Ένα συνηθισμένο ερώτημα που τίθεται στις μέρες μας είναι ο διαχωρισμός των ναρκωτικών σε σκληρά και μαλακά. Ειδικά όσον αφορά το χασίς και τα παραισθησιογόνα, μοιάζει να επικρατεί μια μορφή κοινωνικής ανεκτικότητας. Ο χρήστης τέτοιου είδους ουσιών εφησυχάζει την συνείδησή του, σε καμία περίπτωση δε θεωρεί τον εαυτό του ναρκομανή και η κοντινοί του εφησυχάζουν την ανησυχία τους με τη δικαιολογία ότι «όλα τα παιδιά σήμερα κάτι παίρνουν».
Η ιατρική και η πολιτική συνηγορούν με την άποψη αυτή κι έτσι όλοι είναι χαλαροί και ήρεμοι. Ακόμη κι όταν η κοκαΐνη μπαίνει στο κάδρο, η γενική εικόνα δε χαλάει, γιατί για κάποιο ανεξήγητο λόγο, ειδικά στην Ευρώπη, δε θεωρείται εθιστική, ίσως επειδή τα στερητικά της συμπτώματα δεν είναι τόσο φανερά. Μόνον όταν η ηρωίνη περάσει το κατώφλι του σπιτιού αρχίζει η ανησυχία του εξαρτημένου λιγότερο, και της οικογένειάς του περισσότερο. Αλλά και πάλι επικρατεί η αντίληψη ότι αν δεν «τρυπιέται» κανείς, αν δεν πίνει καθημερινά, αν δεν πουλάει, αν…, αν… και οι δικαιολογίες τελειωμό δεν έχουν, για να μη ταραχθούν τα νερά της αδράνειας.
Ένας τέτοιος διαχωρισμός των ουσιών είναι επικίνδυνος, αν όχι ύποπτος. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και η περιστασιακή χρήση χασίς και παραισθησιογόνων, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ψυχολογικές και ψυχιατρικές βλάβες στον οργανισμό. Τέτοιες μπορεί να είναι κρίσεις πανικού ή αγοραφοβίας, κατάθλιψη, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις ψυχώσεις, διαταραχές προσωπικότητας, διπολικές διαταραχές, ακόμη και σχιζοφρένεια. Η μακροχρόνια χρήση «μαλακών» ουσιών είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει στις παραπάνω συνέπειες ή θα μεταπηδήσει στα αποκαλούμενα σκληρά ναρκωτικά (κοκαΐνη, ψυχοφάρμακα, ηρωίνη).
Το πέρασμα από τα μαλακά στα σκληρά ναρκωτικά είναι μια φυσική πορεία. Ο χρήστης μαθαίνει να ζει σε μια εικονική πραγματικότητα, χάνει σταδιακά την ικανότητά του να επικοινωνεί με τους ανθρώπους, δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις εργασιακές ή σπουδαστικές του υποχρεώσεις, οι οικογενειακές και φιλικές σχέσεις πλήττονται βαθύτατα.
Ο άνθρωπος χάνει το νόημα της απλής, φυσιολογικής ζωής και καλλιεργεί μια «ναρκοκουλτούρα», όπου κυριαρχούν οι αυταπάτες και οι ψευδαισθήσεις. Όλα μοιάζουν «ξενέρωτα» και δυσβάσταχτα, επικρατούν οι ονειροπολήσεις και η διαρκώς αυξανόμενη ανάγκη να «γεμίσει το κεφάλι του».
Ο εθισμένος, από τα ναρκωτικά οποιασδήποτε μορφής, είναι αιχμάλωτος. Είτε η χρήση του είναι περιστασιακή, είτε είναι μόνιμη, η αλήθεια είναι ότι είναι εθισμένος. Το θέμα που αντιμετωπίζει δεν είναι το είδος της ουσίας και τι σημαίνει αυτή για τον οργανισμό του, αλλά το γεγονός ότι είναι μια προσωπικότητα που αδυνατεί να ανταπεξέλθει στη καθημερινότητά του, που δυσκολεύεται να αναγνωρίσει και να διαχειριστεί τα συναισθήματά του, που χρειάζεται ανάμεσα στον ίδιο και τη ζωή του έναν ενδιάμεσο (την ουσία) για να υπάρξει με κάποιο τρόπο.
Εθισμός είναι η τάση κάποιου ανθρώπου να επαναλαμβάνει με καταναγκαστικό τρόπο συγκεκριμένες συμπεριφορές. Η εθιστική προσωπικότητα παγιδεύεται σε φαύλους κύκλους επανάληψης και αύξησης της χρήσης, παρά το γεγονός ότι είναι άπειρες οι φορές που αποφασίζει να την σταματήσει ή να την ελέγξει, ίσως και να κάνει και κάποιες άδοξες προσπάθειες, μόνο και μόνο για να διαψευσθεί λίγο αργότερα.
Είναι μια απόφαση που παίρνει για να μη τη κρατήσει, μια γεωγραφική απόδραση, ένα φάρμακο, μια αντικατάσταση της αγαπημένης ουσίας με κάποια άλλη ή συνδυασμός της με αλκοόλ και φάρμακα. Τίποτα δε βοηθά, τίποτα δεν έχει διάρκεια, η σκέτη αποχή από τη χρήση προκαλεί στη καλύτερη περίπτωση σοβαρά ψυχολογικά συμπτώματα και στη χειρότερη ψυχολογικά και σωματικά. Κρίσεις επιθετικότητας, κατάθλιψης και αντικοινωνικών συμπεριφορών, ακολουθούν τις άδοξες προσπάθειες για να ηρεμήσουν όλα με το επόμενο τσιγάρο, με την επόμενη δόση. Η μονότονη επανάληψή της και η αύξησή της είναι μονόδρομος.
Η ενασχόληση του χρήστη και της οικογένειάς του με το διαχωρισμό σκληρών και μαλακών ναρκωτικών και η επιμονή στο σύμπτωμα, αποπροσανατολίζει τους ενδιαφερόμενους από την αναζήτηση της λύσης. Το πρόβλημα δεν είναι ούτε στο είδος της ουσίας, ούτε στη συχνότητα της χρήσης της. Οι ίδιες οι συνέπειες της χρήσης (προσωπικές, οικογενειακές, οικονομικές, επαγγελματικές, συναισθηματικές, ψυχολογικές, σωματικές), συνέπειες που προκαλούνται είτε ευθέως από τη κατανάλωση οποιουδήποτε ναρκωτικού, είτε εμμέσως με τη μορφή ατυχημάτων, είναι που προσδιορίζουν το πρόβλημα και την αντιμετώπισή του με δραστικό και ουσιαστικό τρόπο.