Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Σπάρτης Ευστάθιος: Ψίχουλα η εκκλησιαστική περιουσία

Συνέντευξη στο Νίκο Ι. Καρμοίρη
φωτογραφίες συνέντευξης: Γιάννης Γκλέκας

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι ένα πρόσωπο που έχει επιτελέσει σημαντικό έργο τόσο στον πνευματικό τομέα, όσο και στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Είναι εξαιρετικά δραστήριος, πολυγραφότατος και πάντοτε πρόθυμος να προσφέρει λόγο πατρικό.

Ο λόγος για τον Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.κ. Ευστάθιο, ο οποίος άνοιξε διάπλατα την πόρτα του γραφείου του, παραχωρώντας μία συνέντευξη στα «Πρόσωπα δίπλα μας» με αφορμή τα προσεχή εγκαίνια ενός νέου πολιτιστικού-πνευματικού χώρου της Μητρόπολης.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ.κ. Ευστάθιος, με τη σεμνότητα που τον διακρίνει, μιλάει για τη θρησκεία, την Εκκλησία και το έργο της, καταθέτοντας προσωπικές σκέψεις και βιώματα.
– Πως ένας νέος αποφασίζει να γίνει κληρικός και μάλιστα ιερομόναχος; Πότε πήρατε εσείς αυτή την απόφαση;


Της εκκλησίας μας οι θέσεις πάνω σε αυτό το ερώτημα είναι ξεκάθαρες. Η κλήση για την ιεροσύνη φυτεύεται από το ίδιο το χέρι του Θεού μέσα μας. Υπάρχει ένα χωρίο της Αγίας Γραφής που είναι πάρα πολύ κατατοπιστικό. Λέει: «Οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών», δηλαδή δεν παίρνει κανείς αυτή τη θέση την τιμητική γιατί το θέλει μόνο ο ίδιος, αλλά διότι ο ίδιος ο Θεός τον επιλέγει. Αυτή η θέση της Εκκλησίας επιβεβαιώνεται από τα ίδια τα πράγματα. Εγώ στη ζωή μου ποτέ δεν εσκέφτηκα τίποτε άλλο εκτός από το ράσο. Μερικές φορές σκέφτομαι πως αν υπήρχε τρόπος να γυρίσω πίσω στα 18 μου ή στα 20, τότε που με σοβαρότητα παίρνει κανείς αποφάσεις για το μέλλον του, πάλι το ίδιο θα επέλεγα. Κι όχι διότι έγινα Επίσκοπος, αλλά για να φορέσω το τιμημένο ράσο.
Από τότε σχεδόν που ένοιωσα τον εαυτό μου, βρέθηκα μέσα στο Ιερόν Βήμα.

Ήμουν δέκα χρονών παιδί όταν θυμιάτιζε μια μέρα ο ιερεύς στη Δοξολογία και κόπηκε ένας κωδωνίσκος από το θυμιατό. Μου είπε τότε ένας γεροντότερος που ήταν εκεί: «Πάρ’ το να το πας μέσα στο Ιερό». Τότε ήταν η πρώτη φορά που μπήκα μέσα στο Ιερό και μου φάνηκε πως βρέθηκα στον ουρανό. Από τότε και μετά δεν έλειψα ποτέ. Σιγά σιγά τελείωσα το Γυμνάσιο (σ.σ. τότε ήταν εξατάξιο) κι έδωσα στη Θεολογία και μόνον στην Θεολογία. Τότε έδιναν εξετάσεις και δήλωναν τρεις σχολές: Θεολογία, Νομική και Φιλολογία. Παρά τις παραινέσεις να δηλώσω και τις άλλες δύο σχολές απαντούσα πως δεν προορίζομαι ούτε για νομικός, ούτε για φιλόλογος. Αν δεν πετύχαινα στην Θεολογία, θα έδινα ξανά και την επόμενη χρονιά.
– Όταν πριν από 35 χρόνια ενθρονιστήκατε Μητροπολίτης Μονεμβασίας & Σπάρτης είχατε οραματιστεί το έργο που έχετε επιτελέσει έως σήμερα, ή τελικά το όραμα δημιουργείται σταδιακά λαμβάνοντας τα ανάλογα ερεθίσματα;

Καταρχήν, όταν κανείς ενθρονίζεται είθισται να εξαγγέλλει και ένα πρόγραμμα εκείνη την ημέρα κατά την ομιλία του. Το έκανα κι αυτό τότε, και η ομιλία εκείνη είναι γραμμένη και στο περιοδικό της Μητροπόλεως και σε ένα από τα βιβλία που εξέδωσα τώρα τελευταία. Όμως, παιδί μου, να ξέρεις πως το έργο το δικό μας δεν προγραμματίζεται, αλλά κάνει την εμφάνισή του. Αιφνίδια το καθήκον μας καλεί, σε ώρες και στιγμές που ούτε τις έχουμε ονειρευτεί, να βοηθήσουμε είτε υλικώς έναν άνθρωπο εμπερίστατο, είτε ηθικώς – που είναι και οι περισσότερες περιπτώσεις – με έναν λόγο παρηγορίας και ενισχύσεως. Επομένως, το μεγαλύτερο μέρος του έργου, το οποίο με τη χάρη του Θεού έχει επιτελεστεί τα 35 χρόνια, είναι αυτό που με συνάντησε στη ζωή μου ως Επισκόπου και όχι το έργο το οποίο είχα ονειρευτεί. Είχα κάποιες σκέψεις αλλά τα περισσότερα ήρθαν μπροστά μου˙ συναντήθηκα με τον κόσμο. Και ο κόσμος δεν είναι ποτέ και πάντοτε ο ίδιος. Άλλοι ήταν οι Μεσσήνιοι πατριώτες μου, άλλοι οι Αρκάδες στους οποίους υπηρέτησα ως Ιεροκύξ και άλλοι οι Σπαρτιάτες και οι Λάκωνες.
– Έχετε αναπτύξει σημαντικότατη δράση στο κοινωνικό γίγνεσθαι ιδρύοντας πληθώρα ιδρυμάτων. Ποιο από τα ιδρύματα αυτά αποτελεί το καμάρι σας;

Οι παντρεμένοι, όταν αποκτήσουν το πρώτο τους παιδί, λένε «η άνοιξις της ζωής μου». Εγώ, λοιπόν, λέω ότι το πρώτο μου παιδί είναι το Άσυλο Ανιάτων της Σπάρτης. Είναι αυτό που άνοιξε δρόμο για να γίνουν και τα υπόλοιπα ιδρύματα, αλλά και να δοκιμάσω χαρές, να αποκτήσω εμπειρία, να ιδώ δυσκολίες και λάθη. Και στα καινούργια ιδρύματα που επακολούθησαν μπόρεσα να διορθώσω αυτά τα οποία δεν ήταν δυνατόν να διορθωθούν ή να προβλεφθούν στο Άσυλο Ανιάτων. Ναι! Οι πρώτες μου χαρές ήταν γύρω από το Άσυλο Ανιάτων και από τη λειτουργία του.

Μπορώ να σου πω, Νίκο μου, ότι ενώθηκαν σε αυτό το ίδρυμα οι ομογενείς αδελφοί μας, που ζούνε σε όλα της γης τα μήκη και τα πλάτη, με τους εντοπίους. Ενώθηκε ο πλούσιος με τον φτωχό˙ ο μεν έδωσε από το περίσσευμά του κι ο δε από το υστέρημά του. Ενώθηκαν οι πολύ μορφωμένοι άνθρωποι, οι επιστήμονες, οι αξιωματούχοι με τους απλούς ιδιώτες και απλοϊκούς ανθρώπους του λαού, προσφέροντας ο καθένας ό,τι μπορούσε.
Ενώθηκε σε αυτό το ίδρυμα η μεγάλη ηλικία με τα παιδιά. Ξέρεις πόσο συγκινητικό ήταν όταν παιδιά του Δημοτικού ή του Γυμνασίου έφερναν στο γραφείο του Μητροπολίτου και άδειαζαν τους κουμπαράδες τους, δίνοντας το χαρτζιλίκι όλου το χρόνου ή τα χρήματα που είχαν συγκεντρώσει από τα κάλαντα των Χριστουγέννων ή της Πρωτοχρονιάς για το Άσυλο;
Καταλαβαίνεις, λοιπόν, ότι για εμένα είναι πολυσήμαντο αυτό το έργο.

Όχι μόνον διότι ανακουφίζει τους εμπεριστάτους αδερφούς μας και τις οικογένειές τους, αλλά και γιατί δίδει αφορμή και στους υγιείς, βλέποντας τον άρρωστον, να εκτιμούν τουλάχιστον την υγεία τους. Και λέω πολλές φορές, πως, και για έναν μόνο από τους ανθρώπους που περιθάλπονται στο Άσυλο θα έπρεπε να γίνει ολόκληρο ίδρυμα, πολύ περισσότερο όμως τώρα που οι τρόφιμοι είναι 95.
– Λόγω της κρίσης, πόσο έχει επηρεαστεί το έργο της τοπικής Εκκλησίας και η λειτουργία των ιδρυμάτων από τη σημερινή ζοφερή πραγματικότητα;

Τα ιδρύματα της Μητροπόλεως είναι 13. Το ένα έχει αναστείλει τη λειτουργία του και σήμερα λειτουργούν τα 12. Και τα 12 όμως, λειτουργούν όπως και πριν. Άριστα, δίχως να έχουν μειώσει την ποιότητα της προσφοράς τους ούτε στο ελάχιστο. Όμως πως αυτά λειτουργούν, αυτό πρέπει να το πω. Μία οικογένεια με 4-5 μέλη χάνεται κυριολεκτικά στις σκέψεις για το πώς θα αντιμετωπίσει ανάγκες όπως η σίτιση, η ένδυση κ.ά. εν καιρώ οικονομικής κρίσης.
Τι να πούμε, παιδί μου, οι συνεργάτες μου κι εγώ που πρέπει να βοηθηθούν, όχι έναν, αλλά χίλιους ανθρώπους καθημερινά; Και δεν υπολογίζω μαζί με αυτούς κι όσους έρχονται στο «Βοήθεια στο σπίτι»˙ και κάθε τόσο ανακαλύπτουμε στα χωριά ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ανάγκη άμεσης συμπαράστασης είτε υλικής, είτε ηθικής.

Στην προσπάθειά μας αυτή, να μη μειώσουμε την ποιότητα της προσφοράς, έχουμε πρώτα-πρώτα την πρόνοια του Θεού που στέκεται κοντά μας. Όταν πιστεύεις στην πρόνοια του Θεού μπορεί να δυσκολευτείς αλλά δεν θα χαθείς. Το βλέπω αυτό, το βιώνω και θέλω να το φωνάξω να το ακούσουν όλοι οι άνθρωποι, ούτως ώστε σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η χώρα μας να μην απογοητευτούν και να μην απελπιστούν, αλλά να ζούνε πάντοτε με την ελπίδα και να αντιμετωπίσουν με αισιοδοξία το κάθε τι που έρχεται.

Έρχονται συχνά άνθρωποι στο γραφείο μου και μου λένε: «πάρτε αυτόν τον φάκελο να τον διαχειριστείτε κατά την κρίση σας ανάλογα με τις ανάγκες που έχουν οι τρόφιμοι της Μητροπόλεώς μας» και βλέπω μέσα στους φακέλους διάφορα ποσά. Έχουμε κάθε τόσο τέτοιες δωρεές μικρές ή μεγαλύτερες που μας κάνουν να τρίβουμε τα μάτια μας και να επιβεβαιώνουμε αυτό που είπα προηγουμένως˙ ο Θεός δίνει το μήνυμα στους ανθρώπους και οι άνθρωποι αυτοί ανταποκρίνονται.
– Είναι δεδομένο πως η τοπική κοινωνία έχει συνεισφέρει στο έργο της Μητρόπολης. Υπάρχουν περιπτώσεις που σας έχουν συγκινήσει;

Είναι πολλές αυτές οι περιπτώσεις και θα χρειάζονταν πολλές ώρες να τις αναπτύξω. Όταν, όμως, μια γερόντισσα έρχεται και σου δίνει τη βέρα της λέγοντάς σου πως την έχει στο χέρι της 60 χρόνια που είναι παντρεμένη και την προσφέρει για το ξεκίνημα του Ασύλου Ανιάτων δε θα σε συγκλόνιζε ακούγοντάς το; Όταν ένα ζεύγος στο προσκλητήριο του γάμου του έγραφε σε υποσημείωση:
«Δώρα να μη μας στείλετε. Ό,τι έχετε να μας προσφέρετε ως δώρο να το διαθέσετε για το Άσυλο Ανιάτων της Σπάρτης», δε θα συγκλονιζόσουν ξανά; Η αείμνηστη Ειρήνη Πορφύρη, επίσης, η οποία είχε έναν γιο μονάκριβο που ήταν κρανιοχειρουργός στην Αμερική και πέθανε ύστερα από μία εξάωρη επέμβαση, στην κηδεία του που έγινε στην Αθήνα μου είπε πως ό,τι είχε το παιδί της θα το κατέθετε στο Άσυλο Ανιάτων. Κι έτσι φτιάξαμε μία ολόκληρη πτέρυγα στο ίδρυμα. Είναι πολλές τέτοιες συγκλονιστικές ιστορίες και ανέφερα κάποιες ενδεικτικά. Και επειδή μπορεί κάποιος διαβάζοντας να αναρωτηθεί γιατί δεν σημείωσα κι άλλες, σας λέγω, λοιπόν, ότι είναι αναρίθμητα τα παραδείγματα και σε τούτη την ερώτηση δεν μπορώ να ανταποκριθώ μέσα σε λίγα λεπτά.
– «Οι κατασκηνώσεις θα λειτουργούν ακόμη κι αν χρειαστεί να πουλήσω και το ράσο μου». Δικά σας τα λόγια αυτά. Έχετε δείξει ιδιαίτερη φροντίδα σε νεανικά θέματα…

Θεωρώ -και το λέω σε όλους εκείνους που έχουν θέσεις μέσα στην κοινωνία- πως η καλύτερη επένδυση των χρημάτων είναι όταν διατίθονται για τη νεολαία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα νιάτα μας είναι η ελπίδα μας και η απαντοχή μας. Όποιος σήμερα έχει τα νιάτα μαζί του, θα έχει και το αύριο μαζί του, και το αντίστροφο. Τα παιδιά θέλουνε στήριγμα, θέλουνε όνειρο κι ελπίδα. Αν δεν τα βοηθήσουμε σε αυτή την ηλικία την κρίσιμη σήμερα, αύριο θα χτυπάμε το κεφάλι μας. Θα ιδούμε να φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια μας.
Τα παιδιά εβρίσκονται και σε τέτοια ηλικία που έχουν το πνεύμα της μαθητείας. Στους μεγάλους ό,τι και να λένε είναι σχηματισμένοι, δεν είναι εύκολο να αλλάξουν. Το λέει κι ο λαός κι εγώ θα το πω λιγάκι παραφρασμένα «γέρος άνθρωπος καινούργια πατησιά δεν κάνει». Για τους μεγάλους πρέπει να έχουμε ελπίδα μόνον για την πνευματική τους αναγέννηση, γιατί πολλές φορές και σε μεγάλη ηλικία δια της μετανίας ο άνθρωπος επανέρχεται στο αρχαίο του κάλος. Για τις συνήθειές τους, όμως, έχουμε ελάχιστη ελπίδα αλλαγής. Οι νέοι είναι η ελπίδα μας και αυτός είναι ο λόγος που θέλω πάντοτε να τους έχει η Μητρόπολίς μας σε προτεραιότητα.

Πέραν όμως αυτών, ειδικώς για την κατασκήνωση έχω διαπιστώσει ότι όσο ωφελούνται τα παιδιά δέκα ημέρες στην κατασκήνωση, δεν ωφελούνται όλο το χρόνο στο κατηχητικό σχολείο. Διότι στο κατηχητικό ο κατηχητής τα έχει μία περίπου ώρα κι εκεί κάθονται ήσυχα και δείχνουν όλον τον καλό τους εαυτό. Στην κατασκήνωση, όμως, ο ομαδάρχης έχει το παιδί επί 24ώρου βάσεως και το παρακολουθεί στο φαγητό του, στο παιχνίδι του, στην προσευχή του, στον ύπνο του και σε όλες τις εκφάνσεις και τις λεπτομέρειες της καθημερινότητός του. Έτσι είναι πιο εύκολο να επισημάνει τις αδυναμίες και τα λάθη του και να το βοηθήσει ή να υπογραμμίσει τις αρετές του και να το επαινέσει. Γιατί αλίμονο αν στεκόμεθα συνέχεια μόνο στις παρατηρήσεις.
Τα παιδιά στην κατασκήνωση ωφελούνται και το λένε και τα ίδια και οι γονείς τους. Παραδείγματος χάρην, πάει κανείς τον άλλον καιρό σε ένα παιδικό δωμάτιο και το βρίσκει σαν να είναι πεδίον ύστερα από πόλεμον, αλλού τα παπούτσια, αλλού τα ρούχα, αλλού τα βιβλία του… Έτσι είναι ο θάλαμος της κατασκηνώσεως; Να δείτε τι ωραία που φτιάχνουν το κρεβάτι τους. Τα πάντα εβρίσκονται στην εντέλεια. Κι όταν γυρίζουν σπίτι θέλουν να μιμηθούν τη ζωή που έκαναν στην κατασκήνωση. Και συχνά μας λένε έκπληκτοι οι γονείς πως το παιδί τους μεταμορφώθηκε, επιστρέφει και βλέπουν το δωμάτιό του νοικοκυρεμένο με τα πράγματα στη θέση τους και ούτω καθ’ εξής.
– Υπάρχει από αρκετούς η άποψη: «Στην Εκκλησία θα δώσουμε; Έχει η Εκκλησία». Τελικά, Σεβασμιώτατε, έχει η Εκκλησία;

Παιδί μου, εγέρασα και κουράστηκα να επαναλαμβάνω τα ίδια πράγματα σε αυτό το ερώτημα. Οι άνθρωποι όμως έχουν συνεχώς την ίδια αμφιβολία. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μία φοβερή προκατάληψις. Και δεν την βγάζουν οι άνθρωποι την προκατάληψη με τίποτα.

Για δέκα χρόνια ήμουνα πρόεδρος της διοικούσας επιτροπής και διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Επομένως, δεν είμαι άσχετος για να πω αν η Εκκλησία έχει ή δεν έχει. Η εκκλησία είχε μεγάλη περιουσία, αλλά κατά καιρούς, με κορυφαία χρονική στιγμή το 1952-53, έφυγε από τα χέρια της το 96% της περιουσίας αυτής. Από το εναπομείναν 4%, μόνο το 2% είναι αξιοποιήσιμο, ενώ το υπόλοιπο 2% είναι καταπατημένο ή χαρακτηρισμένο για έργα κοινής ωφελείας όπως πλατείες, πράσινο, νηπιαγωγεία κ.ά. Άρα, λοιπόν, αυτό το 2% που απέμεινε στην Εκκλησία είναι η «αμύθητη» περιουσία της, για την οποία τόσος θόρυβος γίνεται και τόση κατακραυγή των ανθρώπων υπάρχει.

Πιστεύω, όμως, ότι σκόπιμα μερικοί άνθρωποι ή ομάδες ανθρώπων ερεθίζουν το λαό εις βάρος της Εκκλησίας, για να τον απομακρύνουν από αυτή, λέγοντάς του πως είναι άστοργη η Εκκλησία διότι έχει τόση περιουσία και εσένα δεν σου δίνει τίποτα. Για εμάς η περιουσία της Εκκλησίας είναι η καρδιά κάθε πιστού. Την υλική περιουσία, αυτό το αξιοποιήσιμο 2%, την θεωρώ ψίχουλα, τα οποία όμως χρησιμοποιεί η Εκκλησία για το κοινωνικό και φιλανθρωπικό της έργο το οποίο γίνεται τόσο εδώ στην Ελλάδα, όσο και στην Ιεραποστολή. Ποιος ξέρει από τους Χριστιανούς μας πως ένα σεβαστό ποσό διατίθεται εις την Ιεραποστολή, εκεί δηλαδή όπου πηγαίνουν οι Ιεραπόστολοι και μαθαίνουν την διδασκαλία του Χριστού στους ανθρώπους που είναι ακόμη στην ειδωλολατρία και στην ημιαγρία κατάσταση;
– Παρά το σπουδαίο έργο σας υπάρχουν κι επικριτές, τόσο γενικότερα του κλήρου και της Εκκλησίας, όσο και ειδικότερα δικοί σας. Τι έχετε να πείτε σε όλους εκείνους;

Όταν κάνεις το καλό, μην περιμένεις απαραίτητα να βρεις καλό. Όταν λες καλά λόγια, μην περιμένεις να είναι έτοιμα όλα τα αυτιά που σε ακούνε να σε αποδεχθούν. Αλίμονόν μας αν όλοι μας λένε μπράβο. Δεν το λέω εγώ αυτό, το λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Αλίμονο σας αν όλοι οι άνθρωποι σας λένε ευ και καλώς», σημαίνει ότι είστε άνθρωποι των συμβιβασμών. Κάνοντας το καλό δεν περιμένουμε να ακούσουμε καλά λόγια. Αν τα ακούσουμε λέμε «δόξα σοι ο Θεός». Ό,τι καλό κάνουμε δεν είναι δικό μας, ανήκει στο Θεό. Σε εμάς ανήκουν οι αδυναμίες και οι παραλήψεις.

Όταν συμπλήρωσα την 10ετία ως Μητροπολίτης εδώ, μου είπαν οι συνεργάτες μου να κάνουμε μια εορταστική εκδήλωση. Είπα πως μία Θεία Λειτουργία, την οποία έκανα και θα συνεχίζω να κάνω κάθε χρόνο στις 31 Αυγούστου που είναι η επέτειος της χειροτονίας μου στο Γέρακα, αρκεί. Κάναμε όμως κάτι άλλο. Έστειλα μια εγκύκλιο στο λαό, η οποία δημοσιεύτηκε ευρέως, με την οποία καλούσα τους Χριστιανούς να μου πουν, όχι τι καλό έκανα – γιατί αυτό μου το είπε πολύ ενωρίτερα ο δαίμονας, ο οποίος έρχεται να σε κάνει εγωιστή – αλλά τι καλό παρέλειψα ή τι κακό έκανα και ποιες ήταν οι αδυναμίες της Αρχιερατείας μου, ώστε να διορθώσω τα λάθη μου στην 10ετία που, αν το επιτρέψει ο Θεός, θα ζούσα μετά. 
Έχω, λοιπόν, έναν τεράστιο φάκελο με απαντήσεις, που βέβαια οι περισσότερες αναφέρουν αυτό που έλεγα να μην γράψουν, δηλαδή επαίνους και κολακείες. Τον έχω κρατήσει αυτόν τον φάκελο για την ιστορία. Ωστόσο, υπήρξαν και πάρα πολλοί εισηγητές ωραίων θεμάτων, ή παρατηρήσεων για πράγματα που μπορούσαν να διορθωθούν στην επόμενη δεκαετία.

Υπάρχουν άνθρωποι που είναι τοποθετημένοι εξ ορισμού εναντίον της Εκκλησίας. Να απογοητευτείς, να αποδυναμωθείς και να χάσεις τον ενθουσιασμό σου ακούγοντάς τους; Από τον κόρακα θα ακούσεις «κρα», ενώ από το αηδόνι θα ακούσεις ένα ωραίο τραγούδι. Διάλεξε και παίρνε! Για εμάς δεν είναι στόχος ο έπαινος, αλλά η εργασία και για αυτό κοιτάζουμε μπροστά, μόνο τη δουλειά μας. Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν πως το αναπαυτικό προσκέφαλο δεν είναι εκείνο που γίνεται από τα πούπουλα και τα βαμβάκια, αλλά από την ηρεμία και τη γαλήνη της συνειδήσεως. Όταν το βράδυ πέφτει κανείς να κοιμηθεί και δεν τον ελέγχει η συνείδησή του αυτός είναι ο πιο ευτυχής άνθρωπος του κόσμου.

Για αυτούς που θα έχουν κάποια επιφύλαξη για το έργο της Μητροπόλεως μας, ή της Εκκλησίας γενικότερα, ένα λόγο λέω. Έρχου και ίδε. Όποιος έχει αμφιβολίες μπορεί αν θέλει, όχι μόνο να επισκεφτεί τα Ιδρύματα, αλλά και να έρθει στο γραφείο και να πάρει όλα τα χαρτιά και να τα μελετήσει. Κι ύστερα μπορεί να έρθει και να μου πει την κρίση του.
– Έχετε δείξει φροντίδα και για την εκπαίδευση. Υπήρξατε μάλιστα από εκείνους που με σθένος διεκδικήσατε τις Πανεπιστημιακές Σχολές στην Σπάρτη. Έχουν βοηθήσει οι σχολές στην ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας; Αισθάνεστε δικαιωμένος γα την επιμονή σας;

Δεν ήμουνα εγώ μόνος που διεκδίκησα τις ανώτερες και ανώτατες σχολές, αλλά όλοι όσοι είχαμε μια θέση μέσα στην κοινωνία˙ Νομάρχης, Δήμαρχος, κι άλλοι αξιωματούχοι εκείνης της εποχής. Δώσαμε τα χέρια και σαν να είχαμε μία καρδιά και μία σκέψη προχωρήσαμε στην υλοποίηση αυτού του ονείρου. Στην προσφώνηση που έκανα στον Υπουργό στα εγκαίνια του Πανεπιστημίου είπα: «Αυτό που άλλοτε βλέπαμε στον ύπνο μας, τώρα το χαιρόμαστε στον ξύπνιο μας!». Ήταν ένα όνειρο που έπρεπε να γίνει και έχω γράμματα και αλληλογραφία με βουλευτές, υπουργούς, τον Πρωθυπουργό και άλλα πρόσωπα που συνεργαστήκαμε για να καταφέρουμε την πραγμάτωσή του. Και η Μητρόπολις έκανε μία μεγάλη θυσία δίδοντας για δέκα χρόνια και χωρίς ενοίκιο το διπλανό κτήριο -το οποίο τότε είχαμε μόλις εγκαινιάσει για άλλο σκοπό- για τις ανάγκες της λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Δεν θέλω να αναφερθώ όμως σε φθορές στο κτήριο και διάφορα άλλα κακώς κείμενα, γιατί είναι μια πονεμένη ιστορία και δεν θέλω να την επαναλάβω. Βέβαια δεν μετανοώ, γιατί δεν μετανοεί εκείνος που κάνει το καλό.

Όσον αφορά στο ερώτημά σου, για το αν αναβαθμίστηκε η ζωή της πόλεως από τις σχολές αυτές, η απάντησή μου είναι πως ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του. Οι καθηγητές να ρωτήσουν τον εαυτό τους αν κάνουν καλά τη δουλειά τους, οι φοιτητές να αναρωτηθούν αν η συμπεριφορά τους είναι ανάλογη των υποχρεώσεών τους. Εγώ τι μπορώ να πω πάνω σε αυτό, ότι είμαι απόλυτα ικανοποιημένος;
Για παράδειγμα, βλέπεις πως γίνονται παρελάσεις και είναι ελάχιστοι εκείνοι που εκπροσωπούν την εκπαίδευση. Υπάρχουν κάποια μείον, αλλά δεν θέλω να σταθούμε σε αυτά. Για τα μείον προσεύχομαι και παρακαλώ τον Θεό να τα ελαχιστοποιήσει, ώστε οι άνθρωποι που συνδέονται με τον τόπο μας ή είναι γηγενείς, να φιλοτιμηθούν ακόμη περισσότερο για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Άλλωστε, τα αποτελέσματα τα αγαθά δεν έρχονται γρήγορα. Σπέρνουμε το φθινόπωρο, αλλά θερίζουμε το καλοκαίρι και μεσολαβούν μήνες χειμωνιάτικοι με χιόνι, με κρύο και βροχές. Ζούμε όμως με την ελπίδα πως θα έρθει ο Ιούλιος και θα πάρουμε το δεμάτι. Έτσι ακριβώς θέλω να ιδούμε και το θέμα των Πανεπιστημιακών Σχολών στον τόπο μας.
– Διαβάζοντας κανείς για το έργο σας στέκεται με ξάφνιασμα στην ίδρυση της Σχολής Γονέων. Πως προέκυψε αυτή η πρωτότυπη ιδέα;

Η Μητρόπολις βλέπει τον άνθρωπο ολόκληρο. Και ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα. Δεν μπορούμε να περιοριστούμε μόνον στο κήρυγμα, την κατήχηση και τη Θεία Λειτουργία. Πέρα από τον πνευματικό τομέα, λοιπόν, οφείλουμε να δραστηριοποιηθούμε και στον κοινωνικό. Μαζί με τη σχολή Γονέων, υλοποιήσαμε μία ακόμη σκέψη. Παρατηρήσαμε ότι συχνά υπάρχει ανάγκη για αίμα κι έτσι δημιουργήσαμε εθελοντικό σώμα αιμοδοτών. Η Μητρόπολη ήταν η πρώτη που δημιούργησε εθελοντική ομάδα αιμοδοτών. Στο πέρασμα των ετών ήταν χαρά μας πως βοηθήσαμε να αυξηθούν τέτοιες ομάδες εθελοντών και σε άλλες περιοχές στην μητροπολιτική μας περιφέρεια.
Παρόμοια σκεφτήκαμε και για το θέμα των γονέων.

Βλέπαμε πως αρκετοί γονείς ήταν πνιγμένοι στις δουλειές τους και συχνά η ανατροφή των παιδιών γινόταν πλημμελής. Χρειαζόταν οι γονείς να ακούσουν κάποια πράγματα, γιατί είναι γεγονός πως η παιδαγωγική εξελίσσεται και η επιστήμη προοδεύει. Διοργανώσαμε κάποιες επιστημονικές ομιλίες, με την σκέψη να σταθούμε κοντά στην οικογένεια με αυτό τον τρόπο. Για παράδειγμα, φέραμε καθηγητές πανεπιστημίου να μιλήσουν για τα ναρκωτικά. Παρά τον αρχικό προβληματισμό μου, οι πρώτες ομιλίες για τα ναρκωτικά έγιναν εδώ, από τη Μητρόπολή μας. Θυμάμαι, μάλιστα, έναν καθηγητή Πανεπιστημίου που είπε μερικές ανατριχιαστικές σκέψεις για τα ναρκωτικά και κάθε τόσο σκέφτομαι ότι έχει επαληθευτεί.

Εν πάση περιπτώσει, η αγάπη μας η ανιδιοτελής ήταν η αιτία να φτάσουμε στην ίδρυση των ομάδων αιμοδοσίας και της σχολής Γονέων.
– Ποια η σημαντικότερη στιγμή του ιερατικού σας βίου, αλλά και ποια εκείνη που θα θέλατε να διαγράψετε;
Είναι αναρίθμητες οι σημαντικές περιπτώσεις. Όμως, -κι αυτό μπορεί να ξαφνιάσει τους ανθρώπους που θα το διαβάσουν- οι πιο συγκλονιστικές στιγμές της ζωής μου είναι η τέλεσις της Θείας Λειτουργίας. Αυτές τις στιγμές τις ξεχωρίζω πάντοτε. Όταν λειτουργώ θεωρώ ότι βρίσκομαι μεταξύ ουρανού και γης. Οι χαρές που δοκιμάζω κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας δεν μπορούν να συγκριθούν ούτε με τις στιγμές των επαίνων, ούτε με τις στιγμές των επιτυχιών. Όταν βρίσκεσαι μπροστά στην Αγία Τράπεζα τελώντας τη Θεία Λειτουργία, η σκέψη και μόνο ότι ο Θεός καταδέχεται, με την δική σου προσευχή, να κατέβει και να μεταβάλει τον άρτον και τον οίνον σε σώμα και αίμα Χριστού νομίζω φτάνει, διότι γίνεσαι πλέον συντελεστής ενός θαύματος.

Άλλες μεγάλες χαρές είναι οι χειροτονίες νέων κληρικών, μορφωμένων, με ήθος, με αγάπη για την εκκλησία, με ιεραποστολικό ζήλο και με θυσιαστική αγάπη για τον συνάνθρωπο. Συνεπαίρνει πάντοτε την καρδιά μου όταν βλέπω έναν νέον άνθρωπο, που μπορεί να αντιμετωπίζει τόσα προβλήματα όσα ποτέ δεν είχε φανταστεί, κι αποφασίζει τούτη την αποκαλυπτική εποχή να γίνει κληρικός. Να φορέσει ένα ράσο, το οποίο πάρα πολλοί έχουνε βάλει στο στόχαστρο.
Να αναλάβει μία διακονία την οποία πολλοί ειρωνεύονται ή περιγελούν ή εν πάση περιπτώσει είναι έτοιμοι να τη διασύρουν, αλλά παρά ταύτα εκείνος επιμένει να γίνει κληρικός και δίδει τον εαυτό του στην εκκλησία. Μέχρι πρότινος, αυτός ο νέος θα μπορούσε να σταδιοδρομήσει οπουδήποτε αλλού, όμως επιλέγει να σταδιοδρομήσει στο χώρο της Εκκλησίας. Από εδώ και πέρα ίσως κάποιος θελήσει να γίνει κληρικός για να λύσει το πρόβλημα της ζωής του, όμως σήμερα που ακούγεται πως θα κοπεί ο μισθός των ιερέων είναι μια καλή ευκαιρία να ξεκαθαρίσει η ήρα από το στάρι. Θα φανούν εκείνοι που θέλουν επαγγελματικά να ασχοληθούν με την ιεροσύνη και αυτοί που θέλουν ολοκληρωτικά και πνευματικά να παραδώσουν τον εαυτό του στην Εκκλησία.

Για τις άσχημες στιγμές που με ρώτησες, είναι όλες εκείνες που δεν εφαρμόζω το νόμο του Θεού, ή κάνω λάθος στο έργο μου το ποιμαντικό. Όταν δεν εφαρμόζω κατά γράμμα -γιατί εμείς οι κληρικοί πρέπει και κατά γράμμα να εφαρμόσουμε το νόμο του Θεού- είναι πικρές αυτές οι στιγμές της ζωής μου.
– Η τοπική Εκκλησία τιμάει τόσο τους ευεργέτες, όσο και ανθρώπους που έχουν συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Θεωρείτε πως αυτό είναι ένα κίνητρο για ενεργοποίηση περισσοτέρων προς αυτή την κατεύθυνση;

Ασφαλώς μπορεί κάποιος να το εκλάβει και ως κίνητρο. Εγώ όμως δεν το εκλαμβάνω έτσι, διότι τότε η απόδοση τιμής θα είχε ιδιοτέλεια. Τις προάλλες [σ.σ. 17/8] κάναμε την τιμητική εκδήλωση για τους ομογενείς μας. Πέρυσι, στον ίδιο τόπο, κάναμε πάλι την ίδια εκδήλωση για τους ομογενείς. Όταν τελειώσαμε μου είπε ένας δημοσιογράφος που είναι στον Καναδά: «Σεβασμιώτατε, κάνατε μία παράληψη. Έπρεπε αφού ολοκληρώθηκε η εκδήλωση να πείτε πως θα περιεχθεί δίσκος σε όσους είμαστε παρόντες υπέρ τη λειτουργίας των ιδρυμάτων». Του απάντησα πως δεν ήταν παράληψις που μας διέφυγε, αλλά σκόπιμη «παράληψις».
Διότι αυτή η εκδήλωσις γίνεται όχι για να μας δώσουν, αλλά ως «ευχαριστώ» για όσα μας έχουν δώσει. Η τιμή δεν είναι κίνητρο για να μας δώσουν, αλλά επειδή μας έδωσαν. Και σε όσους μας δίνουν εμείς χρωστούμε το «ευχαριστώ». Και το «ευχαριστώ» εκδηλώνεται κι ενσαρκώνεται με χίλιους δυο τρόπους˙ ως λόγος, ως τελετή τιμής, με την προσευχή μας, η οποία κάνει αδιαμφισβήτητη την αγάπη μας… Είναι, όμως, κι αυτό που είπες. Ο λαός μπορεί να εκλαμβάνει την τιμή και ως κίνητρο, γιατί υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να θέλουν να τιμηθούν.
– Λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας, θα ήθελα να μου πείτε λίγα λόγια για το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης της Μητρόπολης, τα προσεχή εγκαίνια του οποίου στάθηκαν η αφορμή για τη συζήτησή μας.

Όταν πρωτοήρθα, τα γραφεία της Μητρόπολης ήταν εκεί που είναι σήμερα το πνευματικό κέντρο. Το κτήριο αυτό ήτανε γιαπί. Είδα πίσω από το γραφείο μου κάποια χειρόγραφα αποθηκευμένα. Ρώτησα κι έψαξα τι ήταν και βρήκα πως ήταν χειρόγραφα των Μονών Ζερμπίτσης, Αγίων Αναργύρων και Αγίων Τεσσαράκοντα. Ρωτώντας περαιτέρω έμαθα πως ο μακαρίτης ο Κυπριανός, ο τρίτος εκ των προκατόχων μου, είχε κάνει μία εκστρατεία κατά της αρχαιοκαπηλίας. Επειδή οι αρχαιοκάπηλοι ελυμαίνοντο την περιοχή μας, όπως κι άλλες περιοχές, υπεχρέωσε τους ιερείς και τα εκκλησιαστικά συμβούλια να συγκεντρώσουν στη Μητρόπολη όλες τις εικόνες που έχουν αξία, δίνοντας στον καθένα απόδειξη παραλαβής. Όταν γκρεμίστηκε το παλαιό κτήριο που εστέγαζε τα γραφεία, ετοποθέτησαν τις εικόνες αυτές στη μονή των Αγίων Τεσσαράκοντα μέσα σε μπαούλα. Όταν, λοιπόν, είδα αυτές τις εικόνες ήταν σαν να έγινε ένας διάλογος δικός μου με εκείνες. Ήταν σα να μου είπαν οι εικόνες: «Εμείς δεν είμαστε για εδώ, είμαστε για έναν άλλον τόπο. Είτε για την εκκλησία να προσεύχονται οι άνθρωποι μπροστά μας, είτε -σε τελευταία ανάλυση- για κάποιο μουσείο να θαυμάζουν οι άνθρωποι την τέχνη των αγιογράφων ή να ωφελούνται οι επισκέπτες που θα έχουν και πνεύμα μαθητείας».

Από εκείνη τη στιγμή και μετά ανασκουμπώθηκα και σκέφτηκα πως δεν πρέπει να τις φάει ο σκόρος, γιατί μερικές ήταν αγνώριστες. Βρήκα, λοιπόν, έναν πολύ καλό συντηρητή τον οποίο είχε, μεταξύ άλλων, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, προχωρήσαμε στη συντήρηση και τις τοποθετήσαμε προσωρινά στον επάνω όροφο του Επισκοπείου. Όμως επειδή ο χώρος δεν ήταν επισκέψιμος τις άφησα εκεί μέχρι τώρα που μου δόθηκε η ευκαιρία να τις τοποθετήσω στο δικό τους χώρο. Έκανα, επίσης, και κάτι ακόμα. Τις φωτογράφισα όπως τις βρήκα και τις ξαναφωτογράφισα όπως βγήκαν από τη συντήρηση. Κράτησα μία σειρά φωτογραφιών εγώ και έδωσα από μία στην αστυνομία και στην εισαγγελία, ούτως ώστε εάν γίνει κάποτε κλοπή να έχουμε στα χέρια μας αυτά τα αντίγραφα και να προχωρήσουμε στα ίχνη.

Όσον αφορά τη βιβλιοθήκη, αποτελείται από βιβλία που βρήκα όταν ήρθα και θα ήταν περίπου 2.000, από τα βιβλία, τα προσωπικά μου, που έφερα και θα είναι ίσως 4.000 και τα οποία παραχωρώ στη Μητρόπολη, καθώς και από όποιο άλλο βιβλίο ήρθε αυτό το διάστημα των 35 ετών προς τον Μητροπολίτη με αφιερώσεις διαφόρων συγγραφέων. Όλα αυτά έχουν μπει σε μία σειρά. Έτσι υπάρχει ξεχωριστός υπεύθυνος τόσο για την Βιβλιοθήκη, όσο και για το Μουσείο και θα μπορούν οι άνθρωποι να δανείζονται βιβλία της Βιβλιοθήκης, αλλά και να επισκέπτονται το Μουσείο σε ημέρες και ώρες που θα ορίσουμε.

Θα κάνουμε, λοιπόν, διπλά εγκαίνια˙ όχι μόνο του Μουσείου, αλλά και της Βιβλιοθήκης. Το μεν βρίσκεται στον όροφο του διπλανού κτηρίου, η δε στο ισόγειο. Τα εγκαίνια θα τα πραγματοποιήσουμε στις 28 Σεπτεμβρίου, ημέρα που είναι η επέτειος της ενθρόνισής μου ως Μητροπολίτου. Ίσως αυτή είναι μία αδυναμία μου, αλλά θα ήθελα να υπάρξει μια ιστορική σύνδεση της τελετής των εγκαινίων.
– Ολοκληρώνοντας, απευθυνόμενος στους αναγνώστες μας ποια θα θέλατε να είναι η κατακλείδα της κουβέντας μας;

Αν πρέπει αυτή η κατακλείδα να έχει σχέση με όσα είπαμε είναι αδύνατον να ανακεφαλαιώσουμε. Θα ήθελα οι αναγνώστες της εφημερίδας σας να διαβάζουν και να έχουν πνεύμα μαθητείας. Να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στην Εκκλησία μας και μάλιστα στην τοπική Εκκλησία, αφού εδώ ζουν. Αν υπάρχει κάποιο θέμα τους, κάποιο πρόβλημά τους, ή κάτι που δεν το καταλαβαίνουν ας έρθουν να κουβεντιάσουμε.
Παιδί μου, είμαι υπέρ του διαλόγου και η πόρτα μου είναι πάντοτε ανοικτή. Οποιαδήποτε στιγμή θελήσει κάποιος μία συνέντευξη, έναν διάλογο ή μία συζήτηση θα είμαι στη διάθεσή του. Λέγω πολλές φορές ότι και στις 12 τη νύχτα αν εσείς μπορείτε, εγώ θα τα καταφέρω να είμαι εκεί. Να είμαστε όλοι ενωμένοι κάτω από το μάτι του Θεού που τα πάντα βλέπει και να νοιώθουμε τον εαυτό μας στην αγκαλιά Του που τα πάντα στέγει. Διότι η πείρα μου, αλλά και η διδασκαλία των Αγίων της Εκκλησίας μας, λέει πως «αν έχεις λύπη ο Χριστός σου λείπει». Επομένως, Αυτός να μη μας λείπει από τη ζωή μας και όλα θα έρθουν κατ’ ευχήν.

Πηγή .agioritikovima.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου