Το σπήλαιον, Χριστέ, κοιτώ
Το σπήλαιον, Χριστέ, κοιτώ
Πρώτη δημοσίευση
Είναι στην πρώτη γραμμή της «μάχης». Αντιμέτωποι με τον αόρατο εχθρό που στη χώρα μας έχει επιφέρει πάνω από τέσσερις χιλιάδες τριακόσιους θανάτους. Στελεχώνουν τα νοσοκομεία εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, καθημερινές και αργίες. Κάνουν Χριστούγεννα προσφέροντας τις υπηρεσίες τους, μακριά από τις οικογένειες τους. Με έντεκα μήνες πανδημίας στις πλάτες τους.
Η Σταματούλα Τσικρικά η οποία είναι πνευμονολόγος και επιμελήτρια του νοσοκομείου αναφοράς για περιστατικά covid-19, Σωτηρία, περνά τις γιορτές στο πόστο της. Όπως λέει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Είναι δύσκολο να αντικρίζεις στα μάτια τον ασθενή, την ημέρα των Χριστουγέννων, που ξέρεις ότι θα είναι μόνος του σε ένα δωμάτιο χωρίς τη δυνατότητα να έχει ούτε κι αυτός τους δικούς του ανθρώπους δίπλα».
Η κατάσταση απαιτεί από γιατρούς, νοσηλευτές και όλο το προσωπικό των νοσοκομείων να βάζουν μπροστά το καθήκον -σχεδόν σύσσωμοι- και τις ημέρες ανάπαυλας. Το αίσθημα προσφοράς είναι η κινητήριος δύναμη, αφού οι αντοχές έχουν αρχίσει και λιγοστεύουν.
«Δυσκολευόμαστε πάρα πολύ, πρέπει να είμαστε στο νοσοκομείο πολλές ώρες, με άσχημες καμιά φορά συναισθηματικές εκβάσεις και για εμάς. Ξέρετε είναι δύσκολο να παίρνεις και να ενημερώνεις ότι ο ασθενής σου δεν είναι καλά», εξηγεί η Σ. Τσικρικά η οποία είναι η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδος.
Ο χρόνος αποκτά διαφορετική σημασία. Το αντιλαμβάνεται κανείς από την πύλη του νοσοκομείου. Το προσωπικό ασφαλείας, οι καθαριστές, οι τραυματιοφορείς, εργάζονται αξιοποιώντας κάθε δευτερόλεπτο. Στις ΜΕΘ ο χρόνος, πολλές φορές, μετρά αντίστροφα και οι συνθήκες απαιτούν ένα άτομο να προσέχει πάνω από τρεις βαριά ασθενείς. Όμως, σημασία για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές έχει το να επιστρέψουν οι άνθρωποι στις οικογένειές τους. Στα πρόσωπα τους βλέπουν πολλές φορές τον πατέρα ή τη μητέρα τους και αγαπημένους τους συγγενείς. Εκτός από την απαραίτητη νοσηλεία, ένα σφίξιμο στο χέρι, ένα ελαφρύ χτύπημα στην πλάτη και ένας εγκάρδιος λόγος είναι το απαραίτητο «επιδόρπιο» που περιλαμβάνει η διασωλήνωση στις ΜΕΘ, ειδικά αυτές τις ημέρες.
Πρόσφατα το προσωπικό που στελεχώνει μια από τις ΜΕΘ του Σωτηρία διοργάνωσε τα γενέθλια μιας εβδομηντάχρονης. Ντυμένοι όπως επιβάλλεται: με προστατευτικές στολές, μάσκες, γάντια και ειδικά γυαλιά είπαν τα χρόνια πολλά. Η ασθενής κατάφερε να σταθεί στα πόδια της, με τη βοήθεια του προσωπικού.
Στα δεξιά της βρισκόταν ο φυσικοθεραπευτής Δημήτρης Κοντός, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με το να δίνει ανάσα στους ασθενείς. «Ένα, δύο, τρία και πάμε» λέει, κάνοντας τεχνητή αναπνοή σε όσους είναι κλινήρης και προσπαθούν να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους. «Το χειρότερο είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι μόνοι τους εντελώς», περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δ. Κοντός ο οποίος ζητά από τους πολίτες να σταθούν δίπλα στο προσωπικό των νοσοκομείων τηρώντας τα μέτρα και ακούγοντας τους ειδικούς. «Όλοι φοβόμαστε τι θα γίνει μετά τις γιορτές γιατί ο κόσμος δεν υπακούει στα μέτρα, κυρίως στην επαρχία. Φοβόμαστε ότι επειδή ο κόσμος είναι κουρασμένος, λόγω των γιορτών θα πάει στα σπίτια και θα έχουμε έξαρση μετά».
Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία έχουν πιο πολύ καιρό από όλους τους πολίτες να ευχαριστηθούν στιγμές με την οικογένειά τους, προκειμένου να τους προστατέψουν. Τα φετινά Χριστούγεννα είναι πολύ σκληρά γιατί επιβάλλουν κοινωνική αποστασιοποίηση.
«Πολλοί από εμάς επιλέγουμε συμπεριφορές οι οποίες δεν είναι και πολύ συμβατές με ένα κοινωνικό ζώο, όπως είναι ο άνθρωπος. Απομονωνόμαστε, κρατάμε ανθρώπους μακριά», εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπεύθυνος της κλινικής Covid του Ευαγγελισμού, Γιάννης Καλομενίδης.
«Θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας σε συνθήκες που επιτρέπουν την άσκηση της ιατρικής και όχι σε πολεμικές συνθήκες, όπως έγινε στη Βόρειο Ελλάδα τον Νοέμβριο», συμπληρώνει ο καθηγητής πνευμονολογίας. Η κλινική της οποίας ηγείται έχει νοσηλεύσει πάνω από επτακόσια άτομα στο δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Η μεγαλύτερη γιορτή φέτος στα νοσοκομεία είναι η έναρξη του εμβολιασμού στις 27 Δεκεμβρίου, επιβεβαιώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο νοσηλευτής ΜΕΘ του Σωτηρία Γιώργος Κούρτης. Το ίδιο λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και ο 53χρονος νοσηλευτής εντατικής του Ευαγγελισμού Γιώργος Μπαλάσκας: «Περιμένουμε να πάρουμε κάποια ανάσα και με το εμβόλιο γιατί είναι και η μόνη ελπίδα να αλλάξει η ζωή μας. Δεν μπορούμε να ζούμε άλλο έτσι.»
Οι ήρωες με τις λευκές και πράσινες στολές δεν περιμένουν μονάχα το εμβόλιο τα φετινά Χριστούγεννα. Αλλά και το πνεύμα, τη σύνεση και τη λογική που θα εξευμενίσει τους αρνητές και όσους στιγματίζουν το προσωπικό των νοσοκομείων, θεωρώντας το επικίνδυνο για τη διασπορά του ιού. Ζητούν σαν δώρο να μην επαναληφθούν σκηνικά όπως εκείνο με τη νοσοκόμα η οποία δεν κατάφερε να μισθώσει το σπίτι που ήθελε να μείνει, καθώς οι ένοικοι της πολυκατικίας την...φοβήθηκαν.
Άδεια μετακίνησης εν μέσω lockdown και απαγόρευσης κυκλοφορίας για τον κορονοϊό προβλέπεται για κυνήγι και ψάρεμα με νέα απόφαση που δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ. Συγκεκριμένα η απόφαση ορίζει:
«Μετακίνηση κυνηγών ή αλιέων για την άσκηση θήρας / αλιείας υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΡΑΤΗΓΕ
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΛΥ
*****************************************************
Και επί Γης Ειρήνη…
Τέτοιες μέρες, κάθε χρόνο, οι Χριστιανοί σε όλον τον κόσμο, ετοιμαζόμαστε για την Θεία Γέννηση του Χριστού μας σε μια φτωχική φάτνη στη Βηθλεέμ. ‘’Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί Γης Ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία’’….
Με την σκέψη μου στον αγγελικό ύμνο και στην Ειρήνη επί της Γης, εξέφρασα την απορία μου προς τον καλό μου φίλο και αφοσιωμένο διάκονο της Εκκλησίας του Θεού, παπά Μακάριο : ‘’Γέροντα, μήπως έχει κουραστεί ο Θεός να ασχολείται με μας τους ανθρώπους και μας έχει εγκαταλείψει στη μοίρα μας; Κοίταξε γύρω σου: Πόλεμοι, φτώχεια, βάσανα, αρρώστιες πανδημίες…. Πού είναι η επί Γης Ειρήνη, που ψέλνουν οι Άγγελοι όταν γεννιέται ο Χριστός;’’
Ο καλός ιερωμένος μου εξήγησε, ότι ο ύμνος δεν αναφέρεται στην έννοια της Ειρήνης, όπως, τουλάχιστον, την αντιλαμβανόμαστε συνήθως, αλλά στο ότι ο ίδιος ο Χριστός είναι η Ειρήνη, που έρχεται, για να αποκαταστήσει τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, η οποία έχει διαταραχτεί από υπαιτιότητα του ανθρώπου
Δέχτηκα την απάντησή του, χωρίς σσότερες ερωτήσεις. Όταν, όμως, έμεινα μόνος, τα ερωτήματα συνέχισαν να γυρίζουν στο μυαλό μου, βασανιστικά, αμείλικτα…
Πώς ξεφύγαμε έτσι από το «κατ΄ εικόνα και καθ’ ομοίωση», που μάς έπλασε ο Θεός;
Αρκεί ένα νοερό ταξίδι στην Υφήλιο για να διαπιστώσει κανείς την θλιβερή πραγματικότητα. Κηρυγμένοι και ακήρυχτοι πόλεμοι, λαοί που υποφέρουν καταπιεζόμενοι από άλλους λαούς, παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα… Εκμετάλλευση, φτώχεια, δυστυχία, ... ένας κόσμος, χωρίς αγάπη, χωρίς συμπόνια, χωρίς σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα … Ένας κόσμος όπου κυριαρχεί το συμφέρον των ολίγων και η επιβολή της θέλησης του ισχυρού επί του αδυνάτου. Καταναλωτικές κοινωνίες, όπου Θεός είναι το κέρδος και ο άνθρωπος αγωνίζεται να το κατακτήσει μεταχειριζόμενος κάθε μέσο.
Φαίνεται ότι κάπου έχουμε χάσει το νόημα και την ουσία των Χριστουγέννων .
Το μήνυμα της Θείας Γέννησης, ο Βασιλεύς των Βασιλέων, που δεν γεννήθηκε σε παλάτι, αλλά σε έναν ταπεινό σταύλο και δεν τυλίχθηκε με χρυσοκέντητα σπάργανα, αλλά ζεστάθηκε με το χνώτο των ζώων, όση
δύναμη και αν έχει, κάποιες φορές μοιάζει ανίσχυρο να αποκαταστήσει τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.
Οι προσπάθειες, που καταβάλλουμε οι άνθρωποι των σημερινών κοινωνιών να νιώσουμε μέσα μας το πνεύμα των Χριστουγέννων στολίζοντας χριστουγεννιάτικα δέντρα και γεμίζοντας τα σπίτια μας και τους δρόμους με πολύχρωμα λαμπιόνια είναι ανούσιες. Τα φανταχτερά φωτάκια, από μόνα τους, όσο όμορφα κι αν είναι, δεν αρκούν για να ζεστάνουν τις ψυχές.
