Το σπήλαιο των Λιμνών δεν είναι μόνο ένα εξαίσιο φυσικό, αλλά και ένα
αξιόλογο πολιτισμικό μνημείο, που οφείλουμε να γνωρίσουμε από όλες τις
πλευρές. Και αφού το γνωρίσουμε εμείς, πρέπει να μάθουμε και τα παιδιά
μας να ακούνε τα μυστικά της Γης. Έτσι μόνο θα μπορέσουν να προστατέψουν
το μοναδικό αρχείο της φύσης που περικλείουν τα σπήλαια. Για τους νέους
η γνώση ας μη σταματήσει τη φαντασία και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ας
μη καταργήσει τον παλιό μύθο. Ας τον διατηρήσουμε μαζί με την
πολιτιστική μας κληρονομιά και ας προστατέψουμε τα σπήλαια. Είναι
πολιτισμός και χρέος μας."Το σπήλαιο των Λιμνών, που παλαιότερα ονομαζόταν Τρουπίσιο,
βρίσκεται σε υψόμετρο 827 μέτρων και απέχει 17 χιλιόμετρα από τα
Καλάβρυτα και 9 χλμ. από την Κλειτορία".
Ο επαρχιακός δρόμος Καλαβρύτων - Κλειτορίας
περνάει μερικά μόνο μέτρα μακριά από την τεχνητή είσοδο του σπηλαίου και
ακριβώς μπροστά από την φυσική.
Η φυσική είσοδος είναι ευρύχωρη (3,50 μ.
ύψος και 6,50 μ. πλάτος) και εντυπωσιακή, ώστε δεν πρέπει να έμενε
απαρατήρητη από τους περαστικούς. Σ' αυτό το στοιχείο, αν προσθέσουμε
και τον προσανατολισμό της, μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε γιατί, ο
πρώτος τουλάχιστον θάλαμος, χρησιμοποιήθηκε από τον άνθρωπο για τόσο
μεγάλες χρονικές περιόδους, από την προϊστορία ως τους ιστορικούς
χρόνους.
«Το σπήλαιο των Λιμνών», όπως λέγεται πλέον, εντυπωσιάζει ακόμη και με το όνομά του τον αναγνώστη.
Για τον θεατή η εντύπωση είναι
ισχυρότερη και αξέχαστη. Λίμνες στο εσωτερικό ενός σπηλαίου δεν είναι
κάτι συνηθισμένο, ούτε παγκόσμια ούτε για τον Ελλαδικό χώρο, όπου
αποτελεί μοναδικό γεωλογικό φαινόμενο. Εδώ τα νερά πλημμυρίζουν, καμιά
φορά, το χειμώνα και μένουν στάσιμα τις άλλες εποχές, στις 13 κλιμακωτές
λίμνες. Σχετικά πρόσφατες πλημμύρες αναφέρονται, στις διηγήσεις των
χωρικών, για το 1922 και το 1940, ύστερα από καταρρακτώδεις
βροχοπτώσεις.
Το σπήλαιο, σύμφωνα με τους γεωλόγους,
έχει διανοιχτεί, εν μέρει, μέσα στους Κρητιδικούς ασβεστόλιθους της
γεωτεκτονικής ενότητας της Τρίπολης και, εν μέρει, μέσα στους
ανωκρητιδικούς, λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθους της ενότητας της Πίνδου. Η
ανάπτυξή του έχει γίνει κατά μήκος ρήγματος, με ΒΔ διεύθυνση και η
γενική μορφολογία του είναι ανάλογη, έχει δηλαδή αναλογικά πολύ μικρό
πλάτος και μεγάλο ύψος οροφής.