Πριν λίγο καιρό (στις 11 Φεβρουαρίου 2016) με συγκίνηση και θλίψη πληροφορηθήκαμε το θάνατο του αγαπημένου μας συμπατριώτη Γιάννη Καλοκαιρινού. Έφυγε πλήρης ημερών, περιστοιχιζόμενος από τη σύζυγό του, τα παιδιά του, τα εγγόνια του και πλήθος κόσμου καθώς ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε όλους τους Κυθηρίους και μη Κυθηρίους.
Τον επικήδειο λόγο για τον βίο και τα πεπραγμένα του Γιάννη Καλοκαιρινού τον εκφώνησαν άλλοι και μάλιστα με ζωηρά χρώματα και μεστή γλώσσα, ώστε το σημείωμά μου αυτό δεν έχει να προσθέσει κάτι παραπάνω. Η μορφή του θα είναι πάντα στην καρδιά μας και θα θυμόμαστε το πέρασμά του και την συνάντησή μας μαζί του με αγάπη. Αλλά αν την ιστορία ενός τόπου την γράφουν οι άνθρωποί του και ιδιαιτέρως οι ήρωές του, τότε ο κυρ-Γιάννης ήταν ένας από αυτούς. Και αυτό θα φανεί, αφού παρακάτω θα ιστορήσω –ας μου επιτραπεί η έκφραση– γεγονότα που ο ίδιος μου διηγήθηκε αλλά και άλλοι παλαιότεροι εμού επιβεβαίωσαν. Γιατί τελικά πρέπει να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Τον επικήδειο λόγο για τον βίο και τα πεπραγμένα του Γιάννη Καλοκαιρινού τον εκφώνησαν άλλοι και μάλιστα με ζωηρά χρώματα και μεστή γλώσσα, ώστε το σημείωμά μου αυτό δεν έχει να προσθέσει κάτι παραπάνω. Η μορφή του θα είναι πάντα στην καρδιά μας και θα θυμόμαστε το πέρασμά του και την συνάντησή μας μαζί του με αγάπη. Αλλά αν την ιστορία ενός τόπου την γράφουν οι άνθρωποί του και ιδιαιτέρως οι ήρωές του, τότε ο κυρ-Γιάννης ήταν ένας από αυτούς. Και αυτό θα φανεί, αφού παρακάτω θα ιστορήσω –ας μου επιτραπεί η έκφραση– γεγονότα που ο ίδιος μου διηγήθηκε αλλά και άλλοι παλαιότεροι εμού επιβεβαίωσαν. Γιατί τελικά πρέπει να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Ήταν μια νύχτα του Αυγούστου του 1949, όταν ο στρατηγός Βεντήρης ως διοικητής των δυνάμεων εκστρατείας του Εθνικού Στρατού ξεκίνησε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο Γράμμο και στο Βίτσι, απωθώντας τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού προς τα αλβανικά σύνορα. Ένας από τους διοικητές των μονάδων του Εθνικού Στρατού ήταν ο τότε λοχαγός (και μετέπειτα συνταγματάρχης) Σπυρίδων Κασιμάτης, από το Λειβάδι των Κυθήρων, και ένας από τους στρατιώτες του ο Γιάννης Καλοκαιρινός – Καζαμίας.
Ήταν μια νύχτα ‘‘δαντικής κολάσεως’’ όπως χαρακτηριστικά μού περιέγραφε κάποτε ο ίδιος ο Σπύρος Κασιμάτης, «με το πυροβολικό να χτυπάει ασταμάτητα, το πυροβολικό των ανταρτών να απαντάει στα πυρά και ταυτόχρονα να βρέχει και να βροντάει ο ουρανός και να μην ξέρει κανείς, αν οι λάμψεις και οι βροντές ήταν από τις βόμβες και τους όλμους ή από τις αστραπές και τις βροντές του ουρανού». Και μέσα σε αυτή την καταιγίδα, φυσική και πολεμική, άνδρες, γυναίκες και παιδιά να τρέχουν πανικόβλητοι υποχωρώντας, την ώρα που δίπλα τους οι βόμβες άνοιγαν τεράστιους κρατήρες έτοιμους να καταπιούν τα πάντα.