Κοιτάζοντας από το παράθυρο του γραφείου μου την Λεωφόρο Βασιλέως Γεωργίου, στο Κέντρο του Πειραιά, βλέπω τα μαγαζιά ντυμένα γιορτινά, αλλά τα πιο πολλά κλειστά. Έχει σουρουπώσει και η κυκλοφορία είναι αραιή. Ένας κύριος με αθλητική φόρμα βγάζει βόλτα το σκυλάκι του, (αυτός είναι sms 6…). Μια κυρία φαίνεται να έχει μόλις βγει από το κομμωτήριο (sms 2 αυτή…)
Ένας νεαρός, έξω από το απέναντι κατάστημα, αγοράζει ένα πουλόβερ (sms 2, click away….). Το παίρνει και τον βλέπω να κατηφορίζει μέχρι το επόμενο τετράγωνο. Εκεί, στην εσοχή ενός για χρόνια κλειστού καταστήματος, μήνες τώρα, έχει βρει καταφύγιο ένας άστεγος συμπολίτης μας.
Ο νεαρός τον πλησιάζει και του δίνει το πουλόβερ που μόλις αγόρασε. Η ευγνωμοσύνη και η χαρά του φτωχού αστέγου είναι εμφανής. Ο νέος απομακρύνεται με ανάλαφρο βήμα. Τα πόδια του, θαρρείς ότι, δεν πατούν στην γη!
Χαμογελώ… Ιδού το μήνυμα των Χριστουγέννων: Αγάπη, Ανθρωπιά, Έλεος.
Υπάρχει Ελπίδα !
Καλά Χριστούγεννα!
Νικόλαος Μανωλάκος
Αντιστράτηγος ε.α – Επίτιμος Δκτης ΑΣΔΕΝ
Βουλευτής Α' Πειραιά και Νήσων
Χριστούγεννα στην εποχή της πανδημίας
Του Γιώργου Λουράντου:
1995: Αρχίζει η Κρίση των Ιμίων που η κορύφωσή της την 31η Ιανουαρίου 1996 θα φέρει Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα πολέμου. Η κρίση άρχισε στις 25 Δεκεμβρίου, όταν το τουρκικό φορτηγό πλοίο Φιγκέν Ακάτ προσάραξε σε αβαθή ύδατα κοντά στην Ανατολική Ίμια και εκπέμπει σήμα κινδύνου. Ο πλοίαρχός του αρνήθηκε βοήθεια από το Λιμενικό, υποστηρίζοντας ότι βρισκόταν σε τουρκική περιοχή και ότι οι μόνες αρμόδιες είναι οι αρχές της χώρας του. Η κρίση των Ιμίων κορυφώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου 1996, σε μια εποχή που η κυβέρνηση Σημίτη έκανε τα πρώτα της βήματα, φέρνοντας Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα ένοπλης αντιπαράθεσης.
Αθήνα
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΑΜΑΡΥΣΙΑ
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ;
Στο παιδί της
πλατείας Κάνιγγος
- Παππού – παππού! Έκανα κι εγώ καλά το μάθημα…
21 Δεκεμβρίου 201…, έλαμψε το δωμάτιο από το χαμόγελο της 11χρονης εγγονούλας. Και πριν πει λέξη ο κ. Νίκος, όρμησε ο μικρότερος αδελφός της:
- Ποιο μάθημα, Αντιγόνη; Έγινες κυρα – δασκάλα; χαμογέλασε ο παππούς σκεπάζοντας τη θλίψη του.
- Πολλά γίνονται, Φοίβο μου. Η κυρία Ρόζα είχε προετοιμάσει τα παιδιά της Έκτης τάξης, να κάνουν εκείνα το μάθημα της 21ης Δεκεμβρίου, πριν από τις διακοπές. Όσα ήθελαν, να παρουσιάσουν χριστουγεννιάτικα διηγήματα, με συντομία, από εκείνα που τους είχε δώσει σε φωτοτυπίες. Ή κάποιο άλλο.
- Εσύ, Αντιγόνη;
- Είπα την ιστορία του Βάνκα1, που μου την είχες μάθει, παππού. Και έκανε μεγάλη εντύπωση.
- Να την μάθει κι ο Φοίβος;
- Ο Ρώσος συγγραφέας Άντον Τσέχωφ έγραψε για τη μεγάλη λύπη του Βάνκα, του Ιβάν Ζούκοφ. Ήταν εννιά χρονών, δισάρφανος. Και τον έστειλε ο φτωχός παππούς του από το χωριό στη Μόσχα, σε ένα τσαγκαράδικο, για να μάθει την τέχνη. Τέσσερις μήνες το αφεντικό τον χτυπούσε άδικα. Κάποτε τον έσυρε στην αυλή και τον έδερνε, γιατί, την ώρα που κουνούσε το μωρό, τον πήρε ο ύπνος. Και στο τσαγκαράδικο τον βασάνιζαν όλοι οι παραγιοί. Για φαγητό του δίνανε δυο ξεροκόμματα και λίγο κουρκούτι, το ίδιο κάθε μέρα.
- Παππού, διακόπτει ο Φοίβος, αυτά τα βάσανα ήταν σαν εκείνα του Χριστού μας.
- «Στα ξένα χέρια», θυμάται ο κύριος Νίκος το αριστούργημα του Μαξίμ Γκόρκι. Συνέχισε Αντιγόνη μου..
- Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλοι είχαν φύγει, ο μικρός αρχίζει να γράφει ένα γράμμα. Κρατούσα το βιβλίο τού παππού με το διήγημα και διάβασα στην τάξη μερικά λόγια: «Πολυαγαπημένε μου παππού Κωσταντή Μακάριτς. Σου γράφω γράμμα. Σου εύχομαι καλά Χριστούγεννα… Δεν έχω πια ούτε πατέρα ούτε μάνα, μονάχα εσύ μου απόμεινες. Έλα γρήγορα, αγαπημένε μου παππού, για όνομα του Θεού. Σε παρακαλώ, πάρε με από δω. Λυπήσου με το δύστυχο ορφανό, γιατί όλοι με δέρνουν και πεινάω πολύ. Και έχω τόση στενοχώρια, που δεν ξέρω πώς να σου την πω. Όλο κλαίω παππού. Και μια μέρα το αφεντικό μού ’δωσε μια στο κεφάλι με το καλαπόδι, τόσο δυνατά που έπεσα κάτω και έλεγα πως δε θα σηκωθώ. Δεν είναι ζωή αυτή, χειρότερη και από του σκύλου… Ο εγγονός σου Ιβάν Ζούκοφ, ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΜΟΥ ΠΑΠΠΟΥ, ΕΛΑ».
Όταν τέλειωσε το γράμμα ο Βάνκας, το έβαλε σ’ ένα φάκελο, όπου έγραψε: ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ. ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ. Και πρόσθεσε: Κωσταντή Μακάριτς. Αμέσως μετά έτρεξε και έριξε «το πολύτιμο μήνυμά του» στο κοντινότερο ταχυδρομικό κουτί. ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ.
- Δεν πήγε το γράμμα!
Φώναξε ταραγμένη μια συμμαθήτριά μου. Ο Βάνκας είχε ξεχάσει να γράψει στο φάκελο το όνομα του χωριού. Και συγκινήθηκε η Πέγκη, παππού. Η Πέγκη τέσσερις μήνες δεν είχε μιλήσει ποτέ. Δεν ξέρουμε γιατί. Σήμερα ακούσαμε τη φωνή της! Η δασκάλα μας νομίζω δάκρυσε. Και δυο συμμαθητές μας έβαλαν τα κλάματα…
- Πώς όχι; Πώς όχι, παιδιά μου… Και η Πέγκη… Μπράβο Αντιγόνη!
Ο κύριος Νίκος σταμάτησε. Μόνο…
- Πηγαίνετε για λίγο στη γιαγιά…
∽ Το παιδάκι της πλατείας Κάνιγγος ∽
Ο ηλικιωμένος κύριος μένει ακόμη πολύ λυπημένος. Είναι συνεχώς απέναντί του η πρωινή συνάντηση. Ενώ καθόταν έξω από το καφενείο που συμπαθούσε, δίπλα στην πλατεία Κάνιγγος, σήκωσε τα μάτια από την εφημερίδα. Μπροστά του στεκόταν ένας μικρούλης, τεσσάρων – πέντε χρονών; Κοίταζε τον κύριο Νίκο. Χωρίς να ζητά τίποτε… Στα καστανά, υπομονετικά μάτια του παιδιού δεν πρέπει να υπήρχε μόνο η αναμονή μιας μικρής βοήθειας. Και φόβος; Ντροπή;
- Από πού είσαι, παιδί μου;
Απάντησε μ’ έναν ελάχιστο, ακαθόριστο ψίθυρο. Ίσως είπε «Συρία». Γιατί να ρωτήσει ο ευαίσθητος άνθρωπος; Ποτέ ξανά. Τον φτωχό να μην τον ρωτάμε.
Θέλησε να δώσει ένα μικρό χαρτονόμισμα. Μα... δεν χωρούσε. Δεν χωρούσε στη χουφτίτσα του μικρού… Χάιδεψε το προσφυγάκι και του είπε να βάλει στην τσέπη του το διπλωμένο χαρτονόμισμα. Αμέσως μετά, ο κύριος Νίκος σαν να χάθηκε κάποιες στιγμές. Δεν είδε να φεύγει το τόσο μικρό παιδί της βουβής ανάγκης. Τον εξόριστο άγγελο του κόσμου μας.
«Τα ερείπια των παιδιών του, γίνονται τα δικά μας ερείπια»2.
«Ω π ε ν ι χ ρ α α λ λ’ υ π ε ρ τ ά τ η ε υ τ υ χ ι α
τ ο υ π τ ω χ ο ύ!»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
- Αντιγόνη, Φοίβο… Να σας πω κι εγώ δυο ιστορίες; Από τους θησαυρούς που μας χάρισε ο άγιος συγγραφέας, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης3.
Στο νησί του, τη Σκιάθο, ζούσε και η θεια-Αχτίτσα με τα ορφανά εγγονάκια της, το Γέρο και την Πατρώνα. Δεν τους μιλούσε
με τα πραγματικά τους ονόματα, για να μην της θυμίζουν τους χαμένους, τον άντρα και την κόρη της. Και δεν είχε στον ήλιο μοίρα, ανάτρεφε τα παιδιά κάνοντας ό,τι περνούσε από τα χέρια της.
Βοτάνιζε, μάζευε ελιές για τους χωριανούς, ξενοδούλευε. Από κούμαρα έβγαζε ρακί. Και τι δεν έκανε… Για «τα αξιολύπητα, τα καημένα»… Πρώτα απ’ όλα όμως ήταν «Η σταχομαζώχτρα» - κι ας την κορόιδευαν οι φαρμακερές γλώσσες. Κάθε Ιούνιο, στην απέναντι Εύβοια, μάζευε τα στάχυα, που έπεφταν απ’ τα δεμάτια των θεριστών. Γέμιζε τρεις – τέσσερις σάκους και εξασφάλιζε το ψωμί της χρονιάς.
Το έτος όμως, 187…, ποιες αμαρτίες πλήρωνε η πικρή γη; Ελάχιστα τα στάχυα, πουθενά ελιές, φτώχεια ακόμη και στις κουμαριές. Αφορία παντού! Ένας ασυνήθιστος, άγριος, αδιάκοπος χειμώνας έκανε μεγαλύτερη τη δυστυχία. Γρήγορα τελείωναν τα ξύλα, που έφερνε από τα δάση η Αχτίτσα, το σπιτικό ήταν παγωμένο. Βοριάς «χιονιστής» φυσούσε και τις παραμονές των Χριστουγέννων, Ο Γέρος δεν έβρισκε ούτε ψίχουλα στο ντουλάπι. Πήρε ένα κομμάτι κρυσταλλιασμένο χιόνι, για να ξεγελάσει την πείνα του μαζί με την Πατρώνα.
Το πρωί της παραμονής, στην πόρτα τους ο παπα – Δημήτρης.
- Καλώς τα ’δέχθης, είπε στη γιαγιά. Έλαβα ένα γράμμα για σένα...
Για την Αχτίτσα; Ποιος θα της έγραφε; Και όμως. Ο εξαφανισμένος, στην Αμερική τόσα χρόνια γιος της, ο Γιάννης, την θυμήθηκε. Με γράμμα, με τις περιστάσεις της ξενιτιάς και ένα «συνάλλαγμα».
- Πόσα χρήματα; διακόπτει ο Φοίβος.
- Ούτε ο ιερέας, ούτε ο δάσκαλος μπορούσαν να καταλάβουν. Ο κυρ – Μαργαρίτης, ο πολυτεχνίτης, είπε ότι έκανε να δίνει στη
μάνα λιγότερα από δέκα τάλιρα. Ευτυχώς, τότε φάνηκε περαστικός έμπορος από τη Σύρο. Κοίταξε το «συνάλλαγμα¨.
- Συναλλαγματική για δέκα αγγλικές λίρες. Σίγουρα.
Και τελικά, μέτρησε στο χέρι της θειας – Αχτίτσας, μπροστά στα «έκθαμβα μάτια της» εννιά γυαλιστερές λίρες!
- Θαύμα, μονολογεί η Αντιγόνη.
Θαύμα, που έγινε καθαρά πουκαμισάκια, νέα πέδιλα για τα παιδιά και καινούρια, «άδολη» μαντήλα της γιαγιάς, της σταχομαζώχτρας! Τα δικά τους Χριστούγεννα έμοιαζαν με ηλιόλουστο όνειρο.
Πήρε μια ανάσα ο κ. Νίκος. Ανυπομονούσε όμως η Αντιγόνη.
- Η δεύτερη ιστορία, παππού;
- Ναι, η ιστορία της «’Πηρέτρας». «Υπηρέτρα» είχε ονομάσει ο μπαρμα – Διόμας τη γερόντισσα βάρκα του. Χωρίς σύνταξη, μόνον μ’ αυτήν είχε απομείνει. Και τον υπηρετούσε. Στο ψάρεμα, σε μεταφορές, να βγάζει το ψωμί το δικό του και της Ουρανιώς, της θυγατέρας του, του μοναδικού δικού του ανθρώπου. Στην Υπηρέτρα έλεγε και τα παράπονά του: «Βασανισμένο μου κορμί, τυραγνισμένα νιάτα…»
Το μεσημέρι της παραμονής των Χριστουγέννων, σαλπάρησαν για το γειτονικό νησί, την Τσουγκριά και εκεί γέμισε σχεδόν η βάρκα με όρνιθες, τυριά και άλλα αναγκαία. Σύντομα βρέθηκε στα μισά του θαλασσινού δρόμου της, και ξαφνικά… Ο γαϊδαράκος, ο συνταξιδευτής του μπαρμπα – Διόμα. χτύπησε δυνατά τη σανίδα της Υπηρέτρας, έσπασε το μαδέρι της και αμέσως αναποδογύρισε, με όλα της τα υπάρχοντα στα κύματα. Ο ναυαγός κρεμάστηκε από τα πλευρά της και, κολυμβητής σαν το χέλι, πάλευε να μη βουλιάξουν. Η πιστή Υπηρέτρα τον κρατούσε μέχρι τώρα στη ζωή και, στα τελευταία της, απόδιωχνε το θάνατό του!
Στο μεταξύ το Ουρανιώ περίμενε.
- Πέρασαν τα μεσάνυχτα, κι ο πατέρας μου!
Τότε, κρυμμένη στο σκοτεινό εξώστη, παρακολουθούσε την ετοιμασία των γειτόνων για τη γιορτινή λειτουργία. Κάποια στιγμή ήρθε ο φοβερός λόγος:
- Ο γείτονας είπαν πως βούλιαξε. Σπαρακτική κραυγή ακούστηκε…
- Χριστέ μου..! Έκανε το σταυρό της η Αντιγόνη.
Ξημέρωνε και η θεία της κόρης, που σπάραζε από τον πόνο, δεν μπορούσε να την παρηγορήσει.
Στη θάλασσα, ενώ υπήρχε ακόμη αρκετό φως μετά το ηλιοβασίλεμα, ένα μεγάλο τρεχαντήρι έτυχε να πλησιάζει τον γέροντα και διέκρινε τη ναυαγισμένη Υπηρέτρα, σαν φωλιά αλκυόνης πάνω στα κύματα. Σε λίγο ο μπαρμπα – Διόμας, μόλις άκουσε κουπιά να πλαταγίζουν κοντά του, ευθύς λιποθύμησε, ύστερα από δύο ωρών μάχη με το Χάρο. Οι καλοί κωπηλάτες τον ανέβασαν στο τρεχαντήρι, κατάφεραν να τον ξαναφέρουν στη ζωή και τον άφησαν γερό στο λιμάνι του.
Έτρεξε κι αγκάλιασε την Ουρανιώ, με τα δάκρυα τής ευτυχίας της. Ο πατέρας δεν έφερε ούτε μυζήθρες, ούτε αυγά, αλλά το σκληραγωγημένο, το θαλασσόδαρτο άτομό του με τα στιβαρά χέρια, ικανά, ακόμη κάποια χρόνια, να πασχίζουν για τον επιούσιον. «Ω πενιχρά, αλλ’ υπερτάτη ευτυχία του πτωχού!», εξηγεί ο παππούς το λόγο του ανυπέρβλητου, Σκιαθίτη – που στα περισσότερα χρόνια του ήταν πολύ φτωχός.
∽ Το μήνυμα του Βρέφους της Βηθλεέμ ∽
Άλλαξε θέμα ο κ. Νίκος.
- Παιδιά μου, φτάνουν τα Χριστούγεννα. Ποια δώρα θέλετε; Παιγνίδια, καινούρια μπουφάν;
- Τίποτε από αυτά, απαντά ο Φοίβος. Προτιμώ ένα βιβλίο του Τσέχωφ. Εσύ κυρα – δασκάλα;
- Δύο βιβλία του Παπαδιαμάντη. Το ένα θα το χαρίσω στην Πέγκη. Για να μιλάει, για να την ακούμε. Σε παρακαλώ, παππού!
Ο ηλικιωμένος κύριος κατευθύνθηκε στο τηλέφωνο, γρήγορα. Δεν έπρεπε να φανούν τα δάκρυά του.
- Παρακαλώ… Κύριε Άλκη, στείλτε μου τρία βιβλία…
Τα βιβλία της αγάπης. Με το χρόνο, θα βοηθούν την Αντιγόνη και το Φοίβο να γίνονται όλο και καλύτεροι άνθρωποι. Να βάνουν το λιθαράκι τους στο κτίσιμο ενός ανθρώπινου κόσμου. Όπου, πρώτα – πρώτα, ας μην υπάρχουν εκατομμύρια καταφρονεμένα, ταπεινωμένα παιδιά, ακόμη και σε χειρότερη κατάσταση από τα εγγόνια του Κωσταντή Μακάριτς, της θειας – Αχτίτσας και από το παιδάκι της πλατείας Κάνιγγος.
Ο κ. Νίκος κοιτάζει τη συνομιλήτρια και το συνομιλητή του. Μεγάλωσαν! Κοντά τους ζει τα Χριστούγεννα της Ελπίδας; Της αμυδρής Ελπίδας. Αλλά πολύτιμης…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Άντον Τσέχωφ, Διηγήματα, μτφρ. Κυριάκος Σιμόπουλος, Θεμέλιο. Συμπεριλαμβάνεται στα «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» της Α΄ Γυμνασίου.
2. Από το κείμενο «Ο άγγελος της ιστορίας με τις λέξεις του να οπισθοχωρούν». του Μπάμπη Μπαλτά. Η Εφημερίδα των Συντακτών, 20-11-2020.
3. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης δεν είδε, όσο ζούσε τυπωμένο βιβλίο του. Η εξαιρετική «Ιστορία της Ελληνικής
Επαναστάσεως» του Σκώτου ιστορικού George Finlay, που είχε μεταφράσει υποδειγματικά ο Σκιαθίτης, εκδόθηκε 100 χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, το 2008, από το «Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία».