Σηματοδοτώντας την αρχή της τελευταίας πράξης της περιπέτειας του Αρχαιολογικού Μουσείο Κυθήρων, την Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013, ο Λέων των Κυθήρων μεταφέρθηκε από τις αποθήκες του μουσείου στην Αίθουσα των Οικοσήμων, στο Κάστρο Χώρας. Ο αρχαϊκός Λέων, σαφώς το εντιποσιακότερο και ποιό γνωστό από τα εκθεματα του μουσείου, είχε τοποθετηθεί το 1660 στην είσωδο του Κάστρου της Χώρας από τους Ενετούς. Τη δύσκολη μεταφορά του βάρους 650 κιλών γλυπτού ανέλαβε ο προϊστάμενος του Τμήματος Συντήρησης Γλυπτών του Μουσείου Πειραιώς, Γιάννης Σαμαντάς, υπό την επίβλεψη της αρχαιολόγου Στέλλας Χρυσουλάκη· τρεις φορές χρειάσθηκε να στηθούν σκαλωσιές κατά τη διάρκεια της μετακόμισης μέχρι να σταθεί επιτέλους στη βάση του. Οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται στο Φωτογραφικό Αρχείο του ΤΡΙΠΕΛΑΓΟΥ εικονογραφούν την τελευταία αυτή φάση.
Στις 28/10/2004, η εφημερίδα Καθημερινή είχε γράψει πως «μια παράξενη περιπέτεια περίμενε το μαρμάρινο λιοντάρι που κοσμούσε το φρούριο των Κυθήρων, το οποίο δεν ήταν ενετική αλλά αρχαιοελληνική δημιουργία, μάλλον από την αρχαία πόλη Σκάνδεια. Στις 6 Ιουνίου 1941, ο Γερμανός διοικητής Brunz – μάλλον έπειτα από υπόδειξη συγγενή του αρχαιολόγου – κατέβασε το μαρμάρινο λιοντάρι και το έστειλε στη Γερμανία. Οπως μας είπε ο ιστορικός Hagen Fleischer, μέσα στη δίνη της κατάρρευσης της ναζιστικής Γερμανίας, το λιοντάρι βρέθηκε παραπεταμένο σε μια πόλη στα ανατολικά της χώρας.
Μετά το τέλος του πολέμου οι ντόπιοι έλεγαν ότι είναι από κάποιο νησί του Αιγαίου, χωρίς όμως να ξέρουν ποιο. Φωτογραφίες του ξεριζωμένου λέοντος έφτασαν στην Πέργαμο, όπου ο Γερμανός καθηγητής αναγνώρισε τον κλεμμένο φρουρό των Κυθήρων.
Το αίτημα της επιστροφής έμοιαζε έτοιμο να διατυπωθεί, μόνο που υπήρχε μια λεπτομέρεια. Το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος δεν είχε διπλωματικές σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην επικράτεια της οποίας βρισκόταν το λιοντάρι. Οι Ανατολικογερμανοί όμως, σε μια ένδειξη καλής θέλησης, το επέστρεψαν». πηγή /tripelago.
Στις 28/10/2004, η εφημερίδα Καθημερινή είχε γράψει πως «μια παράξενη περιπέτεια περίμενε το μαρμάρινο λιοντάρι που κοσμούσε το φρούριο των Κυθήρων, το οποίο δεν ήταν ενετική αλλά αρχαιοελληνική δημιουργία, μάλλον από την αρχαία πόλη Σκάνδεια. Στις 6 Ιουνίου 1941, ο Γερμανός διοικητής Brunz – μάλλον έπειτα από υπόδειξη συγγενή του αρχαιολόγου – κατέβασε το μαρμάρινο λιοντάρι και το έστειλε στη Γερμανία. Οπως μας είπε ο ιστορικός Hagen Fleischer, μέσα στη δίνη της κατάρρευσης της ναζιστικής Γερμανίας, το λιοντάρι βρέθηκε παραπεταμένο σε μια πόλη στα ανατολικά της χώρας.
Μετά το τέλος του πολέμου οι ντόπιοι έλεγαν ότι είναι από κάποιο νησί του Αιγαίου, χωρίς όμως να ξέρουν ποιο. Φωτογραφίες του ξεριζωμένου λέοντος έφτασαν στην Πέργαμο, όπου ο Γερμανός καθηγητής αναγνώρισε τον κλεμμένο φρουρό των Κυθήρων.
Το αίτημα της επιστροφής έμοιαζε έτοιμο να διατυπωθεί, μόνο που υπήρχε μια λεπτομέρεια. Το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος δεν είχε διπλωματικές σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην επικράτεια της οποίας βρισκόταν το λιοντάρι. Οι Ανατολικογερμανοί όμως, σε μια ένδειξη καλής θέλησης, το επέστρεψαν». πηγή /tripelago.