Αντιγραφή συμπερασμάτων από άρθρο του Κλεάνθη Γρίβα.
Με αφορμή την σημερινή τους συγκέντρωση το παραδίδω στους μαθητές και τις μαθήτριες του Λυκείου Κυθήρων.
Με την ευχή να το διαβάσουν και να το αντιπαραβάλλουν στην ανιστόρητη ανακοίνωση της τοπικής εκκλησίας για να καταλάβουν που οδηγεί ο εθνικισμός και μεγαλοϊδεατισμός.
Μάνος Τριφύλλης υποστηρικτής της συμφωνίας των Πρεσπών
Με την ευχή να το διαβάσουν και να το αντιπαραβάλλουν στην ανιστόρητη ανακοίνωση της τοπικής εκκλησίας για να καταλάβουν που οδηγεί ο εθνικισμός και μεγαλοϊδεατισμός.
Μάνος Τριφύλλης υποστηρικτής της συμφωνίας των Πρεσπών
«Άσμα ηρωϊκό» που δεν πρέπει να γίνει Πένθιμο
* Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), η Ελλάδα διπλασίασε το έδαφός της(από 64.790 σε 108.610 τετρ. χλμ)και τον πληθυσμό της (από 2.660.000 σε 4.363.000), προσαρτώντας μεγάλα τμήματα της Ηπείρου και της Μακεδονίας (μεταξύ αυτών η Θεσσαλονίκη, η Φλώρινα και η Καβάλα), και ακολούθησε η επίσημη οριστική ενσωμάτωση της Κρήτης στην Ελλάδα (14 Δεκεμβρίου 1913). Μ’ άλλα λόγια, η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) έδωσε στην Ελλάδα περίπου τη σημερινή της μορφή. Και, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, θα πρέπει να διαφυλάσσεται ως «κόρη οφθαλμού» από ελληνικής πλευράς.
* Με τη Συνθήκη της Λωζάνης (1923) διαμορφώθηκαν τα (σημερινά) σύνορα της Τουρκίας, με συνέπεια να αποτελεί ένα σοβαρό εμπόδιο στην επεκτατική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, κεντρικός στόχος της οποίας ήταν και παραμένει η επανάκτηση των απολεσθέντων επιρροών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας προς κάθε δυνατή κατεύθυνση. Και, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, θα πρέπει να διαφυλάσσεται ως «κόρη οφθαλμού» από ελληνικής πλευράς.
Γι’ αυτό το λόγο, η Τουρκία θέτει αυτή τη συνθήκη υπό αμφισβήτηση (διαρκώς και με κάθε ευκαιρία) μέσα από το λόγο και την πράξη, αφενός των διαμορφωτών και των διαχειριστών της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και αφετέρου των κάθε συνομοταξίας Τούρκων ακροδεξιών και εθνικιστών, οι οποίοι δεν αποδέχονται το γεγονός ότι τα προαναφερθέντα αιγαιοπελαγίτικα νησιά ανήκουν στην Ελλάδα και ότι, μέσω αυτών, η Ελλάδα ελέγχει νομίμως το 70% του Αιγαίου Πελάγους, μιας θάλασσας με κομβική σημασία και με διαρκώς αυξανόμενο στρατηγικό βάρος, ιδιαίτερα στη ρευστή μετα-ψυχροπολεμική εποχή.
Στην επιδίωξή της αυτή, η επεκτατική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, ενισχύεται εξ’ αντικειμένου από τους εγχώριους «Μεγαλέξανδρους» που (περιβεβλημένοι με περικεφαλαίες, μανδύες, σημαίες και σταυρούς -αγκυλωτούς και άλλους), κραυγάζουν εν χωρώ «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική», αδυνατώντας να κατανοήσουν ότι μ’ αυτό τον τρόπο:
α) αμφισβητούν (προς το παρόν, οχλοκρατικώδικαίω) τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), με την οποία η Ελλάδα διπλασίασε το έδαφος και τον πληθυσμό της και για την οποία από γεωγραφική άποψη η Μακεδονία δεν «είναι μία και ελληνική» αλλά τρεις (ελληνική, σερβική, βουλγαρική).Και έτσι,
β) νομιμοποιούν τις παράνομες-από την άποψη του διεθνούς δικαίου- προσπάθειες της Τουρκίας για την ανατροπή της Συνθήκης της Λωζάνης (1923).
Συνεπώς, όσοι έχουν προσβληθεί από τον θανατηφόρο ιό του εθνικισμού και του κομματισμού, αγνοώντας το γεγονός ότι, κατά κανόνα, οι διεθνείς συνθήκες ανατρέπονται με πόλεμο, βάζουν τα ευτελή συμφέροντα της ιδιοτέλειας, του φανατισμού και της άγνοιας (τους) πάνω από τα συμφέροντα της χώρας, τα οποία (όπως και τα πραγματικά συμφέροντα κάθε χώρας) διακυβεύονται, μόνον ή κυρίως, σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.
Κι έτσι, «πρωταγωνιστούν» σε μια ιλαροτραγωδία που θα μπορούσε εύκολα μπορεί να μεταβληθεί σε τραγωδία, στο πλαίσιο της ρευστότητας του κόσμου που διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση του ανατολικού ολοκληρωτισμού, κατάρρευση που προκάλεσε την ανατροπή της ψυχροπολεμικής ισορροπίας δυνάμεων που ίσχυε μέχρι τότε, η οποία δεν έχει υποκατασταθεί ακόμη από μια νέα ισορροπία.
Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος διανύει μια «μεταβατική περίοδο» που (όπως όλες οι μεταβατικές περίοδοι στην ιστορία) είναι άκρως επικίνδυνη και επισφαλής, δεδομένου ότι τα πάντα είναι δυνατό να συμβούν από οποιαδήποτε αιτία.
Σ’ αυτή τη ζοφερή περίοδο («σου εύχομαι να ζήσεις σε καιρούς ενδιαφέροντες», λέει μια παλιά κινέζικη κατάρα), όσοι αδυνατούν να κατανοήσουν τη δυνητική επικινδυνότητα των ενεργειών τους (πράγμα που απαιτεί γνώση και σκέψη, δηλαδή δύο στοιχεία εν ανεπαρκεία στις μέρες μας).
Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) και η Συνθήκη της Λωζάνης (1923) που είναι αλληλένδετες μεταξύ τους, πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού από την Ελλάδα, έχοντας πάντα κατά νου ότι κάθε αμφισβήτηση της μιας (από μας) ενεργεί υποστηρικτικά στην αμφισβήτηση της άλλης (από την Τουρκία).
* Με τη Συνθήκη της Λωζάνης (1923) διαμορφώθηκαν τα (σημερινά) σύνορα της Τουρκίας, με συνέπεια να αποτελεί ένα σοβαρό εμπόδιο στην επεκτατική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, κεντρικός στόχος της οποίας ήταν και παραμένει η επανάκτηση των απολεσθέντων επιρροών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας προς κάθε δυνατή κατεύθυνση. Και, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, θα πρέπει να διαφυλάσσεται ως «κόρη οφθαλμού» από ελληνικής πλευράς.
Γι’ αυτό το λόγο, η Τουρκία θέτει αυτή τη συνθήκη υπό αμφισβήτηση (διαρκώς και με κάθε ευκαιρία) μέσα από το λόγο και την πράξη, αφενός των διαμορφωτών και των διαχειριστών της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και αφετέρου των κάθε συνομοταξίας Τούρκων ακροδεξιών και εθνικιστών, οι οποίοι δεν αποδέχονται το γεγονός ότι τα προαναφερθέντα αιγαιοπελαγίτικα νησιά ανήκουν στην Ελλάδα και ότι, μέσω αυτών, η Ελλάδα ελέγχει νομίμως το 70% του Αιγαίου Πελάγους, μιας θάλασσας με κομβική σημασία και με διαρκώς αυξανόμενο στρατηγικό βάρος, ιδιαίτερα στη ρευστή μετα-ψυχροπολεμική εποχή.
Στην επιδίωξή της αυτή, η επεκτατική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, ενισχύεται εξ’ αντικειμένου από τους εγχώριους «Μεγαλέξανδρους» που (περιβεβλημένοι με περικεφαλαίες, μανδύες, σημαίες και σταυρούς -αγκυλωτούς και άλλους), κραυγάζουν εν χωρώ «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική», αδυνατώντας να κατανοήσουν ότι μ’ αυτό τον τρόπο:
α) αμφισβητούν (προς το παρόν, οχλοκρατικώδικαίω) τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), με την οποία η Ελλάδα διπλασίασε το έδαφος και τον πληθυσμό της και για την οποία από γεωγραφική άποψη η Μακεδονία δεν «είναι μία και ελληνική» αλλά τρεις (ελληνική, σερβική, βουλγαρική).Και έτσι,
β) νομιμοποιούν τις παράνομες-από την άποψη του διεθνούς δικαίου- προσπάθειες της Τουρκίας για την ανατροπή της Συνθήκης της Λωζάνης (1923).
Συνεπώς, όσοι έχουν προσβληθεί από τον θανατηφόρο ιό του εθνικισμού και του κομματισμού, αγνοώντας το γεγονός ότι, κατά κανόνα, οι διεθνείς συνθήκες ανατρέπονται με πόλεμο, βάζουν τα ευτελή συμφέροντα της ιδιοτέλειας, του φανατισμού και της άγνοιας (τους) πάνω από τα συμφέροντα της χώρας, τα οποία (όπως και τα πραγματικά συμφέροντα κάθε χώρας) διακυβεύονται, μόνον ή κυρίως, σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.
Κι έτσι, «πρωταγωνιστούν» σε μια ιλαροτραγωδία που θα μπορούσε εύκολα μπορεί να μεταβληθεί σε τραγωδία, στο πλαίσιο της ρευστότητας του κόσμου που διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση του ανατολικού ολοκληρωτισμού, κατάρρευση που προκάλεσε την ανατροπή της ψυχροπολεμικής ισορροπίας δυνάμεων που ίσχυε μέχρι τότε, η οποία δεν έχει υποκατασταθεί ακόμη από μια νέα ισορροπία.
Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος διανύει μια «μεταβατική περίοδο» που (όπως όλες οι μεταβατικές περίοδοι στην ιστορία) είναι άκρως επικίνδυνη και επισφαλής, δεδομένου ότι τα πάντα είναι δυνατό να συμβούν από οποιαδήποτε αιτία.
Σ’ αυτή τη ζοφερή περίοδο («σου εύχομαι να ζήσεις σε καιρούς ενδιαφέροντες», λέει μια παλιά κινέζικη κατάρα), όσοι αδυνατούν να κατανοήσουν τη δυνητική επικινδυνότητα των ενεργειών τους (πράγμα που απαιτεί γνώση και σκέψη, δηλαδή δύο στοιχεία εν ανεπαρκεία στις μέρες μας).
Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) και η Συνθήκη της Λωζάνης (1923) που είναι αλληλένδετες μεταξύ τους, πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού από την Ελλάδα, έχοντας πάντα κατά νου ότι κάθε αμφισβήτηση της μιας (από μας) ενεργεί υποστηρικτικά στην αμφισβήτηση της άλλης (από την Τουρκία).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου