καί ἀπό τήν ἁγνή φιλοπατρία. Ἦσαν τιμημένοι Ὀρθόδοξοι Ἱεράρχες καί ἁγνοί Ἕλληνες πατριῶτες.
Καί ἐδῶ εἰς ἐπίρρωσιν τῶν γραφομένων ἐνδεικτικά καί ἐπιγραμματικά, λόγῳ ἐλλείψεως χώρου, θά ἀναφερθῶ σέ τρία πρόσωπα : τούς ἀειμνήστους Φλωρίνης Αὐγουστῖνο, Θεσσαλονίκης Λεωνίδα καί Ἐδέσσης Καλλίνικο. Ι. Ὅταν ἐπεσκέφθη εἰς τό Γραφεῖο του τόν ἅγιο Φλωρίνης κάποιο ἰσχυρό πρόσωπο τοῦ καθεστῶτος καί ἐπίμονα ἀπαιτοῦσε νά ἐπιτρέψη ὁ Σεβασμιώτατος νά ἐκφωνοῦνται λόγοι ἐντός τῶν Ἱερῶν Ναῶν διά τήν 21ην Ἀπριλίου, ἐκεῖνος ἀποκλείοντας τήν ἱκανοποίησι τοῦ αἰτήματος αὐτοῦ ἐζήτησε ἀπό τόν ἐκπρόσωπο νά τοῦ ἀπαντήση εὐθέως : «ἔχουμε δύο μεγέθη, τό ἕνα ὁ Χριστός καί τό ἄλλο ἡ Ἑλλάδα˙ ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ποιό μέγεθος εἶναι ἀνώτερο;». Καί ὅταν ἔλαβε τήν ἀπάντησι : «ἡ Ἑλλάς», τότε, τινάχθηκε ὄρθιος σάν ἐλατήριο καί τοῦ εἶπε ὅτι : «ἄν ἀγαπᾶς ἐσύ τήν Ἑλλάδα μιά φορά, ἐγώ τήν ἀγαπῶ χίλιες φορές, ἀλλά ποτέ δέν θά βάλω τήν Ἑλλάδα ἐπάνω ἀπό τόν Χριστό μου». Καί τόν ἀπέπεμψε. ΙΙ. Ὁ ἀείμνηστος Θεσσαλονίκης π.Λεωνίδας μέ τήν μεγάλη του ἐθνική προσφορά, ἰδιαίτερα κατά τά ἔτη τῆς Κατοχῆς μέ τίς χιλιάδες τῶν συσσιτίων, ὁμιλοῦσε πάντοτε μέ φλόγα γιά τόν Χριστό καί μέ πατριωτικό παλμό γιά τήν Ἑλλάδα καί ἐπανελάμβανε τό σύνθημα : «ἡ Θεσσαλονίκη μας, ἡ πόλις τῆς ἀγάπης». Ξεχύνοντας δέ τήν ἀγάπη του πρός τήν νεολαία ἀναφωνοῦσε : «τά παιδιά μας, τά παιδιά μας!» καί ΙΙΙ. Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος, ὁ ὅσιος καί ἁγιασμένος αὐτός Ἐπίσκοπος, δεχθείς τήν ἀνάδειξί του εἰς Ἀρχιερέα ὡς θέλημα Θεοῦ καί φλεγόμενος ἀπό Ἀποστολικό ζῆλο γιά τόν εὐαγγελισμό καί τήν χαρίτωσι τοῦ Ποιμνίου του καί ἀπό φλογερή πατριωτική ἀγάπη γιά τήν Μακεδονία, ἔλεγε : «Ὅταν μερικοί μοῦ λένε γιατί ἡ Ἐκκλησία καί τά δύο ἀδέλφια - Ἀρχιερεῖς σᾶς ἔστειλε στή Βόρειο Ἑλλάδα; τούς ἀπαντῶ : μακάρι νά εἴμασταν καί ἄλλα ἀδέλφια Ἀρχιερεῖς καί νά μᾶς ἔστελνε ὅλους ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία˙ ἐδῶ ὁ κόσμος εἶναι πολύ – πολύ καλός».
* * *
Παρ’ ὅλα, ὅμως, αὐτά τά ὄντως ἀξιοθαύμαστα καί ἀξιέπαινα χαρακτηριστικά γνωρίσματα καί στοιχεῖα τῶν Ἐπισκόπων τῆς περιόδου αὐτῆς (καί ἄλλα πολλά τά ὁποῖα, ἴσως, δέν τά γνωρίζω ἤ δέν ἦταν δυνατόν νά καταγραφοῦν εἰς τήν σύντομη αὐτή μελέτη), ὡρισμένοι σχολιασταί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικαιρότητος, διακρίνοντες τήν «νεωτέρα αὐτή Ἱεραρχία» ἀπό τήν «Πρεσβυτέρα Ἱεραρχία», δηλ. τούς πρό τοῦ Ἀπριλιανοῦ στρατιωτικοῦ
κινήματος Ἀρχιερεῖς, καί θεωροῦντες τούς δευτέρους ὡς a priori κανονικούς, χαρακτηρίζουν τούς πρώτους (τούς κατά τήν Ἀρχιεπισκοπείαν τοῦ Ἱερωνύμου τοῦ Α’ ἀναδειχθέντας) ὡς «ἀντικανονικούς», «χουντικούς» καί ἐν ἑνί λόγῳ «Ἱερωνυμικούς» - «ὀργανωσιακούς».
Δέν ὑπάρχει χῶρος εἰς τό παρόν ἄρθρο μου νά ἀσχοληθῶ μέ τίς βαρειές, ἀνυπόστατες καί ἄδικες αὐτές κατηγορίες, οἱ ὁποῖες δέν εὐσταθοῦν, παρά τά τυχόν ἀδύνατα σημεῖα ἤ παραλείψεις ἐνίων ἐκ τῶν ἐν θέματι Σεβ. Ἀρχιερέων. Θά ἀρκεσθῶ μόνο εἰς τό νά παραπέμψω : α) εἰς τήν Κανονικήν Γνωμοδότησιν τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμ. π.Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου45, διακεκριμένου Κανονολόγου, πού ἀναφέρεται εἰς τήν χρῆσιν τοῦ τίτλου «Κανονικός Μητροπολίτης» καί εἶναι καταχωρημένη εἰς τόν πρόσφατα ἐκδοθέντα Τόμον μέ Ἐπιστολές διά τήν Ἱεραποστολή, τήν Οἰκογένεια καί τούς νέους τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνου. Ἐκεῖ ὁ ἀείμνηστος π.Ἐπιφάνιος ἀπαντᾶ διεξοδικῶς μέ ποιό τρόπο θεραπεύεται ἡ ἀντικανονική ἐκλογή ἑνός Ἐπισκόπου ὑπό «ἀριστίνδην» Συνόδου β) εἰς τόν ὑπό τοῦ Δήμου Καλαμπάκας ἄρτι ἐκδοθέντα Τιμητικόν Τόμον «Χρυσοῦν Ἰωβηλαῖον Σεβ. Μητροπολίτου Σταγῶν καί Μετεώρων κ.Σεραφείμ», Καλαμπάκα 201646, ὅπου εἶναι καταχωρημένη ἡ μελέτη μου˙ «Ὁ Τρίκκης καί Σταγῶν Σεραφείμ ὡς ὑπερόριος Ἀρχιερεύς»καί καταφαίνεται ὅτι ἡ μέν κατηγορία τῆς «ἀντικανονικότητος» τοῦ ὡς ἀντικανονικοῦ ἐκδιωχθέντος ἐκ τοῦ θρόνου του ἦτο πρόφασις ἐν ἁμαρτίαις, ἡ δέ τοῦ «χουντικοῦ» αἴολος καί ἀβάσιμος, ἐφ’ ὅσον οἱ ὑπ’ ἀριθ. 3 καί 7/1974 Συντακτικές Πράξεις τῆς πιό στυγνῆς φάσεως τῆς δικτατορίας αὐτές τόν κατεδίκασαν ἄνευ κατηγορητηρίου, δίκης καί ἀπολογίας, ἀφοῦ μάλιστα τίς ἐφήρμοσε πιστά καί ἀδιαμαρτύρητα ἡ «Πρεσβυτέρα Ἱεραρχία» καί γ) εἰς δημοσίευμα εἰς τήν «Καθημερινή» (Ἰούνιος 2017 ) τοῦ κ.Διονύση Κ.Μαγκλιβέρα ὑπό τόν τίτλο : «Ἡ δικτατορία καί ὁ Ἱερώνυμος», ὅπου καταγράφεται ἡ ἀποκάλυψις τοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Μάρκου Σιώτη, Βασιλικοῦ Ἐπιτρόπου παρά τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ κατά τήν ἐκλογήν τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου (Μάϊος 1967), πού ἔκαμε ἐνώπιον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου πρ.Ἀθηνῶν Ἱερωνύμου τό ἔτος 1988. Ἀπεκάλυψε τότε ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Μ.Σιώτης εἰς τόν Μακ.Ἱερώνυμο ὅτι, περαιωθείσης τῆς Ἀρχιεπισκοπικῆς ἐκλογῆς (13 Μαΐου 1967) καί ὑπογραφέντος τοῦ Πρακτικοῦ αὐτῆς, προσῆλθε καθυστερημένα ἡ «τριανδρία» τοῦ στρατιωτικοῦ καθεστῶτος καί ἀπῄτησε νά ἐκλεγῆ ὡς Ἀρχιεπίσκοπος ὁ Καστορίας Δωρόθεος (ὁ μετέπειτα Ἀττικῆς). Ὅταν, ὅμως, ἐπληροφορήθησαν ἀπό τόν Προεδρεύοντα τῆς Ἱ. Συνόδου ὅτι ἐπεραιώθη ἡ διαδικασία τῆς ἐκλογῆς καί ὑπεγράφη τό Πρακτικόν, ἀπῆλθον ἄπρακτοι. Τό ἀποκαλυπτικό αὐτό γεγονός καί οἱ ἐπιστολές τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου πρός τόν Γεώργιο Παπαδόπουλο, πού καταχωροῦνται εἰς τό βιβλίο «Τό δρᾶμα ἑνός Ἀρχιεπισκόπου» καί ἀφοροῦν εἰς τίς διαμαρτυρίες του διά τήν ἐξορία καί τίς κακουχίες τῶν ἀντιφρονούντων καί ἐξορισθέντων - ἐγκλεισθέντων εἰς τήν Γυάρο καί τήν Μακρόνησο, καταδεικνύουν περίτρανα τό ἄν ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ ἐπί Ἀρχιεπισκοπείας του ἀναδειχθέντες Ἀρχιερεῖς ἦσαν ὄντως «χουντικοί» (δηλ.συμπράξαντες μέ τήν «χούντα» καί ὄργανά της) ἤ ὄχι.
Πάντως, σέ καμμία περίπτωσι δέν εὐσταθεῖ ἡ «ρετσινιά» αὐτή, μόνον καί μόνον διότι ὡς ὄργανα ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως ἐπικοινωνοῦσαν μέ τήν κρατική ἐκείνη ἐξουσία καί ἐλάμβαναν παροχές διά κοινωφελῆ ἐκκλησιαστικά ἔργα καί Ἱδρύματα ἤ διά τήν παρουσία τους σέ ἐθνικές καί κοινωνικές
ὡς «ὀργανωσιακῶν» ἤ «παρεκκλησιαστικῶν» δέν ἔχει κανένα ἔρεισμα, διότι ὅλοι τους καί πρό τῆς ἐκλογῆς των εἰς τήν θεόθεν λαχοῦσαν εἰς αὐτούς Θεόσωστον Ἐπαρχίαν, κατά τήν μέχρι τότε ἱερατική τους διακονία, ἀλλά κατ’ ἐξοχήν μετά τήν ἀνάδειξίν των ὡς Ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διηκόνησαν ἀόκνως καί εὐόρκως εἰς τόν Ἀμπελῶνα τοῦ Χριστοῦ μέ γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἀγαθή συνείδησι καί μεγάλη ἐκκλησιαστική καί ἐθνική προσφορά.
* * *
Εἴησαν τά ἔτη τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καρυστίας καί Σκύρου κ.Σεραφείμ ὡς πλεῖστα, ὄλβια, εἰρηνικά, κατάκαρπα καί θεοχαρίτωτα. Ἄς εἶναι δέ αἰωνία καί μακαρία ἡ μνήμη τοῦ ἀξιομακαρίστου Πρωθιεράρχου Ἱερωνύμου τοῦ Α’, πάντων τῶν λοιπῶν ἀοιδίμων Ἀρχιερέων τῆς περιόδου ἐκείνης, ἀλλά καί ἁπάντων τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων τῶν εὐσεβῶς κοιμηθέντων. Ἀμήν.-

Σεισμική δόνηση 3,4R στη Νεάπολη Λακωνίας

Ασθενής σεισμική δόνηση μεγέθους 3,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ σημειώθηκε στις 06:59  το πρωί της Τετάρτης στη Νεάπολη Λακωνίας, σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. 

Το επίκεντρο της δόνησης ορίζεται στα 23 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Νεάπολης. Το εστιακό της βάθος μετρήθηκε στα 10 χιλιόμετρα.

http://www.zougla.gr