Τό Μήνυμα της Κυριακής (ηχητικό μήνυμα)
Από τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων
κ.ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Κυριακή E΄ Λουκά
(05.11.2017)
ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
Γιατί λοιπόν νά ὑπάρχουν πλούσιοι καί φτωχοί; Πῶς ἀνέχεται αὐτή τήν κοινωνική ἀνισότητα ὁ Θεός; Γιατί δέν ἐπιβάλλει δικαιοσύνη;
Ὁ πλούσιος Θεός, ἀδελφοί μου, ὅταν ἦρθε στή γῆ κι ἔγινε ἄνθρωπος, διάλεξε γιά τόν ἑαυτό του νά γίνει ὁ πιό φτωχός ἀπ’ ὅλους, ἀφοῦ καί σέ σταῦλο γεννήθηκε καί σέ ὅλη τή ζωή Του δέν εἶχε οὔτε ἕνα προσκέφαλο δικό Του γιά νά κοιμηθεῖ…
Αὐτός λοιπόν ὁ Κύριος εἶπε μιά παραβολή μ’ ἕναν πλούσιο καί ἕναν φτωχό:
Ἦταν κάποιος πλούσιος, μέ πολλά ἀμέτρητα πλούτη. Τόσα πολλά, ὥστε ὁ ἴδιος καθημερινά νά φορᾶ ἐνδύματα πού μόνο οἱ βασιλεῖς διέθεταν τέτοια. Ποιός ἄλλος μποροῦσε νά ντυθεῖ ὅπως αὐτός; Ὅλο κομπασμό καί ἀέρα ἦταν!
Ἀλλά καί οἱ διασκεδάσεις του δέν πήγαιναν πίσω σέ χλιδή καί μεγαλοπρέπεια. Κάθε μέρα συμπόσια πλουσιώτατα, μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἡδονές καί ἀπολαύσεις…
Τήν ἴδια στιγμή κάποιος φτωχός –Λάζαρο τόν λέγανε- ἦταν παραπεταμένος κάπου ἐκεῖ στήν ἐξώπορτα τοῦ ἀρχοντικοῦ τοῦ πλουσίου. Φτωχός μέ ὅλη τή σημασία τῆς λέξεως. καί ἐπιπλέον καί ἄρρωστος, γεμάτος σέ ὅλο του τό σῶμα μέ πληγές. Μόνη του συντροφιά κάποια σκυλιά, πού ἔρχονταν καί τοῦ ἔγλειφαν τίς πληγές…
Παρόλα αὐτά μιά λέξη γογγυσμοῦ, παραπόνου, κατάρας δέν βγῆκε ἀπ' τό στόμα του. Ὑπέμενε καρτερικά τή δυστυχία του. Κάποτε πέθανε ὁ φτωχός Λάζαρος, καί ἀμέσως οἱ ἄγγελοι πῆραν στά φτερά τους τήν ψυχή του καί τήν ἀνέβασαν στόν Παράδεισο, στίς ἀγκάλες τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ.
Πέθανε καί ὁ πλούσιος καί τόν ἔθαψαν στό χῶμα. Ἄγγελοι γιά αὐτόν δέν βρέθηκαν…
Στή νέα κατάσταση τώρα ὁ πλούσιος ἀπό τόν ἅδη σηκώνει τά μάτια του καί παρακαλεῖ τόν Ἀβραάμ νά στείλει τόν Λάζαρο νά τοῦ βρέξει λίγο μέ τό δάχτυλο τή γλώσσα του, γιατί δέν μπορεῖ νά ἀντέξει τήν φοβερή κόλαση. Ὁ Ἀβραάμ τοῦ ἀπαντᾶ ὅτι οἱ ὅροι τώρα ἀντιστράφηκαν καί δέν εἶναι δυνατόν ἡ κατάσταση νά ἀλλάξει. Καί στό ἄλλο αἴτημα τοῦ πλουσίου νά ἀναστηθεῖ ὁ Λάζαρος γιά νά πεῖ στά ἀδέλφια του τήν κατάσταση πού ἐπικρατεῖ μετά τόν θάνατο, ὁ Ἀβραάμ πάλι τοῦ ἀπαντᾶ ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει αὐτό, οὔτε καί κανένα ἀποτέλεσμα θά ἔχει, ἄν οἱ ἴδιοι δέν πιστέψουν στά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί δέν μετανοήσουν.
«Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος…πτωχός δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος».
Ὁ πλούσιος εἶχε πλούτη. Δέν τόν κατηγορεῖ κανείς γιά αὐτό (ἄν βέβαια τά πλούτη του δέν τά εἶχε μαζέψει ἀπό ἀπάτες, κλοπές καί ἀδικίες). Ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο καταδικάστηκε στήν κόλαση εἶναι γιατί τά πλούτη του αὐτά τά χρησιμοποίησε ἀποκλειστικά γιά τίς δικές του ἀπολαύσεις καί ἡδονές, τή στιγμή πού δίπλα του ὑπῆρχε ἕνας τόσο ἀξιολύπητος ἄνθρωπος, φτωχός καί ἄρρωστος.
Ὁ φτωχός πάλι πῆγε στόν παράδεισο ὄχι γιατί ἦταν φτωχός, ἀλλά γιατί παρά τή φτώχεια του δέν γόγγυσε, δέν βλασφήμησε, δέν ἁμάρτησε στόν Θεό, ἀλλά ἀντίθετα σήκωσε τή δυστυχία του αὐτή μέ ὑπομονή καί πίστη, ἔχοντας ὅλη του τήν ἐλπίδα στηριγμένη στόν Θεό.
Ὁ Θεός μέ τό νά ἀνέχεται τίς κοινωνικές ἀνισότητες στόν κόσμο αὐτό δίνει τήν εὐκαιρία καί στούς πλούσιους καί στούς φτωχούς, ἄν θέλουν, νά σωθοῦν: οἱ πρῶτοι μέ τήν μεταδοτικότητα καί οἱ δεύτεροι μέ τήν ὑπομονή.
Ἐμεῖς ὅμως δέν ἔχουμε δικαίωμα νά ντυνόμαστε ἀκριβά, νά γλεντᾶμε καί νά διασκεδάζουμε, ὅταν δίπλα μας ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν νά φᾶνε. Ἡ ἀπληστία μας καί ἡ ἀσπλαγχνία θά μᾶς καταδικάσουν. Αὐτό θέλησε νά διδάξη ὁ Κύριος μέ τήν παραβολή αὐτή πού εἶπε. Ὁ πανεύσπλαγχνος Θεός νά μᾶς φωτίζει στήν ἐποχή αὐτή πού ζοῦμε. Πῶς, δηλαδή, εἶναι γιά μᾶς συμφέρον νά βαδίζουμε, ὥστε νά μήν κατακριθοῦμε, ἀλλά νά δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ.
Πρεσ. π. Π. Καλλίκας
------------------------------------------------
Πηγή: imkythiron.gr
------------------------------------------------
Από τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων
κ.ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Κυριακή E΄ Λουκά
(05.11.2017)
ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
Γιατί λοιπόν νά ὑπάρχουν πλούσιοι καί φτωχοί; Πῶς ἀνέχεται αὐτή τήν κοινωνική ἀνισότητα ὁ Θεός; Γιατί δέν ἐπιβάλλει δικαιοσύνη;
Ὁ πλούσιος Θεός, ἀδελφοί μου, ὅταν ἦρθε στή γῆ κι ἔγινε ἄνθρωπος, διάλεξε γιά τόν ἑαυτό του νά γίνει ὁ πιό φτωχός ἀπ’ ὅλους, ἀφοῦ καί σέ σταῦλο γεννήθηκε καί σέ ὅλη τή ζωή Του δέν εἶχε οὔτε ἕνα προσκέφαλο δικό Του γιά νά κοιμηθεῖ…
Αὐτός λοιπόν ὁ Κύριος εἶπε μιά παραβολή μ’ ἕναν πλούσιο καί ἕναν φτωχό:
Ἦταν κάποιος πλούσιος, μέ πολλά ἀμέτρητα πλούτη. Τόσα πολλά, ὥστε ὁ ἴδιος καθημερινά νά φορᾶ ἐνδύματα πού μόνο οἱ βασιλεῖς διέθεταν τέτοια. Ποιός ἄλλος μποροῦσε νά ντυθεῖ ὅπως αὐτός; Ὅλο κομπασμό καί ἀέρα ἦταν!
Ἀλλά καί οἱ διασκεδάσεις του δέν πήγαιναν πίσω σέ χλιδή καί μεγαλοπρέπεια. Κάθε μέρα συμπόσια πλουσιώτατα, μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἡδονές καί ἀπολαύσεις…
Τήν ἴδια στιγμή κάποιος φτωχός –Λάζαρο τόν λέγανε- ἦταν παραπεταμένος κάπου ἐκεῖ στήν ἐξώπορτα τοῦ ἀρχοντικοῦ τοῦ πλουσίου. Φτωχός μέ ὅλη τή σημασία τῆς λέξεως. καί ἐπιπλέον καί ἄρρωστος, γεμάτος σέ ὅλο του τό σῶμα μέ πληγές. Μόνη του συντροφιά κάποια σκυλιά, πού ἔρχονταν καί τοῦ ἔγλειφαν τίς πληγές…
Παρόλα αὐτά μιά λέξη γογγυσμοῦ, παραπόνου, κατάρας δέν βγῆκε ἀπ' τό στόμα του. Ὑπέμενε καρτερικά τή δυστυχία του. Κάποτε πέθανε ὁ φτωχός Λάζαρος, καί ἀμέσως οἱ ἄγγελοι πῆραν στά φτερά τους τήν ψυχή του καί τήν ἀνέβασαν στόν Παράδεισο, στίς ἀγκάλες τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ.
Πέθανε καί ὁ πλούσιος καί τόν ἔθαψαν στό χῶμα. Ἄγγελοι γιά αὐτόν δέν βρέθηκαν…
Στή νέα κατάσταση τώρα ὁ πλούσιος ἀπό τόν ἅδη σηκώνει τά μάτια του καί παρακαλεῖ τόν Ἀβραάμ νά στείλει τόν Λάζαρο νά τοῦ βρέξει λίγο μέ τό δάχτυλο τή γλώσσα του, γιατί δέν μπορεῖ νά ἀντέξει τήν φοβερή κόλαση. Ὁ Ἀβραάμ τοῦ ἀπαντᾶ ὅτι οἱ ὅροι τώρα ἀντιστράφηκαν καί δέν εἶναι δυνατόν ἡ κατάσταση νά ἀλλάξει. Καί στό ἄλλο αἴτημα τοῦ πλουσίου νά ἀναστηθεῖ ὁ Λάζαρος γιά νά πεῖ στά ἀδέλφια του τήν κατάσταση πού ἐπικρατεῖ μετά τόν θάνατο, ὁ Ἀβραάμ πάλι τοῦ ἀπαντᾶ ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει αὐτό, οὔτε καί κανένα ἀποτέλεσμα θά ἔχει, ἄν οἱ ἴδιοι δέν πιστέψουν στά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί δέν μετανοήσουν.
«Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος…πτωχός δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος».
Ὁ πλούσιος εἶχε πλούτη. Δέν τόν κατηγορεῖ κανείς γιά αὐτό (ἄν βέβαια τά πλούτη του δέν τά εἶχε μαζέψει ἀπό ἀπάτες, κλοπές καί ἀδικίες). Ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο καταδικάστηκε στήν κόλαση εἶναι γιατί τά πλούτη του αὐτά τά χρησιμοποίησε ἀποκλειστικά γιά τίς δικές του ἀπολαύσεις καί ἡδονές, τή στιγμή πού δίπλα του ὑπῆρχε ἕνας τόσο ἀξιολύπητος ἄνθρωπος, φτωχός καί ἄρρωστος.
Ὁ φτωχός πάλι πῆγε στόν παράδεισο ὄχι γιατί ἦταν φτωχός, ἀλλά γιατί παρά τή φτώχεια του δέν γόγγυσε, δέν βλασφήμησε, δέν ἁμάρτησε στόν Θεό, ἀλλά ἀντίθετα σήκωσε τή δυστυχία του αὐτή μέ ὑπομονή καί πίστη, ἔχοντας ὅλη του τήν ἐλπίδα στηριγμένη στόν Θεό.
Ὁ Θεός μέ τό νά ἀνέχεται τίς κοινωνικές ἀνισότητες στόν κόσμο αὐτό δίνει τήν εὐκαιρία καί στούς πλούσιους καί στούς φτωχούς, ἄν θέλουν, νά σωθοῦν: οἱ πρῶτοι μέ τήν μεταδοτικότητα καί οἱ δεύτεροι μέ τήν ὑπομονή.
Ἐμεῖς ὅμως δέν ἔχουμε δικαίωμα νά ντυνόμαστε ἀκριβά, νά γλεντᾶμε καί νά διασκεδάζουμε, ὅταν δίπλα μας ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν νά φᾶνε. Ἡ ἀπληστία μας καί ἡ ἀσπλαγχνία θά μᾶς καταδικάσουν. Αὐτό θέλησε νά διδάξη ὁ Κύριος μέ τήν παραβολή αὐτή πού εἶπε. Ὁ πανεύσπλαγχνος Θεός νά μᾶς φωτίζει στήν ἐποχή αὐτή πού ζοῦμε. Πῶς, δηλαδή, εἶναι γιά μᾶς συμφέρον νά βαδίζουμε, ὥστε νά μήν κατακριθοῦμε, ἀλλά νά δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ.
Πρεσ. π. Π. Καλλίκας
------------------------------------------------
Πηγή: imkythiron.gr
------------------------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου