Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Το Χριστόψωμο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Χριστουγεννιάτικο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911),

που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 26 Δεκεμβρίου 1887 στην εφημερίδα Εφημερίς   με τον χαρακτηριστικό υπότιτλο Διήγημα Πρωτότυπον. Παρέμεινε ξεχασμένο έως τα Χριστούγεννα του 1941, οπότε παρουσιάσθηκε προλογισμένο και υπομνηματισμένο από τον φιλόλογο Γεώργιο Βαλέτα στο περιοδικό Νέα Εστία.

    Μεταξύ των πολλών δημωδών τύπων, τους οποίους θα έχωσι να εκμεταλλευθώσιν οι μέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπή κατέχει θέσιν η κακή πενθερά, ως και η κακή μητρυιά. Περί μητρυιάς άλλοτε θα αποπειραθώ να διαλάβω τινά, προς εποικοδόμησιν των αναγνωστών μου. Περί μιας κακής πενθεράς σήμερον ο λόγος.
    Εις τι έπταιεν η ατυχής νέα Διαλεχτή, ούτως ωνομάζετο, θυγάτηρ του Κασσανδρέως μπάρμπα-Μανώλη, μεταναστεύσαντος κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εις μίαν των νήσων του Αιγαίου. Εις τι έπταιεν αν ήτο στείρα και άτεκνος; Είχε νυμφευθή προ επταετίας, έκτοτε δις μετέβη εις τα λουτρά της Αιδηψού, πεντάκις τής έδωκαν να πίη διάφορα τελεσιουργά βότανα, εις μάτην, η γη έμενεν άγονος. Δύο ή τρεις γύφτισσαι τής έδωκαν να φορέση περίαπτα θαυματουργά περί τας
μασχάλας, ειπούσαι αυτή, ότι τούτο ήτο το μόνον μέσον, όπως γεννήση, και μάλιστα υιόν. Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τη εδώρησεν ηγιασμένον κομβολόγιον, ειπών αυτή να το βαπτίζη και να πίνη το ύδωρ. Τα πάντα μάταια.
    Επί τέλους με την απελπισίαν ήλθε και η ανάπαυσις της συνειδήσεως, και δεν ενόμιζεν εαυτήν ένοχον. Το αυτό όμως δεν εφρόνει και η γραία Καντάκαινα, η πενθερά της, ήτις επέρριπτεν εις την νύμφην αυτής το σφάλμα της μη αποκτήσεως εγγόνου διά το γήρας της.
    Είναι αληθές, ότι ο σύζυγος της Διαλεχτής ήτο το μόνον τέκνον της γραίας ταύτης, και ούτος δε συνεμερίζετο την πρόληψιν της μητρός του εναντίον της συμβίας αυτού. Αν δεν τω εγέννα η σύζυγός του, η γενεά εχάνετο. Περίεργον, δε, ότι πας Ελλην της εποχής μας ιερώτατον θεωρεί
χρέος και υπερτάτην ανάγκην την διαιώνισιν του γένους του.
    Εκάστοτε, οσάκις ο υιός της επέστρεφεν εκ του ταξιδίου του, διότι είχε βρατσέραν, και ήτο τολμηρότατος εις την ακτοπλοΐαν, η γραία Καντάκαινα ήρχετο εις προϋπάντησιν αυτού, τον ωδήγει εις τον οικίσκον της, τον εδιάβαζε, τον εκατήχει, του έβαζε μαναφούκια, και ούτω τον προέπεμπε παρά τη γυναικί αυτού. Και δεν έλεγε τα ελαττώματά της, αλλά τα αυγάτιζε, δεν ήτο μόνο «μαρμάρα», τουτέστι στείρα η νύμφη της, τούτο δεν ήρκει, αλλ' ήτο άπαστρη, απασσάλωτη, ξετσίπωτη κ.λπ.    ΄Ολα τα είχεν, «η ποίσα, η δείξα, η άκληρη».
    Ο καπετάν Καντάκης, φλομωμένος, θαλασσοπνιγμένος, τα ήκουεν όλα αυτά, η φαντασία του εφούσκωνεν, εξερχόμενος είτα συνήντα τους συναδέλφους του ναυτικούς, ήρχιζαν τα καλώς ώρισες, καλώς σας ηύρα, έπινεν επτά ή οκτώ ρώμια, και με τριπλήν σκοτοδίνην, την εκ της
θαλάσσης, την εκ της γυναικείας διαβολής και την εκ των ποτών, εισήρχετο οίκαδε και βάρβαροι σκηναί συνέβαινον τότε μεταξύ αυτού και της συζύγου του.
    Ούτως είχον τα πράγματα μέχρι της παραμονής των Χριστουγέννων του έτους 186... Ο καπετάν Καντάκης προ πέντε ημερών είχε πλεύσει με την βρατσέραν του εις την απέναντι νήσον με φορτίον αμνών και ερίφων, και ήλπιζεν, ότι θα εώρταζε τα Χριστούγεννα εις την οικίαν του. Αλλά τον λογαριασμόν τον έκαμνεν άνευ του ξενοδόχου, δηλ. άνευ του Βορρά, όστις εφύσησεν αιφνιδίως άγριος και έκλεισαν όλα τα πλοία εις τους όρμους, όπου ευρέθησαν. Είπομεν όμως, ότι ο καπετάν Καντάκης ήτο τολμηρός περί την ακτοπλοΐαν. Περί την εσπέραν της παραμονής των
Χριστουγέννων ο άνεμος εμετριάσθη ολίγον, αλλ' ουχ ήττον εξηκολούθει να πνέη. Το μεσονύκτιον πάλιν εδυνάμωσε.
    Τινές ναυτικοί εν τη αγορά εστοιχημάτιζον, ότι, αφού κατέπεσεν ο Βορράς, ο καπετάν Καντάκης θα έφθανε περί το μεσονύκτιον. Η σύζυγός του όμως δεν ήτο εκεί να τους ακούση και δεν τον επερίμενεν. Αύτη εδέχθη μόνο περί την εσπέραν την επίσκεψιν της πενθεράς της, ασυνήθως φιλόφρονος και μηδιώσης, ήτις τη ευχήθη το απαραίτητον «καλό δέξιμο», και διά χιλιοστήν φορά το στερεότυπον «μ' έναν καλό γυιό».
    Και ου μόνον, τούτο, αλλά τη προσέφερε και εν χριστόψωμο.
    - Το ζύμωσα μοναχή μου, είπεν η θειά Καντάκαινα, με γεια να το φας.
    - Θα το φυλάξω ως τα Φώτα, διά ν' αγιασθή, παρετήρησεν η νύμφη.
    - Οχι, όχι, είπε μετ' αλλοκότου σπουδής η γραία, το δικό της φυλάει η κάθε μια νοικοκυρά διά τα Φώτα, το πεσκέσι τρώγεται.
    - Καλά, απήντησεν ηρέμα η Διαλεχτή, του λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
    Η Διαλεχτή ήτο αγαθωτάτης ψυχής νέα, ουδέποτε ηδύνατο να φαντασθή ή να υποπτεύση κακό τι.
    «Πώς τώπαθε η πεθερά μου και μου έφερε χριστόψωμο», είπε μόνον καθ' εαυτήν, και αφού απήλθεν η γραία εκλείσθη εις την οικίαν της και εκοιμήθη μετά τινος δεκαετούς παιδίσκης γειτονοπούλας, ήτις τη έκανε συντροφίαν, οσάκις έλειπεν ο σύζυγός της. Η Διαλεχτή εκοιμήθη
πολύ ενωρίς, διότι σκοπόν είχε να υπάγη εις την εκκλησίαν περί το μεσονύκτιον. Ο ναός δε του Αγίου Νικολάου μόλις απείχε πεντήκοντα βήματα από της οικίας της.
    Περί το μεσονύκτιον εσήμαναν παρατεταμένως οι κώδωνες. Η Διαλεχτή ηγέρθη, ενεδύθη και απήλθεν εις την εκκλησίαν. Η παρακοιμωμένη αυτή κόρη ήτο συμπεφωνημένον, ότι μόνον μέχρι
ου σημάνη ο όρθρος θα έμενε μετ' αυτής, όθεν αφυπνίσασα αυτήν την ωδήγησε πλησίον των αδελφών της. Αι δύο οικίαι εχωρίζοντο διά τοίχου κοινού.
    Η Διαλεχτή ανήλθεν εις τον γυναικωνίτην του ναού, αλλά μόλις παρήλθεν ημίσεια ώρα και γυνή τις πτωχή και χωλή δυστυχής, ήτις υπηρέτει ως νεωκόρος της εκκλησίας, ελθούσα τη λέγει εις το ους:
    - Δόσε μου το κλειδί, ήλθε ο άντρας σου.
    - Ο άντρας μου! ανεφώνησεν η Διαλεχτή έκπληκτος.
    Και αντί να δώση το κλειδί έσπευσε να καταβή η ιδία.
    Ελθούσα εις την κλίμακα της οικίας, βλέπει τον σύζυγόν της κατάβρεκτον, αποστάζοντα ύδωρ και αφρόν.
    - Είμαι μισοπνιγμένος, είπε μορμυρίζων ούτος, αλλά δεν είναι τίποτε. Αντί να το ρίξωμε έξω, το καθίσαμε στα ρηχά.
    - Πέσατε έξω; ανέκραξεν η Διαλεχτή.
    - Οχι, δεν είναι σου λέω τίποτε. Η βρατσέρα είναι σίγουρη, με δυο άγκουρες αραγμένη και καθισμένη.
    - Θέλεις ν' ανάψω φωτιά;
    - Αναψε και δόσε μου ν' αλλάξω.
    Η Διαλεχτή εξήγαγε εκ του κιβωτίου ενδύματα διά τον σύζυγόν της και ήναψε πυρ.
    - Θέλεις κανένα ζεστό;
    - Δεν μ' ωφελεί εμένα το ζεστό, είπεν ο καπετάν Καντάκης. Κρασί να βγάλης.
    Η Διαλεχτή εξήγαγεν εκ του βαρελίου οίνον.
    - Πώς δεν εφρόντισες να μαγειρεύσης τίποτε; είπε γογγύζων ο ναυτικός.
    - Δεν σ' επερίμενα απόψε, απήντησε μετά ταπεινότητος η Διαλεχτή. Κρέας επήρα. Θέλεις να σου ψήσω πριζόλα;
    - Βάλε, στα κάρβουνα, και πήγαινε συ στην εκκλησιά σου, είπεν ο καπετάν Καντάκης. Θα έλθω κι εγώ σε λίγο.
    Η Διαλεχτή έθεσε το κρέας επί της ανθρακιάς, ήτις εσχηματίσθη ήδη, και ητοιμάζετο να υπακούση εις την διαταγήν του συζύγου της, ήτις ήτο και ιδική της επιθυμία, διότι ήθελε να κοινωνήση. Σημειωτέον ότι την φράσιν «πήγαινε συ στην εκκλησιά σου» έβαψεν ο Καντάκης διά στρυφνής χροιάς.
    - Η μάννα μου δε θα τώμαθε βέβαια ότι ήλθα, παρετήρησεν αύθις ο Καντάκης.
    - Εκείνη είναι στην ενορία της, απήντησεν η Διαλεχτή. Θέλεις να της παραγγείλω;
    - Παράγγειλέ της να έλθη το πρωί.
    Η Διαλεχτή εξήλθεν. Ο Καντάκης την ανεκάλεσεν αίφνης.
    - Μα τώρα είναι τρόπος να πας εσύ στην εκκλησιά, και να με αφήσεις μόνον;
    - Να μεταλάβω κι έρχομαι, απήντησεν η γυνή.
    Ο Καντάκης δεν ετόλμησε ν' αντείπη τι, διότι η απάντησις θα ήτο βλασφημία. Ουχ ήττον όμως την βλασφημίαν ενδιαθέτως την επρόφερεν.
    Η Διαλεχτή εφρόντισε να στείλη αγγελιοφόρον προς την πενθεράν της, ένα δωδεκαετή παίδα της αυτής εκείνης γειτονικής οικογενείας, ης η θυγάτηρ εκοιμήθη αφ' εσπέρας πλησίον της, και επέστρεψεν εις τον ναόν.
    Ο Καντάκης, όστις επείνα τρομερά, ήρχισε να καταβροχθίζη την πριζόλαν. Καθήμενος οκλαδόν παρά την εστίαν, εβαρύνετο να σηκωθή και ν' ανοίξη το ερμάρι διά να λάβη άρτον, αλλ' αριστερόθεν αυτού υπεράνω της εστίας επί μικρού σανιδώματος ευρίσκετο το χριστόψωμον
εκείνο, το δώρον της μητρός του προς την νύμφην αυτής. Το έφθασε και το έφαγεν ολόκληρον σχεδόν μετά του οπτού κρέατος.
    Περί την αυγήν, η Διαλεχτή επέστρεψεν εκ του ναού, αλλ' εύρε την πενθεράν της περιβάλλουσαν διά της ωλένης το μέτωπον του υιού αυτής και γοερώς θρηνούσαν.
    Ελθούσα αύτη προ ολίγων στιγμών τον εύρε κοκκαλωμένον και άπνουν. Επάρασα τους οφθαλμούς, παρετήρησε την απουσίαν του χριστοψώμου από του σανιδώματος της εστίας, και αμέσως ενόησε
τα πάντα. Ο Καντάκης έφαγε το φαρμακωμένο χριστόψωμο, το οποίον η γραία στρίγλα είχε παρασκευάσει διά την νύμφην της.
    Ιατροί επιστήμονες δεν υπήρχον εν τη μικρά νήσω. Ουδεμία νεκροψία ενεργήθη. Ενομίσθη, ότι ο θάνατος προήλθεν εκ παγώματος συνεπεία του ναυαγίου. Μόνη η γραία Καντάκαινα ήξευρε το αίτιον του θανάτου. Σημειωτέον, ότι η γραία, συναισθανθείσα και αυτή το έγκλημά της, δεν
εμέμφθη την νύμφην της. Αλλά τουναντίον την υπερήσπισε κατά της κακολογίας άλλων.
    Εάν έζησε και άλλα κατόπιν Χριστούγεννα, η άστοργος πενθερά και ακουσία παιδοκτόνος, δε θα ήτο πολύ ευτυχής εις το γήρας της.
ΠΗΓΗ: sansimera.gr

Αρχιερατικά Χριστούγεννα με 15 άτομα!


Υπάρχει ένα νησί της Ελληνικής Επικράτειας στο οποίο έχουν απομείνει λιγότεροι από 20 μόνιμοι κάτοικοι, χωρίς γιατρό, χωρίς παπά, χωρίς την απαραίτητη κρατική μέριμνα.
Τα Αντικύθηρα των 15-20 μονίμων κατοίκων επισκέφθηκε ανήμερα Χριστούγεννα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων και Αντικυθήρων κ. Σεραφείμ, ο απλούς και ταπεινός Ιεράρχης, που αποδεικνύει εμπράκτως την μέριμνα και την πατρική του φροντίδα για το ποίμνιό του, ακόμα και το πιο απομακρυσμένο.
Τους τελευταίους μήνες ο σεβάσμιος Ιερέας των Αντικυθήρων π. Αντώνιος Λιγοψυχάκης αναρρώνει από πρόβλημα υγείας και έτσι ο Σεβασμιώτατος αποστέλει στο μικρό νησί Ιερείς περιοδικά προκειμένου να καλύψουν αυτό το κενό.
Φέτος τα Χριστούγεννα αποφάσισε να πάει ο ίδιος στα Αντικύθηρα για να τελέσει την Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία, όμως η ισχυρή κακοκαιρία δεν του επέτρεψε να μεταβεί από την παραμονή.
Έτσι, έφθασε στο νησί ανήμερα Χριστούγεννα με το ελικόπτερο του κ. Σαραντόπουλου από τις Σπέτσες που πολύ συχνά εξυπηρετεί αφιλοδερδώς το ακριτικό νησί και τον Σεβασμιώτατο.
Στο Δημοτικό Ελικοδρόμιο τον υποδέχθηκε ο Πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας κ. Ανδρέας Χαρχαλάκης.
Είναι η πρώτη φορά που ένας Ιεράρχης επισκέπτεται το νησί σε μια τόσο μεγάλη ημέρα για την Χριστιανοσύνη.
Το εσπέρας των Χριστουγέννων ο Σεβασμιώτατος τέλεσε τον Εσπερινό στον Ιερό Ναό του Πολιούχου Αγίου Μύρωνος, ενώ το πρωί της 26ης Δεκεμβρίου λειτούργησε κατά μόνας (άνευ άλλων Ιερέων και Διακόνου) στον διπλό Ιερό Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου και Αγίου Διονυσίου στον Ποταμό, όπου ευρίσκεται η πιο παλαιά φορητή εικόνα στο νησί, η Δέησις επί του Ιερού Τέμπλου του Ναού των Εισοδίων, που ανάγεται στον 15ο αιώνα και είναι Κρητικής Σχολής.
Ο Σεβασμιώτατος επισκέφθηκε τους κατοίκους του νησιού σαν γνήσιος ποιμήν και πατέρας.
Σε μια περίοδο που πολλοί (και εντός Εκκλησίας δυστυχώς) αναζητούν την πολυτέλεια, την προβολή και ίσως την εκζήτηση, υπάρχουν ακόμα Ιεράρχες που παραμένουν και ζουν ως απλοί μοναχοί, όπως τους επιτάσσει το Σχήμα τους και αποτελούν πραγματικούς ποιμένες, όχι μόνο για την λαχούσα σε αυτούς Επαρχία, αλλά για τον σύμπαντα κόσμο.
Φωτογραφίες: Ανδρέας Χαρχαλάκης


Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Οταν ο Κουστό εξερευνούσε το Αιγαίο

Στιγμιότυπα από τις περιπέτειες του Κουστό στην Ελλάδα σε φωτογραφίες του Λευτέρη Τσαβλίρη, όπως δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο του Κωστή Στήκα «Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων».
 Για να ιχνηλατήσουμε αυτή την πλούσια σε ανακαλύψεις πορεία του κοσμογυρισμένου θαλασσοπόρου στα νερά της χώρας μας, μιλήσαμε με τον επίσημο «συγγραφέα» του «Καλυψώ», τον δύτη Ιβ Πακαλέ και τον Ελληνα συγγραφέα και εκδότη Κωστή Στήκα.
O Ιβ Πακαλέ ακολούθησε τον Κουστό στην Ελλάδα και χάρη στο βιβλίο του γράφτηκε το σενάριο της ταινίας που εξιστορεί την ταραχώδη ζωή του «Κάπτεν Πλάνετ», όπως αποκαλούσαν πολλοί τον μεγάλο εξερευνητή, ενώ ο Κωστής Στήκας έγραψε το βιβλίο «Μηχανισμός των Αντικυθήρων» -πρώτα στα Αγγλικά ενώ μόλις κυκλοφόρησε και στα Ελληνικά- όπου συνομιλεί με τον Ελληνα δύτη αρχαιολόγο Λευτέρη Τσαβλίρη, ο οποίος με τη διπλή ιδιότητα του δύτη και του αρχαιολόγου συμμετείχε στην επίβλεψη των καταδύσεων του «Καλυψώ» για λογαριασμό των ελληνικών Αρχών.
Ο διάσημος ωκεανογράφος, εξερευνητής, δύτης, φωτογράφος και κινηματογραφιστής Ζακ Ιβ Κουστό έφτασε στην Ελλάδα με το δημοφιλές σκάφος του, το «Καλυψώ», στις 5 Νοεμβρίου 1975 και κατέπλευσε στη Μαρίνα της Ζέας στη Φρεαττύδα, εκεί όπου έδεναν κάποτε τα ιπτάμενα δελφίνια της εταιρείας Ceres Flyin’Dolphins.
Ηταν καλεσμένος της ελληνικής κυβέρνησης για ένα μεγάλο εγχείρημα, την αναζήτηση της Χαμένης Ατλαντίδας, καθώς και τη χαρτογράφηση ορισμένων ιστορικών υποβρύχιων ναυαγίων.
Το κόστος
Δεν ήταν μόνο αυτό που δικαιολογούσε το ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες δολάρια που θα δαπανούσε το ελληνικό κράτος για το εγχείρημα και τις εξακόσιες χιλιάδες δολάρια της συμμετοχής σε αυτό του ομίλου Κουστό, καθώς κατόπιν συμφωνίας με τον ΕΟΤ και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου θα γυρίζονταν και δύο ταινίες οι οποίες θα κάλυπταν όλη την εξερεύνηση των ελληνικών βυθών από τον θρυλικό θαλασσοπόρο, με τον τίτλο «Στην αναζήτηση Της Ατλαντίδας».
Ο χάρτης που χρησιμοποίησαν ο Κουστό και η ομάδα του κατά την εξερεύνηση των ελληνικών θαλασσών.
Ο χάρτης που χρησιμοποίησαν ο Κουστό και η ομάδα του κατά την εξερεύνηση των ελληνικών θαλασσών.
Ο άνθρωπος που συνυπόγραψε με τον Ζακ Ιβ Κουστό τα δύο βιβλία που έγιναν ταινίες και περιγράφουν τις εξερευνήσεις του «Καλυψώ» και του πληρώματός του στην Ελλάδα, ο 71χρονος πλέον Ιβ Πακαλέ, μας λέει σχετικά: «Ο Ζακ είχε επισκεφθεί πρώτη φορά την Ελλάδα το 1953 και το '54. Εκανε καταδύσεις στο ναυάγιο των Αντικυθήρων. Τότε εξέφρασε την επιθυμία να επιστρέψει. Και την πραγματοποίησε 22 χρόνια αργότερα για μια μεγάλη αρχαιολογική αποστολή στην Ελλάδα και το ναυάγιο των Αντικυθήρων. Οι δύτες κατευθύνονταν από αρχαιολόγους του Μουσείου Αθηνών, όπως τον κύριο Κριτζά και τον καθηγητή Σεισμολογίας και ηφαιστειολόγο κύριο Γαλανόπουλο, που ήταν αυτοί που αποφάσιζαν σε αυτή την έρευνα».
Ο Γάλλος «συγγραφέας» του «Καλυψώ» μας τόνισε πως «υπήρξε μια εκ νέου αναζήτηση στο ναυάγιο των Αντικυθήρων όπου ανακαλύφθηκαν αγαλματίδια που βρίσκονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο Κουστό είχε μια συσκευή η οποία λειτουργούσε σαν απορροφητήρας αντικειμένων από το βυθό και έτσι έφερε στο φως νομίσματα και αγαλματίδια».
Στο βιβλίο του Κωστή Στήκα «Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων» ο Ελληνας δύτης και αρχαιολόγος Λευτέρης Τσαβλίρης περιγράφει την περίφημη συσκευή ως εξής: «Η ανασκαφή έγινε με απορροφητήρα, την περιβόητη "suceuse", όπως την έλεγαν οι Γάλλοι. Πρόκειται για σωλήνα διαμέτρου περίπου 12 εκατοστών, ο οποίος ρουφάει ό,τι βρει μπροστά του, ενώ επάνω στο κατάστρωμα γίνεται αυτόματα διαχωρισμός του νερού και της άμμου, που έχουν επίσης ρουφηχτεί, από τα υπόλοιπα στερεά αντικείμενα. Στη συνέχεια γίνεται η συλλογή των πιθανών ευρημάτων, μέσα από τις πέτρες και τα άλλα υλικά που έχουν παραμείνει στο καλάθι. Με τον τρόπο αυτό βρέθηκαν νομίσματα και οστά».
Οι νεωτερισμοί που χρησιμοποιήθηκαν στο «Καλυψώ» περιγράφονταν με λεπτομέρεια σε ρεπορτάζ της ελληνικής κρατικής τηλεόρασης: «Πίσω από την καμπίνα του καπετάνιου υπάρχει ένα εργαστήριο με τηλεόραση βυθού, βυθόμετρο, δορυφόρο για τον έλεγχο του καιρού, κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, ραντάρ?».
Το «Καλυψώ» στο λιμάνι του Πειραιά.
Το «Καλυψώ» στο λιμάνι του Πειραιά.
Στο «Καλυψώ» υπήρχε επίσης το βυθοσκάφος που έφτανε σε βάθος 450 μέτρων και πολλά άλλα αντικείμενα που καθιστούν τον Ζακ Κουστό πρωτοπόρο όχι μόνο στον κόσμο της εξερεύνησης αλλά και σε αυτόν της τεχνολογίας της ωκεανογραφίας.
Στο ναυάγιο των Αντικυθήρων, του οποίου τα πιο διάσημα ευρήματα είναι το χάλκινο αγαλματίδιο που αναπαριστά έναν έφηβο και ο Μηχανισμός που έμεινε γνωστός και ως χρονολόγιο, υπολογιστής ή αστρολάβος των Αντικυθήρων (από τον οποίο εμπνεύστηκε πρόσφατα και η ελβετική εταιρεία Hublot και κατασκεύασε συλλεκτικά ρολόγια) χρησιμοποιήθηκαν συνολικά δέκα δύτες, οχτώ Γάλλοι και δύο Ελληνες, ένας εκ των οποίων ο Λευτέρης Τσαβλίρης.
Ο τελευταίος περιέγραψε τον ρυθμό των καταδύσεων: «Καταδυόμασταν διαδοχικά, από είκοσι λεπτά ο καθένας το πρωί, και άλλα δεκαπέντε λεπτά το απόγευμα, με περίπου μιάμιση ώρα αποσυμπίεση μετά από κάθε κατάδυση. Κατεβαίναμε στον βυθό προτού αναδυθεί ο προηγούμενος δύτης, για να υπάρχει μια συνέχεια στη δουλειά. Στο κατάστρωμα βρισκόταν ο αρχαιολόγος Λάζαρος Κολώνας, ο οποίος τηρούσε το ημερολόγιο της επιχείρησης και ταξινομούσε τα ευρήματα στο καλάθι, τα οποία στη συνέχεια έμπαιναν σε δεξαμενές γλυκού νερού, προκειμένου να αποβάλουν το αλάτι τους».
Ο ίδιος βρήκε ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα της αποστολής, το αγαλματίδιο του μικρού εφήβου: «Στο πλαίσιο της ανασκαφής, η οποία διήρκεσε περίπου έναν μήνα, βρήκαμε πολύ σημαντικά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων και κοσμήματα, τα οποία μάλιστα είχαμε την τύχη να τα βρούμε ο συνεργάτης μου Βασίλης Βιτάλης κι εγώ και να τα ανεβάσουμε στο πλοίο. Τα κοσμήματα αυτά εκτέθηκαν μαζί με άλλα ευρήματα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στο πλαίσιο της έκθεσης για το Ναυάγιο των Αντικυθήρων».

Οταν ο Κουστό εξερευνούσε το Αιγαίο
Και συνεχίζει: «Ακόμη πιο μεγάλη επιτυχία για εμάς ήταν η ανεύρεση δύο πολύ σημαντικών αγαλματιδίων, του Πυγμάχου και του Μικρού Εφήβου. Η ανεύρεση των δύο αυτών αγαλματιδίων οφείλεται στην παρατηρητικότητά μας, καθώς βρέθηκαν πακτωμένα μέσα σε ένα συμπαγές υλικό, σκληρό σαν πέτρα. Στα αρχαία χρόνια υπήρχε η συνήθεια να σταθεροποιούν μέσα σε άμμο τα αντικείμενα που μεταφέρονταν στα αμπάρια των πλοίων. Αυτή η μέθοδος απέτρεπε το σπάσιμο των εύθραυστων αντικειμένων σε ενδεχόμενη θαλασσοταραχή ή και τρικυμία».
Η μεγάλη εκστρατεία
Η εξερεύνηση συνεχίστηκε σε άλλα σημεία του Αιγαίου, από τη Σαντορίνη μέχρι την Κρήτη, όπου εκτείνονταν σύμφωνα τις ιστορικές πηγές του «Καλυψώ» η Ατλαντίδα και ο μινωικός πολιτισμός.
Οπως μας το περιέγραψε και ο Ιβ Πακαλέ «Υπήρξε αυτή η μεγάλη εκστρατεία να βρεθεί η Χαμένη Ατλαντίδα. Βασιστήκαμε στις περιγραφές του Πλάτωνα για την καταστροφή της και επομένως ψάξαμε σε πολλά μέρη μελετώντας τη θεωρία του κυρίου Γαλανόπουλου, που ανέδειξε την υπόθεση ότι η καταστροφή της Ατλαντίδας οφειλόταν σε ένα τσουνάμι που ξεκίνησε με την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης».
Η αναζήτηση της Ατλαντίδας και του μινωικού πολιτισμού τους οδήγησε μέχρι το νησί Δίας απέναντι από το λιμάνι του Ηρακλείου.

Οταν ο Κουστό εξερευνούσε το Αιγαίο
Η επιλογή της τοποθεσίας οφειλόταν σε μια λογική υπόθεση: «Οι ναυτικοί του ''Καλυψώ'' σκέφτηκαν ότι το λιμάνι του Ηρακλείου δεν είναι τόσο πρακτικό για τα ιστιοφόρα και την προστασία τους από τους βόρειους ανέμους, τα μελτέμια. Επομένως είπαμε πως αν βρίσκαμε ναυάγιο ιστιοφόρου δεν θα ήταν στο λιμάνι του Ηρακλείου και επειδή οι Μίνωες ναυτικοί ήταν πολύ ικανοί -είχαν αποικήσει ολόκληρη τη Μεσόγειο- στραφήκαμε προς το νησί Δίας που έχει την ακτή προσανατολισμένη στον Νότο. Εκεί βρήκαμε πολλά πλοία διαφορετικών εποχών, από πολύ αρχαία που ξεκινούν από την εποχή του Χαλκού μέχρι τον Μεσαίωνα αλλά και την εποχή της ενετικής κατοχής».
Ο «Βρεταννικός» (Britannic) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα υπερωκεάνια της γραμμής του Βόρειου Ατλαντικού στις αρχές του 20ού αιώνα.
Με την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου μετατράπηκε σε πλωτό νοσοκομείο και βυθίστηκε στις 21 Νοεμβρίου του 1916 ενώ έπλεε στο στενό της Κέας με προορισμό τον νοσοκομειακό σταθμό της Λήμνου.
Η νάρκη και η ανατροπή
Η επίσημη θέση ήταν ότι βυθίστηκε από νάρκη. Ο Κουστό ανακάλυψε το ναυάγιο σε βάθος 120 μέτρων και διαπίστωσε ότι τορπιλίστηκε από Γερμανικό υποβρύχιο.
«Εγιναν μεγάλες καταδύσεις εκεί και μάλιστα ο Κουστό βούτηξε ο ίδιος στα 67 του σε πολύ μεγάλο βάθος που βρισκόταν το ναυάγιο, γύρω στα 120 μέτρα. Βρήκαμε την εξήγηση. Υπήρχε σκόνη άνθρακα που μαρτυρούσε βαθύτερη έκρηξη απ' αυτή της νάρκης, επομένως αποδείχθηκε ότι το χτύπησε γερμανικό υποβρύχιο», μας είπε σχετικά ο Ιβ Πακαλέ.

Οταν ο Κουστό εξερευνούσε το Αιγαίο
ΑΠΟΘΕΩΤΙΚΗ ΥΠΟΔΟΧΗ
Ο ελληνικός Τύπος υποδέχθηκε τον Ζακ Ιβ Κουστό με τίτλους όπως «Σε κοινό 250 εκατομμυρίων θα προβληθούν οι ταινίες που θα γυρίσει ο Ζακ Κουστό» και υπότιτλους «Θα διαφημισθούν οι ελληνικοί θησαυροί-Στη Σαντορίνη θα ζωντανέψει ο μύθος της χαμένης Ατλαντίδας».
Θανάσης Διαμαντόπουλος
diamantopoulos@pegasus.gr
 http://www.ethnos.gr/

ΕΥΧΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΑΔΑΜΑΝΤΙΑ ΤΖΑΝΕΤΕΑ


Καλικαντζαράκια!

Αν ακούσετε ποτέ για λυκοκατζαραίους, σκαλικατζέρια, καρκαντσέλια, κωλοβελόνηδες, βερβελούδες, παγανά, πλανήταρους, καλλισπούδηδες, ζούζουλα και άλλα περίεργα ονόματα, να ξέρετε πως ανήκουν όλα σε αυτά τα περίεργα πλάσματα του κάτω κόσμου που συνηθίζουμε να αποκαλούμε καλικάντζαρους (1).
Μέρες Χριστουγέννων, αυτά τα «κακανθρωπίσματα» της Παράδοσης αφήνουν τη δουλειά τους στον κάτω κόσμο και ξεχύνονται στη γη, για να παιδέψουν τους ανθρώπους. Όλον τον χρόνο, με τα σκυλόδοντά τους, ροκανίζουν, κάθε μέρα ασταμάτητα, τον χοντρό κορμό του δέντρου που στηρίζεται η γη. Δαγκώνουν, ξύνονται πάνω του, τον γδέρνουν με τα νύχια τους και προσπαθούν με μανία να τον κόψουν, «να πέσει η γης να ψιχουλιαστεί, στάχτη και πούλμπερη να σκορπίσει στους τέσσερους αγέρηδες» (2).

Από του Χριστού όμως ως τα Φώτα, για δώδεκα ημέρες ακριβώς, όλος ο συρφετός ξεχύνεται στη γη με στριγκλιές και ξεφωνητά και «αρχίζει το πανηγύρι»…  Ανάμεσά τους σέρνουν τις πιο «διάσημες προσωπικότητές» του είδους τους: τον Κωλοβελόνη, ψηλόλιγνο σα μακαρόνι, τον Μαντρακούκο, φοβερό αρχηγό, τον Κοψαχείλη, με τα τεράστια κοφτερά δόντια, τον Παρωρίτη, με μύτη μακριά σαν προβοσκίδα, τον Παγάνα, με τα κουνελίσια αυτιά, τον Τρικλοπόδη, με το χταποδίσιο χέρι του που κάνει τον κόσμο να περδικλώνεται επάνω του, τον Σιφώτη, με τη στρογγυλή μούρη, τον Καταχανά, που «βρωμάει και ζέχνει», τον Τρικέρη και τον Μαλαγάνα, που ξεγελούν τα παιδιά και τους αρπάζουν τις λιχουδιές, τον Βατρακούκο, που μοιάζει με γιγαντιαίο βάτραχο, τον Μαγάρα, με την τουμπανισμένη κοιλιά, τον Κατσιπόδη ή Κατσιποδιάρη, με το τραγίσιο πόδι, τον Γουρλό, με τα γουρλωμένα μάτια, τον Στραβολαίμη, τον κουτσό και καμπούρη Κοψομεσίτη, τον Περίδρομο, τον Βραχνά και τον Ξεφτέρη (3).

Χώνονται στις καμινάδες και τρώνε τα γλυκίσματα των νοικοκυραίων, κατατρομάζουν τις μαμές που νυχτώνονται στις ερημιές, πειράζουν τους μυλωνάδες και τις μυλωνούδες, το ρίχνουν σε ξέφρενο χορό και αρπάζουν τους περαστικούς μαζί τους, μέχρι να τους εξουθενώσουν και να πέσουν σκασμένοι κάτω, μαγαρίζουν το σιτάρι και το αλεύρι, τρώνε φίδια, σαύρες, χελώνες και βατράχους, ρίχνουν τσιγκέλια από τα τζάκια, για να αρπάξουν κανένα λουκάνικο ή καμιά τηγανίτα, ενώ κάποιοι είπαν ότι κυνηγούν και πνίγουν τα αβάπτιστα μωρά.

Άλλοι πανύψηλοι και άλλοι μικροσκοπικοί, άλλοι κουτσοί, στραβοχέρηδες, μονόφλθαμοι ή με κόκκινα μάτια, με μαλλιά αγκαθωτά και λιγδιασμένα και άλλοτε φαλακροί, με τεράστια γαμψά νύχια και θεόστραβα πόδια τραγίσια που τρεκλίζουν και μπερδεύονται μεταξύ τους, ντυμένοι με κουρέλια ή θεόγυμνοι, άλλοτε γυναίκες σα μαϊμούδες (οι λεγόμενες βερβελούδες), το γένος τον καλικάντζαρων ζει και βασιλεύει! Τρυπώνει στις ζωές μας κάθε παραμονή Χριστουγέννων, σωσμένο από τη μακραίωνη Παράδοση διηγήσεων και εθίμων, και δεν φεύγει παρά μόνο όταν βαφτιστούν τα νερά, στα "Φώτα"...

Γι’ αυτό και φεύγοντας, στις 6 του Γενάρη, κλαψουρίζουν:

«Φεύγετε να φεύγουμε, 
γιατί έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεκτούρα του 
και θα μας αγιάσει
και θα μας μαγαρίσει»

Στις παλιές ιστορίες λένε πως κάποιοι τους είδαν καβάλα σε γαϊδάρους να τριγυρνούν σε πόλεις και χωριά και άλλοι να αναρριχώνται με απίστευτη ευκολία στα παράθυρα και να πηδούν από στέγη σε στέγη.  Αποκρουστικά στη όψη, με ασχήμια που σου "κόβει τη χολή", στην πραγματικότητα είναι ανόητα και εύκολα ξεγελιούνται.
Αν θέλετε λοιπόν να τα εμποδίσετε να μπουν στο σπίτι σας και να σας τα κάνουν «γης Μαδιάμ», η Παράδοση λέει:
Βάλτε ένα κόσκινο έξω απ’ την πόρτα σας. Μόλις το δουν θα θελήσουν να μετρήσουν τις τρύπες του. Μοναδικό πρόβλημά τους ότι δεν μπορούν να πουν το 3, λόγω της ιερότητας του αριθμού. Ετσι θα μείνουν εκεί με τις ώρες και με τις μέρες, μετρώντας και φτάνοντας μέχρι το δύο και ξεκινώντας από την αρχή. Μόνο ένας δεν ξεγελιέται: ο Κωλοβελόνης…
Ο Κωλοβελόνης, λένε οι δοξασίες, είναι λεπτός και ψηλός σα μακαρόνι, τόσο λεπτός μάλιστα που μπορεί να τρυπώνει από τις κλειδαριές αλλά και να περνά μέσα απ’ τις τρύπες του κόσκινου. Είναι ο μόνος λοιπόν που δε χάνει την ώρα του μετρώντας. Έτσι σουβλερός όπως είναι, περνά μέσα από το κόσκινο και ύστερα από την κλειδαριά και εμφανίζεται μπροστά μας!
Ο πιο επικίνδυνος από όλη την ομάδα δεν είναι παρά ο Μαντρακούκος. «Κουτσός, κοντόχοντρος, τραγοπόδαρος, με καραφλό κεφάλι κι ασκημομούρης»(4), αυτός είναι ο Αρχηγός. Μάλλον συγγενεύει με τον βυζαντινό «Βαβουτζικάριο»(5). Για όλους τους Καλικατζάρους της Παράδοσης γενικότερα, λέγεται ότι κρατούν από αρχαίες δοξασίες, όπως οι "κύρες", οι ψυχές δηλαδή που ανέβαιναν στη γη, όσο διαρκούσαν τα Ανθεστήρια, προς τιμήν του Διονύσου, φέρνοντας μπελάδες στους ανθρώπους (6).
Λέγεται επίσης ότι συμβολίζουν τις ψυχές των πεθαμένων που έρχονται και βασανίζουν τους ζωντανούς (7), λαϊκή δοξασία πράγματι τόσο ισχυρή, ώστε οι άνθρωποι, ήδη από τα αρχαία χρόνια, προκειμένου να εξευμενίσουν αυτές τις ψυχές, ετοίμαζαν, ως προσφορά, "μελιτόεσσες", μικρές μελόπιτες, πιθανοί πρόγονοι των "μελομακάρονων" (8). Άλλοι πάλι λένε ότι τα μωρά που γεννήθηκαν ανήμερα τα Χριστούγεννα ή τη βδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς είναι καταραμένα και γι’ αυτό παίρνουν τη μορφή καλικάντζαρου. Τα παλαιότερα χρόνια μάλιστα, εξ αιτίας αυτής της δοξασίας, οι άνθρωποι έφταναν σε βιαιότητες καίγοντας τα πέλματα των ποδιών των μικρών αυτών παιδιών, λέγοντας πως «όταν από τη φλόγα της φωτιάς καψαλιστούν και καούν τα νύχια του, δεν μπορεί να γίνει καλικάντζαρος» (9).
Παρόμοια δοξασία είναι και αυτή του γερμανικού λαού για την Perchta, η οποία εμφανίζεται το δωδεκαήμερο να ακολουθείται από ένα πλήθος αβάπτιστων νηπίων και θεωρείται ως ο οδηγός της φάλαγγας των ψυχών, τις οποίες βοηθά στην επάνοδο τους στη γη (10).

Πάντως, αν ποτέ υποψιαστείτε ότι κάποιο καλικατζαράκι "χαρχαλεύει" έξω απ’ το σπίτι σας, θυμηθείτε τους παλιούς που προτείνουν:
- "βάλτε στην πόρτα σας καλούδια για να το γλυκάνετε και κόσκινο, για να το καθυστερήσετε"..!
- θυμιατίστε ή ζωγραφίστε σταυρό στην πόρτα!
- "κρεμάστε στο τζάκι γουρουνοσάγονο ή κάψτε ξύλο από αχλαδιά ή αγριοκερασιά" - καθώς λένε ότι τα αγκαθωτά δέντρα απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα (πρβλ. με το χριστόξυλο)
- μην ξεχνάτε πως φοβάται πολύ τον πετεινό και ειδικά όταν αυτός λαλήσει 3 φορές 
- κάψτε παλιά ρούχα και παπούτσια δερμάτινα. Δεν αντέχουν τη μυρωδιά του καμένου δέρματος.

Τέτοια και άλλα τεχνάσματα - που η Παράδοση περισώζει (11) - μας θυμίζουν παρόμοια των αρχαίων Ελλήνων που περιέζωναν με κόκκινο νήμα τα ιερά τους ή άλειφαν με πίσσα τις πόρτες των σπιτιών τους, για να εμποδίσουν την είσοδο των ψυχών στους ναούς (12).

Λένε πάντως ότι όποιος καταφέρει να δέσει με λινή κόκκινη κλωστή από το πόδι έναν καλικάντζαρο, τότε θα τον έχει δούλο του για πάντα. Αλήθεια ή ψέμματα δεν μας αφορά. Η Παράδοση έχει πάντα τους λόγους της και τις δικές της αγνές αλήθειες ακόμα και μέσα στους μύθους της.


ΝΕΚΤΑΡΙΑ ΚΑΡΑΝΤΖΗ


Υποσημειώσεις:
1. κατά τον Φ.Κουκουλέ,"Καλλικάντζαροι"Λ.,τ.Ζ',1923,σελ.315επ. το όνομα προέρχεται από τη λέξη "κάνθαρος"(=σκαθάρι) που το Μεσαίωνα ονομαζόταν και "κάντζαρος". Οι γεωργοί παρομοίαζαν τα σκαθάρια με δαιμονικά όντα, επειδή έβλαπταν τη σοδειά τους. Για άλλες απόψεις βλ.Πολίτη, "Παραδόσεις Β΄", εκδ. Γράμματα, 1994, σελ324επ.
2. Στρατή Μυριβήλη, «Τα Παγανά» (1944)
3. Βλ. σελ77 επ., Στρατή Μολίνου, «Οι Καλλικάντζαροι», εκδ.Φιλιππότη, 1996
4. σελ.251, Ν.Πολίτη, «Παραδόσεις Α΄», εκδ. Γράμματα, 1994
5. βλ. πάντως Ν.Πολίτη, "Παραδόσεις Β΄", ο.α., σελ.333
6. βλ. Γ.Μ.Μέγα, "Ελληνικές Γιορτές και Έθιμα της Λαϊκής Λατρείας", εκδ. Εστιά, 2004, σελ. 53, 59-60, ο οποίος πιστεύει ότι αυτές τις ψυχές του Κάτω Κόσμου συμβολίζουν οι καλικάντζαροι, σε αντίθεση με τον Ν.Πολίτη, "Παραδόσεις Β΄", ο.α., σελ.332, ο οποίος πίστευε ότι οφείλουν οι καλλικάντζαροι την ύπαρξή τους στις μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου, που φόβιζαν τον κόσμο και είναι επομένως νεότερα λαϊκά δημιουργήματα. Βλ. επίσης Κ.Θρακιώτη, "Λαϊκή Πίστη &Λατρεία στη Θράκη",εκδ.Ρήσος,1991,σελ.222
7. σχετική η δοξασία των Φαρασιωτών της Καππαδοκίας για τους "μνημοράτους", Γ.Μ.Μέγα,ο.α,σελ.53,59-60
8. βλ. σχετικά και στο άρθρο: «Να τα πούμε;» στη στήλη «Αλόη» του MusicHeaven.
9. βλ. Ν.Πολίτη, «Παραδοσεις Α΄», ο.α., σελ. 243
10. βλ. Γ.Μ.Μέγα, ο.α., σελ. 59 Πρβλ. έθιμο της Βοιωτίας που λέει πως τα μωρά που πεθαίνουν αβάπτιστα "τρώνε τη μάνα τους", αν ταφούν, πριν σαραντίσει η λεχώνα, ενώ σε άλλες χώρες λένε πως γίνονται νάνοι, λύκοι, στρίγκλες κ.α. βλ. Ν.Πολίτη, "Παραδόσεις Β΄", ο.α., σελ.345 και επίσης Μέγα, ο.α., σελ59
11. βλ. Ν.Πολίτη,"ΠαραδόσειςΑ', ο.α.,σελ.242 επ.
12. βλ. Γ.Μ.Μέγα, ο.α., σελ. 53



(To άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά, ελαφρώς διαφοροποιημένο, στην ιστοσελίδα http://www.musicheaven.gr/)
 http://nektariakarantzi.blogspot.gr/

Τα ήθη και έθιμα των Χριστουγέννων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας

Αθήνα
Τα γιορτινά τους φορούν όλες οι πόλεις της Ελλάδας και υποδέχονται τα Χριστούγεννα με έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο.

Χριστουγεννιάτικο στεφάνι

Στα χωριά συνηθίζουν να κρεμάνε στους τοίχους και τις εξώπορτες ολόκληρες πλεξούδες από σκόρδα που πάνω τους καρφώνουν μοσχοκάρφια, δηλαδή γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που «καρφώνει» την ευτυχία του σπιτιού τους.

Διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια, το στεφάνι από έλατο στην εξώπορτα, εκτός από το καλωσόρισμα στους καλεσμένους φέρνει τύχη στο σπίτι. Βασική η ύπαρξη του σκόρδου στο δέσιμό του που προφυλάσσει από το κακό μάτι.

Το χριστόψωμο στην Κρήτη

Το ζύμωμα του χριστόψωμου στη Κρήτη είναι έργο θείο και έθιμο καθαρά χριστιανικό. Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι το χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί αφού θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειας του.

Χρησιμοποιούν καλό αλεύρι και ακριβά υλικά, όπως ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Μαζεύονται οι γυναίκες του σπιτιού και μέχρι να γίνει το προζύμι, τραγουδούν, «ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Πλάθουν το ζυμάρι, παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες από τη ζύμη και στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι που συμβολίζει τη γονιμότητα. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το πιρούνι για να βγάλουν το «κακό μάτι» και να «καρφώσουν» την κακογλωσσιά. 

Ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σε όλους όσους παρευρίσκονται στο τραπέζι, σαν συμβολισμό της Θείας Κοινωνίας, που ο Χριστός έδωσε τον Άρτο της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένεια του.

Η κουλούρα της Ζακύνθου


Οι νοικοκυρές ζυμώνουν με τον παραδοσιακό τρόπο την κουλούρα, μέσα σε ξύλινες σκάφες και με τη χρήση αλευριού πολύ καλής ποιότητας, ψιλοκοσκινισμένου, με πολλά αρωματικά βότανα και με αρκετή δόση από καρύδια, σταφίδα, κρασί και λάδι.

Αφού το στολίσουν με πολλά περίτεχνα σχέδια από το ίδιο ζυμάρι και αφού το εμπλουτίσουν με κάποιο χρυσό ή ασημένιο νόμισμα, που το αποκαλούν «ηύρεμα», το ψήνουν σε φούρνο με ξύλα και το διατηρούν ζεστό μέχρι τη βραδινή οικογενειακή ιεροτελεστία.

Παραμονή Χριστουγέννων, το απόγευμα, η οικογένεια μαζεύεται στο εορταστικό τραπέζι το οποίο φιλοξενεί στο κέντρο του, τη μεγάλη χριστουγεννιάτικη κουλούρα, μια νταμιτζάνα κόκκινο κρασί και τα πιάτα για το βραδινό έδεσμα. Το έδεσμα δεν είναι άλλο από μια μπροκολόσουπα που φτιάχνεται μέσα σε λίγα λεπτά από τις νοικοκυρές και σερβίρεται με λεμόνι, ντόπιες ελιές και κρεμμύδι. 

Δίπλα από την αναμμένη εστία του σπιτιού βρίσκεται ένα ποτήρι που περιέχει λάδι με κρασί και ένα θυμιατό κάτω από την εικόνα της Παναγίας με το θείο βρέφος.

Ο μεγαλύτερος άνδρας της οικογένειας παίρνει τον δίσκο με την κουλούρα στα χέρια του. Πάνω στον δίσκο ακουμπάνε τα χέρια τους όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο δίσκος με την κουλούρα μεταφέρεται πάνω από τη φωτιά στο αναμμένο τζάκι. Εκεί ο αρχηγός της οικογένειας τη σταυρώνει τρεις φορές και χύνει πάνω της λαδόκρασο, ψάλλοντας το γνωστό απολυτίκιο «Η Γέννησις σου Χριστέ...».

Η νοικοκυρά θυμιατίζει όλο το σπίτι και ένας από τους νεότερους της οικογένειας παίρνει το τουφέκι του σπιτιού και πυροβολεί από το παράθυρο στον αέρα. Τα σμπάρα συμβολίζουν την χαρμόσυνη είδηση ότι στο σπίτι αυτό γεννήθηκε ήδη ο Χριστός. Η ιεροτελεστία κρατά λίγα μόλις λεπτά και μετά αρχίζουν οι ευχές. Η κουλούρα επιστρέφει στο τραπέζι κι εκεί ο αρχηγός τής οικογένειας αρχίζει να κόβει τα κομμάτια. Το πρώτο ανήκει στον Χριστό, το δεύτερο στον φτωχό, το τρίτο στο σπίτι και μετά στα μέλη της οικογένειας στα οποία διανέμεται κατά σειρά ηλικίας.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ & ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ


ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
(ὑπ’ ἀριθ. 150/2016)

Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον καί
τόν Χριστώνυμον Λαόν
τῆς καθ΄ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων
«Ποιμένες τό θαῦμα ἀνακηρύττουσι˙ 
Μάγοι ἐξ ἀνατολῶν, ἐν Βηθλεέμ δῶρα προσάγουσιν˙ 
ἡμεῖς δέ τόν αἶνον ἀναξίοις χείλεσιν,
ἀγγελικῶς αὐτῷ προσάγομεν˙ 

δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί ἐπί γῆς εἰρήνη ...»
(Ἑόρτιον ἰδιόμελον Χριστουγέννων)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί καί Συλλειτουργοί,
 
Ἀδελφοί μου Χριστιανοί, Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,


Ἡ Ἁγία καί μεγάλη Δεσποτική ἑορτή τῶν Χριστουγέννων σήμερα καί ἡ παροῦσα Κυριακή εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιερωμένη εἰς τό μεγάλο κοσμοσωτήριο καί κοσμοχαρμόσυνο γεγονός τῆς Θείας Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κατά τό Τυπικό τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας δέν ψάλλουμε κανένα ἀπό τά Ἀναστάσιμα τροπάρια καί ὕμνους, ὅπως γίνεται κάθε Κυριακή, παρά μόνον ὅλους τούς ἱερούς Χριστουγεννιάτικους ὕμνους καί τά ἱερά Χριστουγεννιάτικα Ἀναγνώσματα.


Ἀπό τούς ἱερούς Εὐαγγελιστάς Ματθαῖον καί Λουκᾶν, πού ἀναφέρονται εἰς τό πανίερο καί πανύμνητο γεγονός τῆς ὑπερθαύμαστης Θείας Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θείου Λυτρωτοῦ μας, θά ἀκούσωμε τίς θεῖες Ἀγγελικές μελῳδίες καί τά εὐλαβικά λόγια τῶν ἁπλοϊκῶν ποιμένων τῆς Βηθλεέμ, κατά τήν ἅγια καί πάμφωτη Χριστουγεννιάτικη Νύκτα, ὁπότε «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἡνώθησαν, τεχθέντος τοῦ Χριστοῦ»˙ «σπήλαιον καί φάτνη ὑπεδέξαντο αὐτόν˙ ποιμένες τό θαῦμα ἀνακηρύττουσι˙ Μάγοι ἐξ ἀνατολῶν, ἐν Βηθλεέμ δῶρα προσάγουσιν˙ ἡμεῖς δέ τόν αἶνον ἀναξίοις χείλεσιν, ἀγγελικῶς αὐτῷ προσάγομεν˙ δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί ἐπί γῆς εἰρήνη…».

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, σχολιάζοντας τίς φράσεις τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ˙ «καί ἔτεκε (ἡ Θεοτόκος Μαρία) τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον, καί ἐσπαργάνωσεν αὐτόν καί ἀνέκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ» λέγει τά ἑξῆς˙ (τά ἀποδίδουμε εἰς τήν ἁπλῆν γλῶσσαν): «Πρωτότοκον υἱόν ἐδῶ ἐννοεῖ ὄχι τόν πρῶτο ἀνάμεσα εἰς τά ἀδέλφια, ἀλλά αὐτόν πού εἶναι καί πρῶτος καί μοναδικός. Γιατί ὑπάρχει καί τέτοιο εἶδος στίς ἔννοιες τοῦ πρωτοτόκου. Καί διότι ἡ Ἁγία Γραφή ἀποκαλεῖ καί ἐνίοτε πρῶτον τόν μόνον. Ὅπως τό Ἐγώ εἶμαι Θεός πρῶτος, καί μετά ἀπό ἐμένα δέν ὑπάρχει ἄλλος».

Καί ἑρμηνεύοντας ὁ ἅγιος Κύριλλος τήν φράσιν : «καί ἀνέκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ» παρατηρεῖ ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Κύριος καί Θεός μας, κατά τήν ἔνσαρκο Θεία Οἰκονομία Του διά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου, ἐπειδή «εὑρῆκε τόν ἄνθρωπο εἰς τήν κατάστασι τοῦ κτήνους (ἀπό ἠθικῆς καί πνευματικῆς ἀπόψεως), διά τοῦτο μέσα σέ φάτνη ἀλόγων τοποθετήθηκε σάν κάποια τροφή, διά νά ἐπανέλθωμε καί ἐπανεύρωμε τήν σύνεσιν, ἡ ὁποία πρέπει εἰς τόν ἄνθρωπον, ἀφοῦ ἀλλάξουμε τήν ζωή ἐκείνη, πού ταιριάζει μόνον εἰς τά κτήνη. Καί οἱ κτηνώδεις ὡς πρός τήν ψυχήν, συνεχίζει ὁ ἅγιος Κύριλλος, μέ τήν προσέγγισιν τῆς πνευματικῆς τραπέζης, τῆς φάτνης, ἄς εὕρωμε ὄχι πλέον χόρτον, ἀλλά ἄρτον τόν ἐρχόμενον ἀπό τόν οὐρανόν, τό σῶμα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς».

Εἰς τήν φάτνην τῶν ἀλόγων ζώων κατεδέχθη νά γεννηθῇ ὁ Θεάνθρωπος Κύριος καί εἰς τούς ἁπλοϊκούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ εὐαγγελίσθηκε ὁ ἄγγελος Κυρίου τό κοσμοχαρμόσυνο μήνυμα τῆς Θείας Γεννήσεώς Του. Καί ἐρωτᾶ ρητορικά ἕνας ἐκκλησιαστικός ἑρμηνευτής : «Διατί ὁ ἄγγελος δέν ἐπῆγε εἰς τά Ἱεροσόλυμα, δέν ἀνεζήτησε τούς γραμματεῖς καί τούς φαρισαίους, δέν εἰσῆλθε εἰς τήν συναγωγή τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά εὑρῆκε ποιμένες – βοσκούς, οἱ ὁποῖοι διέμειναν εἰς τούς ἀγρούς των καί ἐφύλασσαν τό ποίμνιόν των, παραμένοντες μέ τήν σειράν των ἄγρυπνοι ὡρισμένες ὧρες τήν νύκτα, καί εἰς ἐκείνους μετέφερε τό εὐαγγέλιο τῆς χαρᾶς, τήν χαρμόσυνη εἴδησι τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ; Καί ὁ ἴδιος ἀπαντᾶ: Διότι ἐκεῖνοι μέν (οἱ γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι) ἦσαν διεφθαρμένοι καί ἐπρόκειτο νά τούς διαπεράση τό πριόνι τοῦ φθόνου, ἐνῶ (οἱ ποιμένες) ἦσαν ἄπλαστοι, ἄκακοι, ἐπιδιώκοντες μέ ἱερό ζῆλο τήν πολιτεία τῶν Πατριαρχῶν καί αὐτοῦ τοῦ Μωϋσέως. Γιατί καί αὐτοί ἦσαν ποιμένες».

Δέν ἦσαν σοφοί, οὔτε διακεκριμένοι μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, ἀλλ’ οὔτε καί ἄνθρωποι ἐπιρροῆς ἦσαν οἱ ποιμένες αὐτοί, παρατηρεῖ κάποιος σύγχρονος ἑρμηνευτικός σχολιαστής. Ἐξελέγησαν μᾶλλον διά τήν πτωχείαν των καί τήν ἀφάνειάν των. Ὁ Παντοδύναμος Θεός ἐπιβλέπει μέ ἰδιαίτερη εὔνοια εἰς τούς ταπεινούς καί ἀσήμους. Ὁ ἄγγελος ἐμφανίσθηκε εἰς τούς ποιμένας, ὡσάν νά θέλῃ νά δείξῃ ὅτι ὁ Θεός τούς πτωχούς τοῦ κόσμου τούτου, αὐτούς οἱ ὁποῖοι μέ καρτερία καί ἐλπίδα πρός αὐτόν ὑπομένουν τήν πτωχείαν των, ἐξέλεξε ὡς κληρονόμους τῆς Βασιλείας του καί δι’ αὐτό καί τώρα τιμᾶ αὐτούς. Ἀλλά πρό παντός κατέστη ἤδη φανερόν, ὅτι ὁ Θεός δέν προσβλέπει μεροληπτικῶς εἰς πρόσωπα.

Ὅσον ἀφορᾶ δέ εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς φράσεως «καί δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αὐτούς, καί ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν», ὁ μέν ἐκκλησιαστικός ἑρμηνευτής Εὐθύμιος Ζιγαβηνός λέγει : «Δόξαν Κυρίου νῦν θεῖον φῶς νόησον», ὁ δέ ἅγιος Ἀθανάσιος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας τονίζει ὅτι ˙ «ἔστιν ὁ φόβος ἐκείνων (τῶν ποιμένων) οὐ κατά δειλίαν ψυχῆς, ἀλλά κατ’ ἐπίγνωσιν τῆς τῶν κρειττόνων παρουσίας».

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας παρατηρεῖ ὅτι : «Πρέπει νά ἐννοήσωμε ὅτι ἀρχάγγελος ἦτο ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εὐηγγελίσθη εἰς τούς ποιμένας τήν (λυτρωτικήν) χαράν, ἀφοῦ κατῆλθε μαζί μέ τήν ὑπ’ αὐτόν στρατιάν διά νά κομίσῃ τά εὐαγγέλια χαρᾶς τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Καί τοῦτο παρότι προηγουμένως μονώτατος διελέγετο μέ αὐτούς, ἀφοῦ δέν ὑπέπιπτε εἰς τήν ἀντίληψίν των ἡ ὑπ’ αὐτόν στρατιά διά τό ἀόρατον τῆς φύσεως».

Οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι αἰνοῦν τόν Κύριον διά τά ἔργα αὐτοῦ, κατά τόν Προφητάνακτα Δαυΐδ (ψαλμ. ρμη’ 2 καί ἑξῆς), δοξολογοῦν δέ «τήν μίαν θεότητα διά τήν οἰκονομηθεῖσαν σωτηρίαν», κατά τόν ἑρμηνευτήν Ζιγαβηνόν.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι ὁ Θεῖος Λυτρωτής μας Ἰησοῦς Χριστός «ἀφοῦ ἦλθε (μέ τήν ἐνανθρώπησίν Του) εἰς τό κατάλυμά μας καί εὗρε τήν ὕπαρξίν μας γεμάτη ρύπους καί ἀκαθαρσία, γυμνή, γεμάτη ἀπό αἵματα, τήν ἔθρεψε, τήν ἐνέδυσε μέ ἔνδυμα, πού δέν εἶναι δυνατόν νά εὑρεθῆ ἄλλο ὅμοιο. Ὁ ἴδιος ἔγινε στολή τῆς ὑπάρξεώς μας καί ὅπως τήν προσέλαβε εἰς τήν σάρκα Του, ἔτσι τήν ὡδήγησε εἰς τήν δόξαν. Δι’ αὐτήν ἔχει ἑτοιμασθῇ ἡ αἰώνια κληρονομία» (Ε.Π.Ε. 5, 210). «Ὁ Χριστός, ὅπως ἔλαβε μορφή δούλου μέ τήν σάρκωσιν, διότι διαφορετικά δέν θά τόν ἐδέχοντο οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι προετοίμασε τά αὐτιά τῶν ἀνθρώπων διά τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως μέ φωνήν δούλου (τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου), διά νά δυνηθοῦν πολλοί ἀπό τούς Ἰουδαίους νά ἀποδεχθοῦν τήν ἀλήθεια» (Ε.Π.Ε. 12, 670).


Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

 
Ἀσφαλῶς ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τό ἔνδυμα τῆς Θεότητος, προκειμένου νά ἑνωθῇ ὁ Θεός μέ τόν ἄνθρωπον, μέ τό ἱερό Μυστήριο τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως. Καί ἀναμφιβόλως ὁ Πανάγιος Θεός ἐπέλεξε τούς ἁπλοϊκούς καί ταπεινούς ποιμένας – βοσκούς διά νά εὐαγγελισθῇ διά τοῦ Ἀγγέλου Του εἰς τήν ἀνθρωπότητα καί τόν κόσμον ὅλον «χαράν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ˙ ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἔστι Χριστός Κύριος ἐν πόλει Δαυΐδ». Δέν θά ἔπρεπε τό θεϊκόν αὐτό ἔνδυμα τῆς ταπεινοφροσύνης νά τό φέρῳμε ὅλοι μας εἰς τήν ὕπαρξίν μας διά νά πραγματοποιηθῇ ἡ ἕνωσις καί προσέγγισις ἐπιγείων καί ἐπουρανίων;

Ἀφοῦ ὁ Κύριος καί Θεός ἡμῶν «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν», ἄς ἀγαπήσωμε τήν ὑψοποιόν ταπείνωσιν, τό ταπεινό φρόνημα καί γενικώτερα τήν ἁπλῆ ταπεινή ζωή, χωρίς αὐτό νά ὑποδηλώνη τόν ταπεινωμένο ἀπό τό περιβάλλον του καί τήν ἁμαρτία ἄνθρωπο.

Εὐχόμενος δέ ἀπό καρδίας εὐλογημένο, εἰρηνικό τό ἅγιο Δωδεκαήμερο καί πᾶσαν παρά Κυρίου ἐπίσκεψιν καί εὐλογίαν ἐν χάριτι καί οἰκτιρμοῖς, τήν παροχήν τῶν θείων δωρημάτων εἰς ὅλους σας, καί ἰδιαιτέρως εἰς τούς ἐγγύς καί μακράν ταξιδεύοντας προσφιλεῖς μας ναυτικούς, ἀλλά καί εἰς τήν δοκιμαζομένην μαθητιῶσα, σπουδάζουσα, ἐργαζομένη καί στρατευομένη νεολαία τῆς πατρίδος μας, διατελῶ,


Μεθ’ ἑορτίων εὐχῶν καί ἀληθῶς ἐν Χριστῷ ἀγάπης καί τιμῆς
Ὁ Μητροπολίτης

†Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ
-------------------------------------
Πηγή: imkythiron.gr
-------------------------------------