ΔΙΗΜΕΡΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΥΘΗΡΩΝ
Ολοκληρώθηκαν με απόλυτη επιτυχία οι εργασίες του διήμερου επιστημονικού συνεδρίου για την ιστορία και τον πολιτισμό των Κυθήρων που διεξήχθη στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου στα Κύθηρα, με συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων και του Δήμου Κυθήρων. Το Υπουργείο Πολιτισμού εκπροσώπησε η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς κα. Πολυξένη Αδάμ Βελένη, ενώ στο συνέδριο συμμετείχαν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί, ιστορικοί, ερευνητές και καθηγητές που παρουσίασαν εισηγήσεις σχετικά με την ιστορία και τον πολιτισμό των Κυθήρων από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και τα νεότερα χρόνια.
Ο Δήμαρχος Κυθήρων και Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου κ. Ευστράτιος Χαρχαλάκης, στην καταληκτήρια ομιλία του, ανέφερε τα εξής:
Σεβασμιώτατε,
Κυρία Διευθύντρια Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού,
Κυρία Έφορος του Πειραιά,
Κυρίες και Κύριοι ακαδημαϊκοί, καθηγητές, επιστήμονες και σύνεδροι,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αυτοδιοίκησης και εκπρόσωποι φορέων και οργανισμών,
Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,
Θα ξεκινήσω την καταληκτήρια ομιλία του Συνεδρίου αυτού, με μία παράγραφο από το έργο του Λουκιανού «Πως δει ιστορίαν συγγράφειν», το οποίο τοποθετείται περίπου στο 166 μ.Χ. και μάλλον αποτελεί το μοναδικό συστηματικό έργο αποκλειστικά για την ιστοριογραφία που έχει σωθεί ακέραιο από την αρχαιότητα. Λέει λοιπόν ο Λουκιανός στην παράγραφο 41:
«Τοιοῦτος οὖν μοι ὁ συγγραφεύς. ἔστω ἄφοβος, ἀδέκαστος, ἐλεύθερος, παρρησίας καὶ ἀληθείας φίλος, ὡς ὁ κωμικός φησίν, τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάσων, οὐ μίσει οὐδὲ φιλίᾳ νέμων οὐδὲ φειδόμενος ἢ ἐλεῶν ἢ αἰσχυνόμενος ἢ δυσωπούμενος, ἴσος δικαστής, εὔνους ἅπασιν ἄχρι τοῦ μὴ θατέρῳ τι ἀπονεῖμαι πλεῖον τοῦ δέοντος, ξένος ἐν τοῖς βιβλίοις καὶ ἄπολις, αὐτόνομος, ἀβασίλευτος, οὐ τί τῷδε ἢ τῷδε δόξει λογιζόμενος, ἀλλὰ τί πέπρακται λέγων».
Λίγο παραπάνω όμως ο Λουκιανός θα μας αναφέρει και τα δύο προσόντα του ιστορικού, στην παράγραφο 34:
«Φημὶ τοίνυν τὸν ἄριστα ἱστορίαν συγγράφοντα δύο μὲν ταῦτα κορυφαιότατα οἴκοθεν ἔχοντα ἥκειν, σύνεσίν τε πολιτικὴν καὶ δύναμιν ἑρμηνευτικήν, τὴν μὲν ἀδίδακτόν τι τῆς φύσεως δῶρον, ἡ δύναμις δὲ πολλῇ τῇ ἀσκήσει καὶ συνεχεῖ τῷ πόνῳ καὶ ζήλῳ τῶν ἀρχαίων προσγεγενημένη ἔστω».
Πρέπει δηλαδή ο ιστορικός να έχει πρώτα απ΄ όλα πολιτικό νου και στη συνέχεια συγγραφική δεινότητα. Και αυτό δεν μας κάνει εντύπωση, γιατί ο ιστοριογράφος σχετίζεται άμεσα – είτε το θέλει είτε όχι – με την πολιτική κατάσταση της περιόδου αναφοράς του. Εάν λοιπόν ο καλός ιστορικός πρέπει κατά το Λουκιανό να έχει πρώτιστα «σύνεσιν πολιτικήν», θα επιτρέψετε σε έναν πολιτικό να μιλήσει για λίγο ενώπιόν σας με «κρίσιν ιστορικήν».
Όταν πριν ένα περίπου χρόνο η Έφορος του Πειραιά και των Νησιών του, κα. Στέλλα Χρυσουλάκη, μου πρότεινε τη διεξαγωγή αυτού του επιστημονικού συνεδρίου, θεώρησα ότι ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια μοναδική ευκαιρία: να συγκεντρώσουμε στο νησί μας όλους εκείνους τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους, το επιστημονικό τους έργο, τη σκέψη και την πένα τους, καταρχήν στην ιστορία εν γένει και ειδικότερα στην ιστορία των Κυθήρων και των Αντικυθήρων από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και τις μέρες μας. Σίγουρα οι άνθρωποι αυτοί είναι πάρα πολλοί. Και σίγουρα σήμερα αρκετοί από αυτούς λείπουν. Όμως, το πρώτο βήμα έγινε. Και νομίζω ότι ήταν σημαντικό.
Ξεκινήσαμε από την παρουσία των Μινωιτών στο νησί μας, αντλήσαμε πλούσιο ιστορικό υλικό από την σπηλαιώδη οίκηση που βρίσκεται ακόμα σε έρευνα, ταξιδέψαμε στα όχι και τόσο γνωστά από ερευνητικής άποψης βόρεια Κύθηρα χάρη στην Αυστραλιανή Αρχαιολογική Αποστολή των ετών 2016-2018 και θαυμάσαμε το πλούσιο αρχαιολογικό έργο της περιόδου 1994-2018 τόσο στα Κύθηρα, όσο και στα Αντικύθηρα που μας έχει δώσει σημαντικά ευρήματα πολλά εκ των οποίων βρίσκονται σήμερα στο ανακαινισμένο μας Μουσείο.
Στη συνέχεια κάναμε μια βουτιά στα καταγάλανα νερά των Κυθήρων για να μάθουμε για το Μέντωρα αλλά και για τα δεκάδες αρχαία και νεότερα ναυάγια και καταλήξαμε στα απόκρημνα βράχια των Αντικυθήρων όπου το σημαντικότερο ίσως αρχαίο ναυάγιο στον κόσμο συνεχίζει να μας δίνει τους θησαυρούς του, και ελπίζω η έρευνα να επανεκκινήσει άμεσα απαλλαγμένη πλήρως από ό,τι ή όσους την οδήγησαν σε πρόσκαιρη διακοπή, παρά το εγκεκριμένο πενταετές της πρόγραμμα. Κυρία Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, παρακολουθώ και θα συνεχίσω να παρακολουθώ το εν λόγω θέμα από πολύ κοντά και ευελπιστώ σε άμεση λύση.
Εντυπωσιαστήκαμε από τη βυζαντινή και χριστιανική ιστορία του νησιού που μας έχει αφήσει δεκάδες σημαντικά μνημεία, ένα εκ των οποίων – ίσως το σημαντικότερο – ο ναός του Αγ. Ανδρέα στο Λιβάδι, ξεκίνησε ήδη να συντηρείται και να αναδεικνύεται με πόρους του ΠΕΠ Αττικής. Αντίστοιχη ανάδειξη αναμένουν και άλλα μνημεία στο νησί μας με πιο ώριμα αυτών τους Ναούς του Αγ. Αντωνίου και της Αγ. Βαρβάρας στην Παλαιόχωρα αλλά και την καστροπολιτεία της Παλαιόχωρας στο σύνολό της, έργα για τα οποία υπάρχουν πλήρεις ώριμες μελέτες.
Ακούσαμε ενδιαφέρουσες πτυχές για την καθημερινότητα, το σύστημα διοίκησης και απονομής δικαιοσύνης, τις δημόσιες τελετές και τις θρησκευτικές εορτές κατά την μεγάλη περίοδο της Ενετοκρατίας αλλά και για τους ισχυρούς δεσμούς του νησιού με την Κρήτη και φυσικά με την Γαληνοτάτη.
Και βέβαια ενημερωθήκαμε για τις νέες έρευνες στο Παλιόκαστρο αλλά και για την σημασία των καταγραφών του Αρχείου των Κυθήρων που οφείλουμε να αναδείξουμε περισσότερο.
Παρακολουθήσαμε και την μεταναστευτική κουλτούρα του νησιού, αυτή που μας τροφοδότησε με την ιδέα της δημιουργίας του Μουσείου Κυθηραϊκής Μετανάστευσης, μιας ιδέας που σταδιακά υλοποιείται σε συνεργασία του Δήμου μας με το Σωματείο «Φίλοι Μουσείων Κυθήρων».
Όλα τα παραπάνω, όλες οι εισηγήσεις, ευελπιστώ να αποτελέσουν αντικείμενο μιας δίγλωσσης έκδοσης των πρακτικών του Συνεδρίου αυτού, για την οποία ο Δήμος μας θα συνδράμει στο μέγιστο δυνατό. Αυτό, όμως, είναι το πρώτο βήμα. Η ιστορική πορεία των Κυθήρων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχει πάρα πολλές διαστάσεις. Κάποιες από αυτές, ίσως οι πλέον αντιπροσωπευτικές, αναδείχθηκαν στο διήμερο αυτό. Κάποιες άλλες έχουν αναδείξει εξαίρετοι ερευνητές και ακαδημαϊκοί με τις κατά καιρούς έρευνες και εκδόσεις τους, αλλά και οι Κυθήριοι ιστορικοί και καθηγητές που μέσα από τις τοπικές εκδόσεις έχουν συμβάλει σημαντικά στην προβολή και γνωστοποίηση των ιστορικών δεδομένων του τόπου. Και κάποιες άλλες μας περιμένουν να τις ανακαλύψουμε. Είτε τυχαία, όπως ο Άδωνις Κύρου ανακάλυψε το σπουδαίο Μινωικό Ιερό Κορυφής στο Βουνό ή όπως ο Συμιακός Δύτης το Ναυάγιο των Αντικυθήρων, είτε ως προϊόν συστηματικής έρευνας και ανασκαφής, τα επιτεύγματα των προγόνων μας είναι εδώ και περιμένουν.
Την ανάδειξη, όμως, αναμένουν και τα απτά κατάλοιπα των προγόνων μας. Τα μνημεία, τα κτίρια, ό,τι εν πάσει περιπτώσει συνιστά στοιχείο της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Αν και ο Δήμος μας δεν έχει σήμερα την απαιτούμενη στελέχωση, ούτε καν για τις απλές υποχρεωτικές διοικητικές του λειτουργίες, εντούτοις δίνει μεγάλη σημασία στον πολιτισμό και κυρίως στην ανάδειξη των ιστορικών κτηρίων του νησιού. Ένα από αυτά, το περίφημο Αστικό Σχολείο του Ποταμού, κτίσμα του 1824, σύντομα θα περιέλθει στο αρχικό του κάλλος, αφού εντός των επομένων εβδομάδων αναμένεται η τελική ένταξή του στο πρόγραμμα LEADER χάρη στη συνεργασία μας και με την οικεία Εφορεία. Θα συνεχίσουμε να πιέζουμε το Υπουργείο για τη χρηματοδότηση των τριών ώριμων έργων στην Παλαιόχωρα, ενώ προγραμματίζουμε την εκπόνηση των μελετών αποκατάστασης για ένα από τα πλέον καλαίσθητα νεοκλασικά κτίρια στο νησί, το Παρθεναγωγείο του Καραβά. Για τη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού μας με το μοναδικό οικιστικό και κτιριακό απόθεμα, ξεκινάμε τις μελέτες για την συνολική αποκατάσταση και πολιτιστική επανάχρηση τις ιστορικής Βιτσαμανείου Σχολής, του πρώτου εκπαιδευτικού ιδρύματος στο νησί και του κτηρίου που σήμερα στεγάζει το Α/Τ που σύντομα θα μετεγκατασταθεί. Πρόκειται για ένα μοναδικό κτιριακό σύνολο λίγο πριν την είσοδο του Κάστρου που θέλουμε να μετατρέψουμε σε χώρο πολιτισμού και εάν – κα. Χρυσουλάκη – η ιδέα της δημιουργίας του Βυζαντινού Μουσείου στην οικία Στάη στο Κάστρο δεν προχωρήσει – ιδού χώρος κατάλληλος για να στεγάσει μόνιμα ένα διαχρονικό Μουσείο που θα ξεκινά να αφηγείται την ιστορία του νησιού από τον 4ο αιώνα μ.Χ. και θα καταλήγει στην Ένωση των Επτανήσων ή και αργότερα. Υλικό υπάρχει πολύ, κτιριακό απόθεμα επίσης, διάθεση άπειρη.
Κυρίες και κύριοι,
Οι συναντήσεις αυτές αποτελούν μοναδικές ευκαιρίες για ανταλλαγή σκέψεων, γνώσεων και εμπειριών πάνω στην ιστορία ενός τόπου. Την ιστορία που δημιουργούν οι άνθρωποι. Εκείνοι που πέρασαν, εκείνοι που ζουν στο παρόν, εκείνοι που θα έρθουν στο μέλλον. Ιστορία, εξάλλου, αποκομμένη από τον άνθρωπο δεν υπάρχει. Και σε ό,τι αφορά την δική μας ιστορία, τους δικούς μας ανθρώπους, τους προγόνους μας και τα επιτεύγματά τους, μόνο υπερήφανοι μπορούμε να νοιώθουμε. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Αυτή την ιστορία, αυτά τα επιτεύγματα των προγόνων μας, οφείλουμε να ερευνούμε, να αναδεικνύουμε, να προφυλάσσουμε αν θέλετε. Και αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη συμβολή των συνεδρίων αυτών, και προφανώς και του συγκεκριμένου, στην τοπική ιστορία. Την τοπική ιστορία που δυστυχώς ακόμα δεν διδάσκεται στα σχολεία και ίσως θα έπρεπε να κάνουμε κάτι για αυτό.
Με αυτές τις λίγες – ελπίζω όχι κουραστικές – σκέψεις, σας ευχαριστώ όλες και όλους για την παρουσία σας, ευχαριστώ το Υπουργείο Πολιτισμού και την οικεία Εφορεία για τη συνεργασία – ιδιαίτερα τις κυρίες Εύη Πίνη, Μαρία Μπορμπουδάκη, Τζένη Αλεζίδου, προφανώς την Έφορο και την κα. Μαρίνα Παπαδημητρίου, αλλά και τη Διοίκηση του Κυθηραϊκού Συνδέσμου – και είμαι βέβαιος ότι έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε από κοινού.
Ολοκληρώθηκαν με απόλυτη επιτυχία οι εργασίες του διήμερου επιστημονικού συνεδρίου για την ιστορία και τον πολιτισμό των Κυθήρων που διεξήχθη στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου στα Κύθηρα, με συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων και του Δήμου Κυθήρων. Το Υπουργείο Πολιτισμού εκπροσώπησε η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς κα. Πολυξένη Αδάμ Βελένη, ενώ στο συνέδριο συμμετείχαν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί, ιστορικοί, ερευνητές και καθηγητές που παρουσίασαν εισηγήσεις σχετικά με την ιστορία και τον πολιτισμό των Κυθήρων από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και τα νεότερα χρόνια.
Ο Δήμαρχος Κυθήρων και Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου κ. Ευστράτιος Χαρχαλάκης, στην καταληκτήρια ομιλία του, ανέφερε τα εξής:
Σεβασμιώτατε,
Κυρία Διευθύντρια Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού,
Κυρία Έφορος του Πειραιά,
Κυρίες και Κύριοι ακαδημαϊκοί, καθηγητές, επιστήμονες και σύνεδροι,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αυτοδιοίκησης και εκπρόσωποι φορέων και οργανισμών,
Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,
Θα ξεκινήσω την καταληκτήρια ομιλία του Συνεδρίου αυτού, με μία παράγραφο από το έργο του Λουκιανού «Πως δει ιστορίαν συγγράφειν», το οποίο τοποθετείται περίπου στο 166 μ.Χ. και μάλλον αποτελεί το μοναδικό συστηματικό έργο αποκλειστικά για την ιστοριογραφία που έχει σωθεί ακέραιο από την αρχαιότητα. Λέει λοιπόν ο Λουκιανός στην παράγραφο 41:
«Τοιοῦτος οὖν μοι ὁ συγγραφεύς. ἔστω ἄφοβος, ἀδέκαστος, ἐλεύθερος, παρρησίας καὶ ἀληθείας φίλος, ὡς ὁ κωμικός φησίν, τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάσων, οὐ μίσει οὐδὲ φιλίᾳ νέμων οὐδὲ φειδόμενος ἢ ἐλεῶν ἢ αἰσχυνόμενος ἢ δυσωπούμενος, ἴσος δικαστής, εὔνους ἅπασιν ἄχρι τοῦ μὴ θατέρῳ τι ἀπονεῖμαι πλεῖον τοῦ δέοντος, ξένος ἐν τοῖς βιβλίοις καὶ ἄπολις, αὐτόνομος, ἀβασίλευτος, οὐ τί τῷδε ἢ τῷδε δόξει λογιζόμενος, ἀλλὰ τί πέπρακται λέγων».
Λίγο παραπάνω όμως ο Λουκιανός θα μας αναφέρει και τα δύο προσόντα του ιστορικού, στην παράγραφο 34:
«Φημὶ τοίνυν τὸν ἄριστα ἱστορίαν συγγράφοντα δύο μὲν ταῦτα κορυφαιότατα οἴκοθεν ἔχοντα ἥκειν, σύνεσίν τε πολιτικὴν καὶ δύναμιν ἑρμηνευτικήν, τὴν μὲν ἀδίδακτόν τι τῆς φύσεως δῶρον, ἡ δύναμις δὲ πολλῇ τῇ ἀσκήσει καὶ συνεχεῖ τῷ πόνῳ καὶ ζήλῳ τῶν ἀρχαίων προσγεγενημένη ἔστω».
Πρέπει δηλαδή ο ιστορικός να έχει πρώτα απ΄ όλα πολιτικό νου και στη συνέχεια συγγραφική δεινότητα. Και αυτό δεν μας κάνει εντύπωση, γιατί ο ιστοριογράφος σχετίζεται άμεσα – είτε το θέλει είτε όχι – με την πολιτική κατάσταση της περιόδου αναφοράς του. Εάν λοιπόν ο καλός ιστορικός πρέπει κατά το Λουκιανό να έχει πρώτιστα «σύνεσιν πολιτικήν», θα επιτρέψετε σε έναν πολιτικό να μιλήσει για λίγο ενώπιόν σας με «κρίσιν ιστορικήν».
Όταν πριν ένα περίπου χρόνο η Έφορος του Πειραιά και των Νησιών του, κα. Στέλλα Χρυσουλάκη, μου πρότεινε τη διεξαγωγή αυτού του επιστημονικού συνεδρίου, θεώρησα ότι ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια μοναδική ευκαιρία: να συγκεντρώσουμε στο νησί μας όλους εκείνους τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους, το επιστημονικό τους έργο, τη σκέψη και την πένα τους, καταρχήν στην ιστορία εν γένει και ειδικότερα στην ιστορία των Κυθήρων και των Αντικυθήρων από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και τις μέρες μας. Σίγουρα οι άνθρωποι αυτοί είναι πάρα πολλοί. Και σίγουρα σήμερα αρκετοί από αυτούς λείπουν. Όμως, το πρώτο βήμα έγινε. Και νομίζω ότι ήταν σημαντικό.
Ξεκινήσαμε από την παρουσία των Μινωιτών στο νησί μας, αντλήσαμε πλούσιο ιστορικό υλικό από την σπηλαιώδη οίκηση που βρίσκεται ακόμα σε έρευνα, ταξιδέψαμε στα όχι και τόσο γνωστά από ερευνητικής άποψης βόρεια Κύθηρα χάρη στην Αυστραλιανή Αρχαιολογική Αποστολή των ετών 2016-2018 και θαυμάσαμε το πλούσιο αρχαιολογικό έργο της περιόδου 1994-2018 τόσο στα Κύθηρα, όσο και στα Αντικύθηρα που μας έχει δώσει σημαντικά ευρήματα πολλά εκ των οποίων βρίσκονται σήμερα στο ανακαινισμένο μας Μουσείο.
Στη συνέχεια κάναμε μια βουτιά στα καταγάλανα νερά των Κυθήρων για να μάθουμε για το Μέντωρα αλλά και για τα δεκάδες αρχαία και νεότερα ναυάγια και καταλήξαμε στα απόκρημνα βράχια των Αντικυθήρων όπου το σημαντικότερο ίσως αρχαίο ναυάγιο στον κόσμο συνεχίζει να μας δίνει τους θησαυρούς του, και ελπίζω η έρευνα να επανεκκινήσει άμεσα απαλλαγμένη πλήρως από ό,τι ή όσους την οδήγησαν σε πρόσκαιρη διακοπή, παρά το εγκεκριμένο πενταετές της πρόγραμμα. Κυρία Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, παρακολουθώ και θα συνεχίσω να παρακολουθώ το εν λόγω θέμα από πολύ κοντά και ευελπιστώ σε άμεση λύση.
Εντυπωσιαστήκαμε από τη βυζαντινή και χριστιανική ιστορία του νησιού που μας έχει αφήσει δεκάδες σημαντικά μνημεία, ένα εκ των οποίων – ίσως το σημαντικότερο – ο ναός του Αγ. Ανδρέα στο Λιβάδι, ξεκίνησε ήδη να συντηρείται και να αναδεικνύεται με πόρους του ΠΕΠ Αττικής. Αντίστοιχη ανάδειξη αναμένουν και άλλα μνημεία στο νησί μας με πιο ώριμα αυτών τους Ναούς του Αγ. Αντωνίου και της Αγ. Βαρβάρας στην Παλαιόχωρα αλλά και την καστροπολιτεία της Παλαιόχωρας στο σύνολό της, έργα για τα οποία υπάρχουν πλήρεις ώριμες μελέτες.
Ακούσαμε ενδιαφέρουσες πτυχές για την καθημερινότητα, το σύστημα διοίκησης και απονομής δικαιοσύνης, τις δημόσιες τελετές και τις θρησκευτικές εορτές κατά την μεγάλη περίοδο της Ενετοκρατίας αλλά και για τους ισχυρούς δεσμούς του νησιού με την Κρήτη και φυσικά με την Γαληνοτάτη.
Και βέβαια ενημερωθήκαμε για τις νέες έρευνες στο Παλιόκαστρο αλλά και για την σημασία των καταγραφών του Αρχείου των Κυθήρων που οφείλουμε να αναδείξουμε περισσότερο.
Παρακολουθήσαμε και την μεταναστευτική κουλτούρα του νησιού, αυτή που μας τροφοδότησε με την ιδέα της δημιουργίας του Μουσείου Κυθηραϊκής Μετανάστευσης, μιας ιδέας που σταδιακά υλοποιείται σε συνεργασία του Δήμου μας με το Σωματείο «Φίλοι Μουσείων Κυθήρων».
Όλα τα παραπάνω, όλες οι εισηγήσεις, ευελπιστώ να αποτελέσουν αντικείμενο μιας δίγλωσσης έκδοσης των πρακτικών του Συνεδρίου αυτού, για την οποία ο Δήμος μας θα συνδράμει στο μέγιστο δυνατό. Αυτό, όμως, είναι το πρώτο βήμα. Η ιστορική πορεία των Κυθήρων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχει πάρα πολλές διαστάσεις. Κάποιες από αυτές, ίσως οι πλέον αντιπροσωπευτικές, αναδείχθηκαν στο διήμερο αυτό. Κάποιες άλλες έχουν αναδείξει εξαίρετοι ερευνητές και ακαδημαϊκοί με τις κατά καιρούς έρευνες και εκδόσεις τους, αλλά και οι Κυθήριοι ιστορικοί και καθηγητές που μέσα από τις τοπικές εκδόσεις έχουν συμβάλει σημαντικά στην προβολή και γνωστοποίηση των ιστορικών δεδομένων του τόπου. Και κάποιες άλλες μας περιμένουν να τις ανακαλύψουμε. Είτε τυχαία, όπως ο Άδωνις Κύρου ανακάλυψε το σπουδαίο Μινωικό Ιερό Κορυφής στο Βουνό ή όπως ο Συμιακός Δύτης το Ναυάγιο των Αντικυθήρων, είτε ως προϊόν συστηματικής έρευνας και ανασκαφής, τα επιτεύγματα των προγόνων μας είναι εδώ και περιμένουν.
Την ανάδειξη, όμως, αναμένουν και τα απτά κατάλοιπα των προγόνων μας. Τα μνημεία, τα κτίρια, ό,τι εν πάσει περιπτώσει συνιστά στοιχείο της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Αν και ο Δήμος μας δεν έχει σήμερα την απαιτούμενη στελέχωση, ούτε καν για τις απλές υποχρεωτικές διοικητικές του λειτουργίες, εντούτοις δίνει μεγάλη σημασία στον πολιτισμό και κυρίως στην ανάδειξη των ιστορικών κτηρίων του νησιού. Ένα από αυτά, το περίφημο Αστικό Σχολείο του Ποταμού, κτίσμα του 1824, σύντομα θα περιέλθει στο αρχικό του κάλλος, αφού εντός των επομένων εβδομάδων αναμένεται η τελική ένταξή του στο πρόγραμμα LEADER χάρη στη συνεργασία μας και με την οικεία Εφορεία. Θα συνεχίσουμε να πιέζουμε το Υπουργείο για τη χρηματοδότηση των τριών ώριμων έργων στην Παλαιόχωρα, ενώ προγραμματίζουμε την εκπόνηση των μελετών αποκατάστασης για ένα από τα πλέον καλαίσθητα νεοκλασικά κτίρια στο νησί, το Παρθεναγωγείο του Καραβά. Για τη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού μας με το μοναδικό οικιστικό και κτιριακό απόθεμα, ξεκινάμε τις μελέτες για την συνολική αποκατάσταση και πολιτιστική επανάχρηση τις ιστορικής Βιτσαμανείου Σχολής, του πρώτου εκπαιδευτικού ιδρύματος στο νησί και του κτηρίου που σήμερα στεγάζει το Α/Τ που σύντομα θα μετεγκατασταθεί. Πρόκειται για ένα μοναδικό κτιριακό σύνολο λίγο πριν την είσοδο του Κάστρου που θέλουμε να μετατρέψουμε σε χώρο πολιτισμού και εάν – κα. Χρυσουλάκη – η ιδέα της δημιουργίας του Βυζαντινού Μουσείου στην οικία Στάη στο Κάστρο δεν προχωρήσει – ιδού χώρος κατάλληλος για να στεγάσει μόνιμα ένα διαχρονικό Μουσείο που θα ξεκινά να αφηγείται την ιστορία του νησιού από τον 4ο αιώνα μ.Χ. και θα καταλήγει στην Ένωση των Επτανήσων ή και αργότερα. Υλικό υπάρχει πολύ, κτιριακό απόθεμα επίσης, διάθεση άπειρη.
Κυρίες και κύριοι,
Οι συναντήσεις αυτές αποτελούν μοναδικές ευκαιρίες για ανταλλαγή σκέψεων, γνώσεων και εμπειριών πάνω στην ιστορία ενός τόπου. Την ιστορία που δημιουργούν οι άνθρωποι. Εκείνοι που πέρασαν, εκείνοι που ζουν στο παρόν, εκείνοι που θα έρθουν στο μέλλον. Ιστορία, εξάλλου, αποκομμένη από τον άνθρωπο δεν υπάρχει. Και σε ό,τι αφορά την δική μας ιστορία, τους δικούς μας ανθρώπους, τους προγόνους μας και τα επιτεύγματά τους, μόνο υπερήφανοι μπορούμε να νοιώθουμε. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Αυτή την ιστορία, αυτά τα επιτεύγματα των προγόνων μας, οφείλουμε να ερευνούμε, να αναδεικνύουμε, να προφυλάσσουμε αν θέλετε. Και αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη συμβολή των συνεδρίων αυτών, και προφανώς και του συγκεκριμένου, στην τοπική ιστορία. Την τοπική ιστορία που δυστυχώς ακόμα δεν διδάσκεται στα σχολεία και ίσως θα έπρεπε να κάνουμε κάτι για αυτό.
Με αυτές τις λίγες – ελπίζω όχι κουραστικές – σκέψεις, σας ευχαριστώ όλες και όλους για την παρουσία σας, ευχαριστώ το Υπουργείο Πολιτισμού και την οικεία Εφορεία για τη συνεργασία – ιδιαίτερα τις κυρίες Εύη Πίνη, Μαρία Μπορμπουδάκη, Τζένη Αλεζίδου, προφανώς την Έφορο και την κα. Μαρίνα Παπαδημητρίου, αλλά και τη Διοίκηση του Κυθηραϊκού Συνδέσμου – και είμαι βέβαιος ότι έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε από κοινού.