Το Μεγάλο Σάββατο του 2019, ο Giulio Fanti,1 καθηγητής μηχανικών και θερμικών μετρήσεων του πανεπιστημίου της Πάντοβα, συμμετείχε στην τελετή του αγίου Φωτός με σκοπό να μετρήσει και να καταγράψει τις θερμικές ιδιότητες της ιερής φλόγας. Η θέση που στεκόταν ήταν μέσα στο ελληνικό καθολικό, σε απόσταση 10 μέτρων ανατολικά του παναγίου Τάφου. Συνεργάτης στο εγχείρημά του ήταν ένας συνάδελφός του από το ίδιο πανεπιστήμιο, ο καθηγητής εφαρμοσμένης μηχανικής RobertoBasso, ο οποίος βιντεοσκόπησε τα δέκα πειράματα που πραγματοποίησαν. Τα αποτελέσματα των μετρήσεών τους δημοσιεύθηκαν στις 10 Ιουλίου του 2019 στο διεπιστημονικό περιοδικό Global Journal of Archaeology and Anthropology. Σε αυτή τη δημοσίευση, ο καθηγητής Fantiαρχικά υποστηρίζει ότι εντόπισε κάποιες αλληλουχίες διαδοχικών αστραπών που έπεφταν πάνω στο κουβούκλιο του Τάφου, οι οποίες όμως δεν προέρχονταν από τα φλας των καμερών. Ο Ιταλός καθηγητής σημειώνει:
«Έξω από το κουβούκλιο παρατηρήθηκαν σε τακτά χρονικά διαστήματα διάφορεςαλληλουχίες από δεκάδες αστραπές σε συχνότητα από 3 έως 10 Hz λίγο πριν την έξοδο του πατριάρχη. Αυτές οι αστραπές δεν είναι εύκολο να εξηγηθούν διότι διέπονται από χαμηλότερες συχνότητες από αυτές που είναι τυπικές στα φλας των φωτογραφικών μηχανών, αλλά και επειδή έχουν υψηλότερο αριθμό ακολουθίας. Αυτές [οι αστραπές] μπορούν να συνδεθούν με μία πιθανή αυτοανάφλεξη μιας λαμπάδας, επειδή μία αστραπή μπορεί να προκαλέσει ανάφλεξη στο φιτίλι μιας λαμπάδας».2
Ο καθηγητής Fanti στο εργαστήριό του.
Ο καθηγητήςFanti άναψε τη δεσμίδα των 33 κεριών του από το άγιο Φως δύο λεπτά μετά την έξοδο του πατριάρχη Θεόφιλου από τον πανάγιο Τάφο και αμέσως την τοποθέτησε κάτω από το πρόσωπό του. Το πρώτο πράγμα που θέλησε να εξακριβώσειείναι αν η ιερή φλόγα καίει το δέρμα. Στη συνέχεια του άρθρου του επισημαίνει τα ακόλουθα:
«Το άγιο Φως είναι ψυχρότερο από μία κανονική φλόγα, διότι δεν έκαιγε τα γένια του γράφοντος ούτε προκαλούσε κάποιον πόνο στο πρόσωπό του. Η διάρκεια του πειράματος ήταν δύο λεπτά».
Ο καθηγητής Fanti κρατάει επί δύο λεπτά κάτω από το πρόσωπό του μια δεσμίδα 33 κεριών με το άγιο Φως. Αισθανόταν μία μέτρια θερμότητα, όπως αναφέρει, αλλά δεν καιγόταν ούτε ένιωθε κάποιον πόνο
Ο καθηγητής Fanti, σε επικοινωνία που είχαμε μέσω email, μας ανάφερε τα εξής: «θα πρέπει να σας πω ότι τοποθέτησα περισσότερες φορές τα 33 κεριά κάτω από τα γένια μου. Ενώ τις πρώτες φορές δεν ένιωθα κανένα πόνο, ή οτιδήποτε άλλο, μετά από 10 λεπτά έβαλα και πάλι τη δεσμίδα των κεριών κάτω από τα γένια μου και αυτά άρχισαν αμέσως να καψαλίζονται. Αυτό βρίσκεται σε συμφωνία με την αλλαγή της ποιότητας της φλόγας».
Σε ένα επόμενο πείραμα, δέκα λεπτά μετά το άναμμα της δεσμίδας των κεριών του, ο Ιταλός καθηγητής τοποθέτησε ένα κομμάτι λινού υφάσματος σε απόσταση τριών εκατοστών πάνω από δύο ίδια αναμμένα κεριά: το πρώτο κερί είχε ανάψει από το άγιο Φως, ενώ το δεύτερο από έναν αναπτήρα. Το λινό ύφασμα παρέμεινε πάνω από τις δύο φλόγες επί 30 δευτερόλεπτα. Η κανονική φλόγα έκαψε το ύφασμα, ενώ το άγιο Φως δεν προκάλεσε κάποια σημαντική φθορά.
Τα δύο κεριά που χρησιμοποιήθηκαν για τα πειράματα. Η αριστερή φλόγα είναι κανονική, ενώ η δεξιά είναι το άγιο Φως.
Ο Ιταλός καθηγητής κρατάει ένα λινό ύφασμα σε απόσταση τριών εκατοστών πάνω από τις δύο φλόγες
Πείραμα 1ο. Βλέπουμε το λινό ύφασμα που τοποθετήθηκε πάνω από τις δύο φλόγες επί 30 δευτερόλεπτα. Η κανονική φλόγα (αριστερά) έκαψε το ύφασμα, ενώ η φλόγα του αγίου Φωτός (δεξιά) το καψάλισε ελαφρώς
Πείραμα 2ο. Βλέπουμε ένα δεύτερο κομμάτι λινού υφάσματος που τοποθετήθηκε πάνω από τις δύο φλόγες επί 4 δευτερόλεπτα. Η κανονική φλόγα (αριστερά) καψάλισε το ύφασμα, ενώ η φλόγατου αγίου Φωτός (δεξιά) το άφησε τελείως ανέπαφο. Η φωτογραφία προέρχεται από έκθεση σε φίλτρο UV
Πείραμα 3ο.Φωτομικρογραφία (από μικροσκόπιο) του λινού υφάσματος που τοποθετήθηκε πάνω από τις δύο φλόγες. Αριστερά βλέπουμε το μέρος του υφάσματος που καψαλίστηκε από την κοινή φλόγα και δεξιά το μέρος που παρέμεινε άφθαρτο από τη φλόγα του αγίου Φωτός
Ο καθηγητής Fanti επισημαίνει ότι στα πειράματά του με τα λινά υφάσματα, όπως και στην περίπτωση που τοποθέτησε τη φλόγα κάτω από το πρόσωπό του, το άγιο Φως «παράγει αποτελέσματα που δεν μπορούν να εξηγηθούν με φυσιoλογικό τρόπο».3 Στα τελικά συμπεράσματά του σημειώνει:
«Από το πείραμα που περιγράψαμε σε αυτή τη δημοσίευση, προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια των πρώτων λεπτώντο άγιο Φως δεν προκαλεί καύση σε λινά υφάσματα, όπως αυτή που προκαλεί μία κοινή φλόγα, αλλά μόνο καψάλισμα. Οι επιδράσεις του αγίου Φωτός και μιας κανονικής φλόγας πάνω σε λινά υφάσματα είναι διαφορετικές τα πρώτα λεπτά, αλλά τείνουν να γίνουν αρκετά όμοιες μετά από 20 λεπτά… Τα αποτελέσματα του πειράματός μας είναι ενδιαφέροντα και βρίσκονται σε συμφωνία με τις μετρήσεις του Γεννάδιου Ζάριτσε, ο οποίος ανακάλυψε μία μεταβολή στη θερμοκρασία του αγίου Φωτός 15 λεπτά μετά από την αρχική ανάφλεξή του… Η σταδιακή μεταμόρφωση του αγίου Φωτός από μία ιδιαίτερη φλόγα σε μία κανονική φλόγα, σε χρόνο όχι περισσότερο από 20 λεπτά, είναι κατά συνέπεια επιβεβαιωμένη».4
Ο Γεννάδιος Ζάριτσε, στον οποίο αναφέρεται ο καθηγητής Fanti, είναι ένας Ρώσος ιερέας και βιολόγος, πρόεδρος της «Ένωσης Ορθοδόξων Επιστημόνων» της Ρωσίας, ο οποίος το Μεγάλο Σάββατο του 2016 συμμετείχε στην τελετή του αγίου Φωτός με σκοπό να μετρήσει τη θερμοκρασία της ιερής φλόγας. Η συσκευή που χρησιμοποίησε ήταν ένα πυρόμετρο υπέρυθρου (VT 303), το οποίο επιτρέπει τη μέτρηση θερμοκρασίας από απόσταση, χρησιμοποιώντας την υπέρυθρη (infrared) ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που εκπέμπεται από ένα αντικείμενο. Τα αποτελέσματα των μετρήσεών του δημοσιεύθηκαν σε άρθρο του στο «Διεθνές Επιστημονικό Ενημερωτικό δελτίο».5Σε αυτή τη δημοσίευση, ο Ρώσος ιερέας και επιστήμονας σημειώνει:
«…Υπάρχουν πολλά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η ιερή φλόγα δεν καίει φυσιολογικά για περίπου 10 λεπτά, ενώ μετά αρχίζει να καίει κανονικά. Όμως, η θερμοκρασία του αγίου Φωτός δεν είχε μετρηθεί ποτέ μέχρι σήμερα. Γι’ αυτόν τον λόγο, είχα μαζί μου μία ειδική συσκευή, ένα πυρόμετρο, το οποίο, μέσω ενός ανέπαφου υπέρυθρου θερμόμετρου, μπορούσε να μετρήσει τη θερμοκρασία της επιφάνειας ενός αντικειμένου. Το αντικείμενο ήταν ένα ασημένιο πλακίδιο πλάτους πέντε χιλιοστών και πάχους ενός χιλιοστού. Το ένα άκρο ήταν τυλιγμένο μ’ ένα μονωτικό, ώστε να μπορεί κάποιος να το κρατήσει στη φωτιά χωρίς να καεί. Δεδομένου ότι το ασήμι είναι ένα από τα πιο θερμικά αγώγιμα μέταλλα, ένα πλακίδιο που τοποθετείται στη φωτιά αποκτά αμέσως τη θερμοκρασία της φλόγας. Με τη βοήθεια του πυρομέτρου μετρήσαμε τη θερμοκρασία του αγίου Φωτός αμέσως μετά την κάθοδό του. Άγγιξα το πρόσωπό μου με αυτή τη φλόγα, αλλά δεν καιγόμουν. Μέτρησα τη θερμοκρασία της φλόγας [της λαμπάδας] μου καθώς και τη φλόγα [των λαμπάδων] των διπλανών μου. Η μέση θερμοκρασία ήταν 42 βαθμοί Κελσίου. Όταν μετά από 15 λεπτά μέτρησα ξανά τη θερμοκρασία της φλόγας, ήταν 320 βαθμοί Κελσίου. Η διαφορά ανάμεσα στους 42 και στους 320 είναι τεράστια… Όταν κάποιοι λένε ότι το άγιο Φως ανάβει με αναπτήρα ή με κάποιο άλλο μέσο, απλά δεν γνωρίζουν τι είναι αυτό για το οποίο μιλάνε. Πρέπει κάποιος να γνωρίζει φυσική για να κατανοήσει ότι εδώ έχουμε μία παραβίαση της αρχής της διατήρησης της ενέργειας».6
Στο πείραμα της μέτρησης της θερμοκρασίας του αγίου Φωτός συμμετείχε και ο Dr. VictorKhroul, επίκουρος καθηγητής Δημοσιογραφίας του Κρατικού ΠανεπιστημίουΛομονόσοφ της Μόσχας. Σε άρθρο του στο περιοδικό CatholicHerald, ο καθηγητής Khroul σημειώνει:
«Ο ορθόδοξος ιερέας Γεννάδιος Ζάριτσε, από την πόλη του Βόρονετς, βρισκόταν εκεί [στον πανάγιο Τάφο] με σκοπό να διεξαγάγει ένα πείραμα: να μετρήσει τη θερμοκρασία του αγίου Φωτός με μια συσκευή μεγάλης ακρίβειας, η οποία χρησιμοποιεί λέιζερ. Βρισκόμουν δίπλα του κατά τη διάρκεια του πειράματος και είχα τη δυνατότητα να το δω ο ίδιος, από κοντά. Ως ρωμαιοκαθολικός, οφείλω να παραδεχτώ ότι ήμουν δύσπιστος. Αλλά, τα αποτελέσματα ήταν μία έκπληξη. Η θερμοκρασία της φλόγας, αμέσως μόλις τη λάβαμε από τον πατριάρχη της Ιερουσαλήμ, γύρω στις 14:34, ήταν 42 βαθμοί Κελσίου, ενώ 15 λεπτά αργότερα, ήταν 320 βαθμοί Κελσίου».7
Ο γράφων έχει συμμετάσχει στην τελετή του αγίου Φωτός 20 φορές και έχει ψηλαφήσει την ιερή φλόγα ισάριθμες φορές. Αυτό που μπορούμε να επιβεβαιώσουμε είναι ότι η ιερή φλόγα στην αρχή καίει συνήθως με μία ήπια ένταση. Κάποιες χρονιές που λάβαμε το άγιο Φως πολύ γρήγορα, επειδή βρισκόμασταν δίπλα από την είσοδο του παναγίου Τάφου, η φλόγα έκαιγε σχεδόν ανεπαίσθητα.
Η ιδιότητα της ακαΐας του αγίου Φωτός έχει επιβεβαιωθεί από πολλούς αυτόπτες μάρτυρες στο πέρασμα των αιώνων. Ο πρώτος που την επιβεβαίωσε ήταν ο μουσουλμάνος νομοδιδάσκαλος Ιμπναλ-Κας το έτος 940 μ.Χ.
Η αραβική διήγηση του Ιμπναλ-Κας περί του αγίου Φωτός στο χειρόγραφο AhmadTaymur 103, φ. 48 (1389 μ.Χ.), Κάιρο, Εθνική Βιβλιοθήκη Αιγύπτου.
Ο Ιμπναλ-Κας, στο έργο του Kitabdala’ilal-qibla, αφού πρώτα αναφέρει ότι οι χριστιανοί κάτοικοι της Ιερουσαλήμ συγκεντρώνονται γύρω από τον πανάγιο Τάφο κάθε Μεγάλο Σάββατο, συνεχίζει ως εξής:
«Ο εμίρης και ο ιμάμης του τεμένους είναι και αυτοί παρόντες. Ο σουλτάνος κλειδώνει την πόρτα του Τάφου. Όλοι παραμένουν ακίνητοι, μέχρι που αντικρίζουν ένα φως παρόμοιο με λευκή φωτιά το οποίο βγαίνει από το εσωτερικό του Τάφου. Τότε, ο σουλτάνος ξεκλειδώνει την πόρτα και εισέρχεται κρατώντας μια λαμπάδα, την οποία ανάβει με αυτό το φως και εν συνεχεία εξέρχεται. Η φλόγα της αναμμένης λαμπάδας του δεν καίει.Τη δίνει στον ιμάμη που τη μεταφέρει και ανάβει τις λυχνίες του [μουσουλμανικού] τεμένους».8
Ο Άραβας συγγραφέας, εκτός από την επιβεβαίωση ότι η ιερή φλόγα δεν καίει, καταγράφει επιπλέον ότι το άγιο Φως εμφανιζόταν μέσα σε έναν άδειο και κλειδωμένο Τάφο. Πολλές φορές αυτός που έμπαινε πρώτος για να παραλάβει το Φως ήταν ο σουλτάνος ή ο εμίρης της πόλης, και όχι ο ελληνορθόδοξος πατριάρχης. Πριν από μία χιλιετία, οι μουσουλμάνοι συμμετείχαν στην τελετή με τέτοια επισημότητα και τέτοιο ζήλο, που θα νόμιζε κανείς ότι η τελετή είναι δική τους και όχι των Ορθοδόξων.
Όπως αναφέρουν ομοφώνως όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες της τελετής του αγίου Φωτός, από τα τέλη του 8ου αιώνα μέχρι τα τέλη του 15ου αιώνα, επί επτά συνεχόμενους αιώνες, κατά τη διάρκεια της τελετής δεν υπήρχε κανείς στον εσωτερικό χώρο του παναγίου Τάφου. Αυτό σημαίνει ότι η γνωστή κατηγορία που προσάπτεται σήμερα στον πατριάρχη, ότι μπορεί να ανάβει μόνος του την κανδήλα μέσα στον Τάφο, την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ούτε καν σαν υποψία. Διότι πολύ απλά ο πατριάρχης δεν έμπαινε ποτέ στον Τάφο. Γι’ αυτόν τον λόγο, η φανέρωση του αγίου Φωτός σε έναν άδειο και κλειδωμένο Τάφο γινόταν αποδεκτή ως θαύμα ακόμη και από τους μουσουλμάνους της Ιερουσαλήμ, οι οποίοι μετέφεραν την ιερή φλόγα στα τζαμιά τους και άναβαν με αυτή τις λυχνίες τους.
Στη σημερινή εποχή, αν υποθέσουμε ότι κάποιος πατριάρχης επιχειρεί να ανάψει την ιερή κανδήλα μόνος του (ή κάποιος άλλος πριν από αυτόν), αυτή η πράξη δεν μπορεί να επηρεάσει ούτε κατ’ ελάχιστον την εξέλιξη και την εκδίπλωση του θαύματος. Διότι, όταν το άγιο Φως φανερωθεί στο εσωτερικό του Τάφου, η φυσική φλόγα που καίει στην κανδήλα θα αφομοιωθεί από το θεϊκό πυρ και θα προσλάβει την χάρη και την ιερότητα του ακτίστου Φωτός που καταυγάζει τον ναό και πλημμυρίζει όλο τον πανάγιο Τάφο. Κατά συνέπεια, όταν ο πατριάρχης εξέλθει από τον Τάφο, είτε πιστεύει στο θαύμα είτε όχι, είτε άναψε μόνος την κανδήλα είτε όχι, θα μεταδώσει τελικά στους πιστούς το άγιο Φως. Βεβαίως, πολλές φορές το άγιο Φως συμβαίνει να έχει εξαπλωθεί σ’ ένα μεγάλο μέρος του ναού, από λαμπάδες που άναψαν μόνες τους, πριν καν ο πατριάρχης εξέλθει από τον Τάφο.
Από τις 85 ιστορικές μαρτυρίες (4ος-16ος αι.) που συγκεντρώσαμε στο βιβλίο μας μετά από την πολυετή έρευνά μας, οι 30 μαρτυρίες προέρχονται από αυτόπτες μάρτυρες της τελετής, στους οποίους συγκαταλέγονται: έξι Γάλλοι, τέσσερις Ιταλοί, τέσσερις Ρώσοι, τρεις Γερμανοί, δύο Έλληνες, δύο Αρμένιοι, δύο Αιθίοπες, ένας Κύπριος, ένας Ιρακινός, ένας Αιγύπτιος, ένας Ισλανδός, ένας Μολδαβός, ένας Βέλγος και ένας Αυστριακός. Οι 28 από αυτούς τους αυτόπτες μάρτυρες επιβεβαιώνουν ότι ο Τάφος παρέμενε άδειος, σφραγισμένος και κλειδωμένος, και ότι ο πατριάρχης στεκόταν έξω από αυτόν, όπου απλά προσευχόταν για τη φανέρωση του Φωτός. Προκαλεί εντύπωση ότι κανένας από τους 30 αυτόπτες μάρτυρες της τελετής, μέχρι τα τέλη του 16 αιώνα, δεν αμφισβήτησε ποτέ την αυθεντικότητα του θαύματος.
Η σύγχρονη επιστήμη επαληθεύει τις ιστορικές καταγραφές που έρχονται από το βάθος των αιώνων, και πρωτίστως την ιδιότητα της ακαΐας της ιερής φλόγας. Τα δέκα πειράματα και οι ποικίλες θερμικές μετρήσεις που πραγματοποίησεο καθηγητήςGiulioFanti το Μεγάλο Σάββατο του 2019 πιστοποιούν με επιστημονικό τρόπο τον υπερκόσμιο χαρακτήρα και την υπερφυσική προέλευση του αγίου Φωτός. Το γεγονός ότι η ιερή φλόγα δεν καίει όπως μία κοινή φλόγα, καταδεικνύει την αιτία της ύπαρξης και την πηγή της προέλευσής της, η οποία είναι μία και μοναδική: το άκτιστο Φως της Αναστάσεως, το οποίο, κάθε Μεγάλο Σάββατο, φανερώνεται στον πανάγιο Τάφο ως υπενθύμιση και ως επαλήθευση της Αναστάσεως του Θεανθρώπου.
Χάρης Σκαρλακίδης
Αρχιτέκτων / ΜΑ Θεολογίας
Από τη νέα έκδοση του βιβλίου του Χάρη Σκαρλακίδη «Άγιον Φως»,
Το θαύμα της καθόδου του Φωτός της Αναστάσεως στον Τάφο του Χριστού
Ογδονταπέντε Ιστορικές Μαρτυρίες, 4ος-16ος αι.– έκδοση 7η.
Παραπομπές:
1. Ο καθηγητής Fanti είναι συγγραφέας οκτώ βιβλίων και περισσότερων από 170 επιστημονικών άρθρων σε ιταλικά και διεθνή περιοδικά. Η ειδικότητά του (καθηγητής μηχανικών και θερμικών μετρήσεων) τον καθιστά ως τον πλέον κατάλληλο επιστήμονα για τη μέτρηση των θερμικών ιδιοτήτων του αγίου Φωτός.
2. G. Fanti, “Is the ‘Holy Fire’ Related to the Turin Shroud?”, Global Journal of Archaeology and Anthropology 10, 4, Ιούλιος 2019: “Οutside the Edicule, various series of tens of strikes of lightening emitted at regular intervals at a frequency variable from 3 to 10 Hz just before the Patriarch goes out of the Edicule with the Holy Fire were observed. These strikes of lightning are not easy to explain because they are characterized by lower frequencies than those typical of camera flashes produced by photographers and with a greater number per sequence. They can be related to a possible auto-ignition of a candle because a strike of lightening can produce a fire in the candle’s wick”.
3. G. Fanti, ό.π.: “…producing not physically explainable effects”.
4. G. Fanti, ό.π.: “From the experiment described in this paper, during the first minutes the Holy Fire does not produce burnings on linen fabrics like those produced by a common fire but only a singeing. The effects the Holy Fire and of the common fire on linen fabrics are different in the first minutes but they tend to become very similar after about 20 minutes from the Holy Fire ignition… The results of this experiment seem interesting and in agreement with those obtained by G. Zaridze who detected a variation in the temperature after 15 minutes from the Holy Fire ignition… The gradual transformation of the Holy Fire from a special fire to a common one in not more than 20 minutes is therefore confirmed”.
5. ΓεννάδιοςΖάριτσε, «ДУХОВНО-НРАВСТВЕННЫЕ ОСНОВЫ ИССЛЕДОВАНИЯ ТЕМПЕРАТУРЫ БЛАГОДАТНОГО ОГНЯ», στο: МЕЖДУНАРОДНЫЙ НАУЧНЫЙ ВЕСТНИК (ВЕСТНИК ОБЪЕДИНЕНИЯ ПРАВОСЛАВНЫХ УЧЕНЫХ, τ. 2, 2016, 36-38. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων περιγράφηκαν επίσης σε συνέντευξη του π. Γενναδίου στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων RIANovosti, με τίτλο, «Πατήρ Γεννάδιος: είναι ευκολότερο να πιστέψεις σ’ ένα θαύμα όταν αυτό επιβεβαιώνεται από την επιστήμη».
6. RiaNovosti, 9/1/2016: “Геннадий Заридзе: в чудо легче поверить, если оно подтверждается наукой”.
7. CatholicHerald, 2/5/2016.
8. Μετάφρ. απόL. Cheikho, Al–Masriq, τ. 16, Βηρυτός 1913, σ. 578. Γιατoπρωτότυποαραβικόκείμενοβλ. F. Sezgin, “Kitabdala’ilal-qiblali-ibnal-Qass”, ZeitschriftfürGeschichtederArabisch–IslamischenWissenschaften 4 (1987).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου